Ο όσιος Ἰωάννης ὁ Χοζεβίτης ἔγραψε αὐτή τήν ἱστορία, πού προέρχεται ἀπό τίς γραφές τοῦ ὁσίου Παϊσίου Βελιτσικόβσκυ καί τῶν μοναχῶν του:
Ὁ ὅσιος Παΐσιος εἶχε μία ὁλόκληρη σχολή ἀπό μορφωμένους μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἔγραφαν βιβλία ἡμέρα καί νύκτα. Ἀπό τήν δική τους τήν ἐργασία ἔχουμε ἐμεῖς (οἱ ρουμᾶνοι) σήμερα ὅλα τά βιβλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, μεταφρασμένα ἀπό τά ἑλληνικά.
Μετά τήν κοίμησι τοῦ ὁσίου μεγάλου Γέροντος π. Παϊσίου στήν μονή Νεάμτς τῆς Ρουμανίας, ἡ πνευματική ζωή τῶν μοναχῶν ἄρχισε νά ἀδυνατίζει ἐξ αἰτίας τῆς ἀφθονίας τῶν ἀγαθῶν καί ἀκόμη ἐξ αἰτίας τῆς ἐλεύθερης εἰσόδου τῶν λαϊκῶν, ἰδιαίτερα τά καλοκαίρια στά μοναστήρια μαζί μέ τίς οἰκογένειές τους καί τά παιδιά τους.
Οἱ μοναχοί ἄρχισαν νά φροντίζουν περισσότερο γιά τήν διατροφή τῶν ζώων καί τῶν κήπων στά Μετόχιά τῶν μοναστηριῶν τους καί, ὅσοι ἀπ᾿ αὐτούς εἶχαν σπίτια ἔξω ἀπό τήν μάνδρα τῶν μοναστηριῶν τους, προσπαθοῦσαν περισσότερο νά φτιάχνουν πολυτελέστερα σπίτια γιά νά κατοικοῦν τά καλοκαίρια πολλοί γνωστοί σ᾿ αὐτούς ἄρχοντες τῆς Χώρας πού ἤρχοντο ἐκεῖ μέ τίς οἰκογένειές τους.
Γιά τό μεγάλο ἐνοίκιο πού ἔπαιρναν οἱ μοναχοί ἀπό τούς ἄρχοντες τουρίστες, ἄφηναν πλέον ὅλη τήν κατοικία τους στά χέρια τῶν ἐνοικιαρέων κι αὐτοί ἔμεναν σέ κάποια μικρή καλυβούλα λίγο μακριά γιά νά μή τούς ἐνοχλοῦν οἱ φωνές τῶν μικρῶν παιδιῶν, τά ὁποῖα ὅλη τήν ἡμέρα ἦσαν μέσα καί γύρω ἀπό τά μοναστήρια.
Εἶχαν καί μεγάλη παραγωγή κρασιοῦ στά Μετόχιά τους καί ἔπρεπε νά ἀνοίξουν ταβέρνες καί καντίνες μέσα καί ἔξω ἀπό τά μοναστήρια γιά νά τό πωλήσουν καί μάλιστα σέ χαμηλή τιμή καί εὐκολώτερα. Αὐτό τό ἔργο ἐτράβηξε πολύ τουριστικό κόσμο.
Δημιουργήθηκε καί σχολή στό μοναστήρι γιά τήν ἀνατροφή ὀρφανῶν παιδιῶν ἀπό τά γειτονικά χωριά (ἐκτός ἀπό τήν σχολή μουσικῆς γιά μοναχούς ἀνοίχθηκε καί δημοτικό σχολεῖο γιά τά παιδιά τῆς περιοχῆς). Ἀπό τήν κατάστασι αὐτή χάθηκε ἡ ἡσυχία τῶν μονῶν, οἱ μοναχοί νά μεθοῦν καί νά μή φροντίζουν γιά τά μοναχικά τους καθήκοντα καί τήν τάξι πού τούς εἶχε ὁρίσει ὁ Γέροντάς τους.
Ἕνας ἀπό τούς ὑποτακτικούς τοῦ ὁσίου Παϊσίου, ὁ ὁποῖος ἔκαμε μία ἐνάρετη ζωή, ὁ ἡγούμενος Σωφρόνιος, μία νύκτα εἶδε τήν ἑξῆς φοβερά ὀπτασία.
