Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός
***Ευαγγέλιο***
Μάρκ. η΄ 34 – θ΄ 1Εἶπεν ὁ Κύριος· 34 ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.1 ΚΑΙ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
Κυριακή μετά την ύψωση
Να σηκώνουμε το σταυρό μας
Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Κύριος καλεί όλους τους πιστούς να σηκώνουμε με πίστη τον δικό μας σταυρό λέγοντας: Εκείνος που θέλει να με ακολουθεί ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε σχέση με τον διεφθαρμένο από την αμαρτία εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή απόφαση να σηκώνει καθημερινά τον σταυρό του, και τότε ας με ακολουθεί. Διότι, όποιος θέλει να σώσει την πρόσκαιρη ζωή του, θα χάσει την αιώνια ζωή. Όποιος όμως χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για μένα και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του και θα κερδίσει την αιώνια μακαριότητα.
Τι νόημα έχουν τα λόγια αυτά του Κυρίου; Γιατί ο Κύριος ζητά από όλους τους μαθητές του να σηκώνουν διαρκώς ένα σταυρό; Για να κατανοήσουμε το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου θα πρέπει να δούμε πότε ο Κύριος είπε τα λόγια αυτά. Τα είπε ακριβώς μετά από την ώρα εκείνη που ο απόστολος Πέτρος με έντονο τρόπο προέτρεψε τον Κύριο να μην πάει στην Ιερουσαλήμ, να άνηθοι το Πάθος και το σταυρικό θάνατο. Τότε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές επέπληξε τον Πέτρο και του είπε: «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» (Ματθ. ις’ 23). Διότι ο Πέτρος δεν μπορούσε να κατανοήσει εκείνη την ώρα ότι χωρίς τον σταυρικό θάνατο του Κυρίου δεν θα σωζόταν το ανθρώπινο γένος.
Αμέσως λοιπόν μετά ο Κύριος προσκαλεί τους μαθητές του και τα πλήθη και μπροστά σε όλους λέει ότι όχι μόνον ο ίδιος πρέπει να σταυρωθεί, αλλά και ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί παρά μόνον αν σηκώσει ο καθένας τον δικό του σταυρό και Τον ακολουθήσει όπως το πρόβατο τον ποιμένα, όπως ο δούλος τον κύριό του, όπως ο στρατιώτης τον βασιλέα, ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο.
Αλλά τι σημαίνει να σηκώνουμε τον σταυρό μας; Όπως οι κατάδικοι σήκωναν τον σταυρό τους μέχρι τον τόπο της θανατικής τους εκτελέσεως, με τη βεβαιότητα ότι σε λίγο θα πέθαιναν, έτσι κι εμείς: να ζούμε καθημερινά ως μελλοθάνατοι, έχοντας διακόψει οριστικά κάθε δεσμό με τη ζωή αυτή, με τον κόσμο, την αμαρτία, τον παλαιό εαυτό μας. Με την απόφαση κάθε στιγμή, αργά η γρήγορα, να πεθάνουμε.
Σημαίνει ακόμη να σηκώνουμε αγόγγυστα τον σταυρό της κάθε ημέρας. Δηλαδή τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που θα επιτρέψει ο Θεός στη ζωή μας, κάθε στενοχώρια και πόνο, κάθε δυσκολία στον αγώνα για την κατανίκηση των παθών μας και την απόκτηση των αρετών. Με τη βεβαιότητα ότι ο σταυρός, ο πόνος και οι θλίψεις είναι η κοινή κληρονομιά των παιδιών του Θεού· και ότι ο Κύριος επιτρέπει στον καθένα μας ξεχωριστό και μοναδικό για την περίπτωσή μας κατάλληλο σταυρό, και αυτόν οφείλουμε να τον σηκώνουμε όχι με γογγυσμό και ταραχή, με αντίδραση και διαμαρτυρία. Ούτε καταναγκαστικά, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Αλλά με χαρά, με την πεποίθηση ότι αυτός ο σταυρός θα μας οδηγήσει στη σωτηρία.
Πόσο αξίζει μια ψυχή
Ο Κύριος στη συνέχεια κάνει μία σύγκριση ανάμεσα στην εγκοσμιότητα και στην αιωνιότητα. Τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, λέει, εάν κερδίσει όλο αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του, η οποία επειδή είναι πνευματική και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου; Και, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι θα δώσει ως αντάλλαγμα, για να την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια;
Οποιοσδήποτε ντραπεί εμένα, συνέχισε ο Κύριος, επειδή φοβόνται τις περιφρονήσεις των ανθρώπων της αποστατημένης αυτής γενιάς, αυτόν θα τον αποκηρύξει και ο Υιός του ανθρώπου κατά τη μέλλουσα κρίση. Αυτός δηλαδή θα χάσει την ψυχή του για πάντα!
