Το πάθος της ανθρωπαρέσκειας τρέφεται και αυξάνει και στηρίζεται από τα πάθη του φόβου, της ντροπής και της φιλοδοξίας.
Ἀγ. Νεκτάριος. Ὁ ἀνθρωπάρεσκος ἐργάζεται τὴν ἀρετήν οὐχὶ
ἵνα τελειωθή, ἀλλ’ ἵνα δοξασθή ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, οὐχὶ ἵνα ἀρέση τῷ Θεῷ ἀλλ’ ἵνα ἀρέση τοῖς ἀνθρώποις.
Ἰωάν. 12,43. Ἡγάπησαν γὰρ τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων μάλλον ὑπὲρ τὴν δόξαν τοῦΘεοῦ.
Ματθ. 6,2. Ὅταν οὖν ποιῇς ἐλεημοσύνην, μὴ σαλπίσῃς ἔμπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς ῥύμαις, ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸτῶν ἀνθρώπων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν.
Ἀγ. Νεκτάριος. Ἀνθρωπαρέσκεια ἀρετῆς ἀναίρεσις. Ὁἀνθρωπάρεσκος ἐργάζεται τὴν ἀρετὴν οἰχὶδι’ ἀρετὴν ἀλλὰδιὰτὸν ἔπαινον.
Μεγ. Βασιλείου. Ἀνθρωπάρεσκος εἶναι ἐκεῖνος ποὺκάνει κάτι γιὰνὰἱκανοποιήσει τὸθέλημα κάποιου ἀνθρώπου, ἢνὰἀρέσει σ’ αὐτόν, ἔστω καὶἂν αὐτὸποὺκάνει εἶναι ἄτιμο.
Αγ. Ισαάκ Σύρου. Ἡ ἀρετή, τὴν ὁποία ἐκτελεῖ κανεὶς γιὰ τὴν ἐπίδειξη σὲ ἄλλους, δὲν μπορεῖ νὰ καθαρίση τὴν ψυχή, ἀλλὰ ὑπολογίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ ἀνταπόδοσι. Ἡ ἀρετὴ ὅμως, τὴν ὁποία ὁἄνθρωπος ἐπιτελεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὑπολογίζεται ὡς τελεία ἀρετὴ καὶ ἐνεργεῖ καὶ τὰ δύο· καὶ γιὰ τὴν ἀνταπόδοσι ὑπολογίζεται καὶ καθαρότητα ἐπιφέρει.
Ἀγ. Νείλου. Ἐπιχειρώντας νὰ ἀρέσεις στὸ πλῆθος, θὰ γίνεις ὅμοιος μὲ αὐτό.
Ψαλμ. νβ’ 6. «Ἐκεῖ ἐφοβήθησαν φόβον, οὗ οὐκ ἦν φόβος, ὅτι ὁ Θεὸς διεσκόρπισεν ὀστᾶ ἀνθρωπαρέσκων· κατῃσχύνθησαν, ὅτι ὁ Θεὸς ἐξουδένωσεν αὐτούς»