Εἶδε ὅτι ἦτο πρωΐ καί αὐτός ἐξῆλθε ἀπό τήν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ Νεάμτς. Κυττάζοντας ἀπέναντι, ὅπου εἶναι ἡ μεγάλη φιάλη Ἁγιασμοῦ, ἀντίκρυσε ἕνα ἀράπη, φοβερό στήν ὄψι, ὁ ὁποῖος φοροῦσε ροῦχα στρατιωτικοῦ βαθμοφόρου καί διέταζε ὅπως ἀκριβῶς διατάζουν οἱ ἀξιωματικοί τόν στρατό τους.
Ἡ μορφή του ἦτο ἀπαίσια. Τό πρόσωπό του μαῦρο, ἀπό τά μάτια του νά ἐξέρχονται κόκκινες φλόγες φωτιᾶς, ἐνῶ τό στόμα του ἦτο σάν τῆς μαϊμοῦς μέ τά δόντια του βγαλμένα πρός τά ἔξω. Στό μέρος τῆς ζώνης του ἦτο ἡ μορφή ἑνός δράκοντα πού κινοῦσε τό κεφάλι του καί εἶχε την γλῶσσα του βγαλμένη ἔξω καί δίπλα του μία σπάθη. Στήν θέσι τῶν ὤμων του, γύρω πίσω ἀπό τόν λαιμό του, ἐκρέμοντο καί ἐκινοῦντο κεφάλια ἀπό ὀχιές. Ἐνῶ στό κεφάλι του εἶχε ἕνα κράνος, κάτω ἀπό τό ὁποῖο ξεκινοῦσαν τά φίδια πού ἦσαν γύρω ἀπό τόν λαιμό του.
Βλέποντας αὐτό τό θέαμα ὁ ἡγούμενος, ἀκινητοποιήθηκε ἀπό τόν φόβο του. Κατόπιν ἐλθών στόν ἑαυτό του, ἐρώτησε τόν ἀράπη τί ζητεῖ αὐτή τήν ὥρα στό μοναστήρι. Τότε ὁ φαινόμενος ἀράπης τοῦ ἀπήντησε:
-Δέν γνωρίζεις ὅτι ἐγώ εἶμαι ὁ διοικητής τοῦ στρατοῦ ἐδῶ στό μοναστήρι σας;
Τότε ὁ π. Σωφρόνιος τόν ἐρώτησε:
-Ἀπό ποῦ ἐμεῖς ἔχουμε ἐδῶ στρατό στό μοναστήρι μας, ἀφοῦ ἡ Χώρα μας εὑρίσκεται σέ εἰρήνη!
Τότε τοῦ ἀπήντησε ὁ διοικητής¨
-Πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι ἐγώ ἔχω διορισθῆ νά εἶμαι ὁ ἀρχηγός τοῦ ἀοράτου στρατοῦ τοῦ σκότους, πού ἔργο ἔχουμε νά πολεμοῦμε τό τάγμα τό δικό σας, τῶν μοναχῶν. Διότι ἐσεῖς, ἀπό τότε πού ἐφαρμόζατε τόν μοναχικό σας κανόνα, πού σᾶς ἐπέβαλε ὁ ἀρχηγός σας (ἡγούμενος Παΐσιος), μᾶς προκαλέσατε σέ ἀόρατο πόλεμο ἐναντίον σας καί πολλές πληγές μᾶς προκαλέσατε μέ τά πνευματικά σας ὅπλα. Πολλές φορές ἐμεῖς ἀναχωρούσαμε ντροπιασμένοι ἀπ᾿ αὐτόν τόν πόλεμο μαζί σας, διότι ἐξερχόταν πῦρ ἀπό τίς προσευχές σας καί μᾶς ἔκαιγε.