Με δύο λόγια δηλαδή ο Κύριος μας εξηγεί ποιο είναι το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε οι άνθρωποι να πάθουμε: να χάσουμε την αθάνατη ψυχή μας. Διότι, μας λέει, η ψυχή μας αξίζει περισσότερο απ’ όλα τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις του κόσμου. Γι’ αυτό άλλωστε, για την πολύτιμη αυτή ψυχή μας ο Χριστός μας έδωσε το πλέον ατίμητο λύτρο, το τίμιο αίμα του. Εξαγόρασε την ψυχή μας απ’ τη σκλαβιά της αμαρτίας, διότι γνωρίζει ο Θεός την πραγματική αξία της ψυχής μας. Εμείς λίγο καταλαβαίνουμε την αιωνία αξία της. Λίγο κατανοούμε ότι η απώλεια της ψυχής είναι το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε να πάθουμε. Διότι αν χάσουμε την ψυχή μας, αν χωρισθούμε δηλαδή αιωνίως απ’ τον Θεό και βυθισθούμε στο αιώνιο σκοτάδι, η απώλεια αυτή θα είναι οριστική και αμετάκλητη. Μήπως έχουμε δύο ψυχές, να δώσουμε τη μία στην αμαρτία και την άλλη στον Χριστό; Χρήματα και περιουσίες μπορούμε να ανταλλάξουμε. Την ψυχή μας όμως αν την χάσουμε, χάσαμε τα πάντα, χάσαμε κάθε αγαθό, χάσαμε τον αιώνιο Παράδεισο, χάσαμε τον Θεό. Την ψυχή μας λοιπόν και τα μάτια μας! Την ψυχή μας και τη σωτηρία μας! Πάνω απ’ όλα, και πρώτα απ’ όλα!
***Απόστολος***
Μετὰ τὴν Ὕψωσιν: Γαλ. β΄ 16-20
Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
«Ζῌ ΕΝ ΕΜΟΙ ΧΡΙΣΤΟΣ»
1. Η ΙΣΧΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς μετὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται ἀπέναντι σὲ πολλοὺς Ἰουδαί-ους ἐπικριτές του, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγοροῦσαν ὅτι ἐγκατέλειψε τὸν ἰουδαϊκὸ νόμο. Καὶ λέει:
Ἐπειδὴ μάθαμε ἀπὸ τὴν προσωπική μας πείρα ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ μὲ τὴν τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό, κι ἐμεῖς πιστεύσαμε σ’ Αὐτὸν γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ νόμου. Διότι, ὅπως ἀναφέρεται στοὺς Ψαλμούς, μὲ τὰ ἔργα τοῦ νόμου δὲν θὰ σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. Ἀλλὰ ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ τήρηση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου εἶναι ἐπιβεβλημένη καὶ συνεπῶς ἐμεῖς ποὺ τὸν ἀφήσαμε ἁμαρτήσαμε, τότε γεννιέται τὸ ἄτοπο ἐρώτημα: Ἄρα ὁ Χριστὸς μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ μᾶς ὤθησε νὰ ἀφήσουμε τὸν νόμο; Μὴ συμβεῖ νὰ ποῦμε μιὰ τέτοια βλασφημία. Διότι, ἂν ἐκεῖνα ποὺ κατάργησα ὡς ἀνώφελα, αὐτὰ πάλι τὰ τηρῶ ὡς ἀναγκαῖα, ἀποδεικνύω τὸν ἑαυτό μου παραβάτη· διότι βεβαιώνω ἔμπρακτα ὅτι ἔκανα λάθος ποὺ ἄφησα τὸ νόμο· καὶ ἁμάρτησα ὅταν προτίμησα τὴ σωτηρία ποὺ δίνει ὁ Χριστός. Ὅμως δὲν ἁμάρτησα. «Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω». Ἐγὼ μὲ κριτήριο τὸ μωσαϊκὸ νόμο, ποὺ τιμωρεῖ μὲ θάνατο κάθε παραβάτη του, πέθανα ὡς πρὸς τὸν νόμο, γιὰ νὰ ζήσω γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια ἐμεῖς σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο αὐτὴ ἡ ἐπιλογή του. Ἦταν ἕνας Ἰουδαῖος, ξακουστὸς νομοδιδάσκαλος καὶ τηρητὴς τῶν ἰουδαϊκῶν παραδόσεων. Καὶ τὰ ἐγκατέλειψε ὅλα αὐτά, ἀπαρνήθηκε μιὰ παράδοση αἰώνων καὶ μιὰ νοοτροπία συνυφασμένη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους του. Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἐπανάσταση γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Καὶ τοῦ στοίχισε τὴν ἴδια του τὴ ζωή.
