Λένε: ο Χριστός βαπτίσθηκε σε ηλικία τριάντα ετών, και μάλιστα ενώ ήταν Θεός, και συ με συμβουλεύεις να κάνω γρήγορα το βάπτισμα;
Λέγοντας ότι ήταν Θεός έδωσες την απάντηση. Εκείνος ήταν η ίδια η κάθαρση και δεν είχε ανάγκη από αυτήν· αλλά «καθαρίζεται» και σαρκώνεται για σένα, ενώ ήταν άσαρκος. Και ούτε κινδύνευε καθυστερώντας το βάπτισμά του. Διότι αυτός ήταν ρυθμιστής και του πάθους και της γεννήσεώς του. Ενώ για σένα είναι μεγάλος ο κίνδυνος αν πεθάνεις έχοντας γεννηθεί μόνο τη γέννηση της φθοράς και χωρίς να ντυθείς την αφθαρσία που δίνει το βάπτισμα. Σκέπτομαι ακόμη και το άλλο· ότι εκείνος έπρεπε τότε να βαπτισθεί, ενώ για σένα δεν συντρέχει ο ίδιος λόγος. Διότι άρχισε το δημόσιο έργο του όταν έγινε τριάντα ετών, όχι νωρίτερα, και για να μη δώσει την εντύπωση ότι είναι ένας που θέλει να επιδειχθεί και για να δείξει ότι υπέστη πλήρη τη δοκιμασία της αρετής, και τέλος επειδή αυτή η ηλικία εθεωρείτο κατάλληλη για να έχει δοκιμασθεί κάποιος στην αρετή.
(Λόγος Μ΄, εις το Άγιον Βάπτισμα).