Ὅμως τώρα δέν ἔχουμε πλέον τόν ἴδιο φόβο ἀπό ἐσᾶς, ἀφ᾿ὅτου ἀπέθανε ὁ στάρετς Παΐσιος, ὁ ὁποῖος ἦτο φοβερός ἀπέναντί μας. Ἀπ᾿ αὐτόν ἐμεῖς ὑποφέραμε πάρα πολύ καί μᾶς εἶχε προκαλέσει πολλές πληγές. Ἀπό τότε πού ἦλθε αὐτός μέ 60 μοναχούς ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, ἐγώ εἶχα διορισθῆ μέ στρατό 60.000 νά πολεμῶ τήν συνοδία του. Ὅσο ζοῦσε αὐτός, ἐμεῖς δέν εἴχαμε καθόλου ἀνάπαυσι.
Πόσους πειρασμούς, πόσες θλίψεις καί παγίδες προκαλέσαμε σ᾿ αὐτόν καί στήν συνοδία του γιά νά ὀλιγστεύσουμε τούς πνευματικούς τους ἀγῶνες, ἀλλά ὅλους μᾶς ἐξώθησαν μακριά. Ὅσο ζοῦσε ὁ μεγάλος στάρετς οἱ δυνάμεις μας παρέμεναν σέ συνεχή ἔφοδο σέ καθημερινή βάσι, διότι αὐτός κυβερνοῦσε στόν πόλεμο τούς μοναχούς του μέ πολλή ἐμπειρία, ἐνισχύοντάς τους καί μέ τό παράσδειγμά του καί τίς συμωουλές του ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζώης του.
Μετά τόν θάνατό του, ὁ πόλεμός μας ἐλάφρωσε. Γι᾿ αὐτό τόν λόγο, ἔβγαλα ἀπό τό τάγμα μου 10.000 στρατιῶτες μου (δαίμονες), διότι δέν εἶχαν νά κάνουν δουλειά καί παρέμεινα μέ 50.000. Ἐπέρασε πολύς καιρός καί οἱ μοναχικοί κανόνες τοῦ ἡγουμένους Παΐσίου δέν ἐτιμῶντο καί δέν ἐφαρμόζοντο μέ ἐπιμέλεια.
Παρουσιάσθηκαν ἠθικά παραπτώματα στήν συνοδία, ἀκόμη ἡ ἀφθονία τῶν ὑλικῶν άγαθῶν καί οἱ κοσμικές φροντίδες τῶν μοναχῶν γιά σπίτια, Μετόχια καί νοικοκυριά ἄρχισαν νά βυθίζουν περισσότερο τούς μοναχούς στά πνευματικά. Γι᾿ αὐτό καί στρατός μου ὠλιγόστευσε σημαντικά.
Συνεπῶς, μετεκίνησα ἀπό τό μέτωπο τοῦ πολέμου κατά τῆς Μονῆς σας ἄλλες 10.000 στρατιῶτες μου καί τούς ἔστειλα σέ ἄλλο μέτωπο. Ἔτσι παρέμεινα μόνο μἐ 40.000 πολεμιστές.
Ὅταν γενικεύθηκε ἡ ἐλευθερία τῆς εἰσόδου τῶν λαϊκῶν στά μοναστήρια, κυρίως τά καλοκαίρια καί οϊ μοναχοί νά στέκωνται καί συνομιλοῦν μέ τίς γυναῖκες, τότε ἐμεῖς εἴχαμε μεγάλη χαρά, διότι κλονίσθηκε τό μέτωπο ἀντιστάσεως τῶν μοναχῶν καί ἡ δική μας εἴσοδος πλέον ἀνάμεσά τους ἦτο εὐκολώτερη.
Γι᾿ αὐτό καί ἀπέσπασα ἄλλες 10.000 στρατιῶτες μου καί παρέμεινα νά 30.000. Στήν συνέχεια ἀνοίχθηκαν στά μοναστήρια σχολεῖα γιά τά παιδιά τῶν λαϊκῶν. Πολλοί ἀπό τούς μοναχούς ἐξέλεγαν γιά μαθητές τους τά πιό ἔξυπνα παιδιά, τά ὁποῖα δέν ἀκολουθοῦσαν ὅμως καί τήν μοναχική ζωή. Τά παιγνιδιάρικα παιδιά ἤρχοντο σέ ἐπαφή μέ χειρονομίες μέ τούς μοναχούς καί ἔτσι ἀνεκούφιζαν ἐμᾶς στόν ἀγῶνα μας ἐναντίον τους. Ὁπότε ἐμεῖς ἐμείναμε σχεδόν χωρίς δουλειά.