Καὶ στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα τεκμηριώνει τὴν ἐπιλογή του αὐτὴ βασισμένος στὸν ἴδιο τὸν νόμο καὶ κάνοντας κυρίως τὸν ἑξῆς συλλογισμό: Ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν καλός, ἀλλὰ δὲν ἔδινε στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη νὰ τὸν τηρήσουν. Κι ἐπιπλέον τιμωροῦσε μὲ θάνατο κάθε παραβάτη τῶν ἐντολῶν του. Ποιὸς ὅμως Ἰουδαῖος θὰ μποροῦσε νὰ τηρήσει ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου; Κανείς. Ἄρα λοιπόν, κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς διατάξεις αὐτές, καὶ μάλιστα ὅπως τὶς ἑρμήνευαν οἱ νομοδιδάσκαλοι. Σύμφωνα δὲ μὲ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου ἔπρεπε νὰ θανατωθεῖ κάθε παραβάτης του. Ἀφοῦ λοιπόν, λέει ὁ θεῖος Παῦλος, οὕτως ἢ ἄλλως ἦταν χαμένος καὶ καταδικασμένος σὲ θάνατο ὡς πρὸς τὸν νόμο, γιατί νὰ τὸν ἀκολουθεῖ; Γιατί νὰ τηρεῖ τὶς διατάξεις του, ἀφοῦ δὲν θὰ τὸν ὁδηγοῦσαν στὴ σωτηρία; Αὐτὸς ἤθελε πάνω ἀπ’ ὅλα τὴ σωτηρία του, γιὰ νὰ ζεῖ μὲ τὸν Θεὸ αἰωνίως.
2. Η ΝΕΑ ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΖΩΗ
Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια μᾶς περιγράφει μέσα ἀπὸ τὴν προσωπική του ἐμπειρία τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ἐσταυρωμένης καὶ ἀναστημένης ζωῆς. Λέει λοιπόν: Μὲ τὸ Βάπτισμα ἔχω σταυρωθεῖ κι ἔχω πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Κι ἀφοῦ εἶμαι πεθαμένος, δὲν ἔχει πλέον καμία ἰσχὺ γιὰ μένα ὁ νόμος. Ἔγινα κοινωνὸς τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Δὲν ζῶ πλέον ἐγώ, ἀλλὰ ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Καὶ τὴ ζωὴ ποὺ ζῶ, τὴ ζῶ ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του σὲ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία μου.
Βέβαια εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἐξηγήσει κανεὶς μέσα σὲ λίγες γραμμὲς τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς ποὺ ζοῦσε ὁ ἀπ. Παῦλος. Ἂς περιγράψουμε ἐδῶ σὲ γενικὲς γραμμὲς κάποια βασικὰ στοιχεῖα της. Γιὰ νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος τὴ νέα αὐτὴ ζωή, πρέπει πρῶτα νὰ πεθάνει. Αὐτὸς ὁ θάνατος πραγματοποιεῖται μυστηριακῶς μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Νεκρώνεται ὁ παλιὸς ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας καὶ παίρνει ὁ πιστὸς τὴν ἀπόφαση νὰ ζεῖ μόνο γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὸν Χριστό. Ἀποτάσσεται τὸν σατανὰ καὶ τὰ ἔργα του καὶ συντάσσεται μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὶς ἅγιες ἐντολές του. Μὲ τὸ ἱερὸ Χρίσμα ἐφοδιάζεται μὲ τὰ χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ εἰσέρχεται σὲ μιὰ νέα ζωή. Τώρα πλέον ἀγωνιζόμενος καθημερινὰ νὰ ζεῖ κατὰ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνανεώνεται καὶ μεταμορφώνεται διαρκῶς καὶ ζεῖ ἐμπειρίες πνευματικὲς καὶ ἅγιες. Κι ἐπειδὴ ὡς ἄνθρωπος ρέπει πρὸς τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίζεται καθημερινὰ νὰ τηρεῖ τὶς ὑποσχέσεις ποὺ ἔδωσε πρὶν ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμά του. Ἀγωνίζεται δηλαδὴ καθημερινὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων νὰ νεκρώνει μέσα του τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ζεῖ μιὰ ζωὴ πλήρους ἀφοσιώσεως στὸν Θεό. Σταυρώνεται ὡς πρὸς τὸν κόσμο, ἀλλὰ ζεῖ γιὰ τὸν Χριστό. Τώρα πιὰ μέσα στὴν ψυχή του δὲν ἐνεργεῖ ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Αὐτὸς κυριαρχεῖ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὶς ἀποφάσεις του, στὰ λόγια του, στὶς ἐνέργειές του. Αὐτὸς ἀκτινοβολεῖ τὸ φῶς του. Καὶ ὁ ἄνθρωπος προγεύεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸν Παράδεισο. Αὐτὴν τὴν ἐμπειρία εἶχαν ὅλοι οἱ ἅγιοι. Αὐτὸ τὸ ἅγιο βίωμα καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε καὶ μεῖς. Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν ἕναν καθημερινὸ ἀγώνα θανάτου καὶ ζωῆς, νεκρώσεως καὶ ἀναστάσεως.