Γι᾿ αὐτό ἀναγκάσθηκα καί πάλι νά ἀποσπάσω κι ἄλλους στρατιῶτες μου ἀπό τό μέτωπο τοῦ πολέμου. Ἔδιωξα ἄλλες 10.000 καί ἔμεινα πλέον μέ 20.000 μάχιμους. Αὐτοί παρέμειναν πάντοτε στό μοναστήρι πολεμώντας ἡμέρα καί νύκτα τούς μοναχούς!
Ἀκούοντας αὐτά ὁ ἡγούμενος ἐστέναζε ἀπό τόν πόνο καί τόν ἐρώτησε μέ ἀπορία:
-Τί ἀνάγκη πλέον τώρα ἔχετε γιά νά μένετε ἀκόμη στό μοναστρήρι μας, διότι ὅπως ὁ ἴδιος μοῦ ὡμολόγησες, οἱ μοναχοί δέν ἔχουν τόν ζῆλο τῶν παλαιοτέρων γιά νά σᾶς πολεμήσουν, ἀλλά πράττουν κατά τίς ἐπιθυμίες τους, ἀσχολούμενοι μέ τά κοσμικά πράγματα. Τί ἔννοια ἔχει λοιπόν νά μένετε ἀκόμη στήν μονή μας;
Τότε ὁ μισητός ἐκεῖνος ἀξιωματικός-διάβολος, πιεζόμενος προφανῶς ἀπό τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπεκάλυψε τό μυστήριο γιατί συνεχίζει νά πολεμεῖ ἀκόμη τούς μοναχούς αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, λέγοντας πρός τόν ἡγούμενο:
-Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν εὑρίσκεται πλέον κανείς, ὁ ὁποῖος θέλει νά μᾶς πολεμεῖ, ὅπως ἄλλοι μοναχοί παλαιότερα, διότι ἡ ἀγάπη σας ὠλιγόστευσε, ἐνῶ οἱ κοσμικές φροντίδες καί ὁ συμφυρμός μέ τούς λαϊκούς ἐπάγωσαν τόν ζῆλο τῶν μοναχῶν. Ὅμως ἔχουμε ἀκόμη ἕνα ἀκόμη ἔργο στό μοναστήρι σας.
Ὑπάρχουν κάτι παλιόχαρτα, μακάρι νά καοῦν ὅλα στήν φωτιά, τά ὁποῖα δέν μᾶς ἀφήνουν νά ἡσυχάσουμε τελείως. Μέ αὐτά οἱ μοναχοί, κυρίως οἱ νέοι πού ἦλθαν μέ δυνατό ζῆλο ἀπό τόν κόσμο, μᾶς προκαλοῦν πολλές πληγές μέ τήν ἀνάγνωσί τους! Διότι, ὅταν πάρουν αὐτά τά παλιόχαρτα στά χέρια τους, ἀμέσως ἀρχίζουν ν᾿ ἀγριεύουν ἐναντίον μας. Αὐτοί μεταχειρίζονται παντός εἴδους δικά τους ὅπλα ἐναντίον μας, ὅπως νηστεῖες, ἀγρυπνίες, σωματικούς κόπους καί ἰδιαίτερα τίς ταπεινές τους προσευχές μέ τά ὁποῖα μᾶς συντρίβουν κατά κράτος.
Ὅλα αὐτά εἶναι γιά ἐμᾶς ἀναμμένες σαΐτες, οἱ ὁποῖες μᾶς καταστρέφουν καί δέν ἠμποροῦμε νά τούς πλησιάσουμε!
Συχνά, ἕνας μοναχός, ἐάν ἐνισχύεται ἀπό τό διάβασμα, δέν ἠμποροῦμε ὅλοι ἐμεῖς νά τόν νικήσουμε! Πολύς κόπος καί σωστές ἔφοδοι χρειάζονται γιά νά τόν φέρουμε στήν δική μας παράταξι αὐτόν τόν ἔνα πού μᾶς καταδιώκει μέ τήν ἀνάγνωσι αὐτῶν τῶν βιβλίων!
Τότε ὁ δυστυχής ἡγούμενος δέν ὑπέμεινε ἄλλο καί τόν ἐρώτησε καί πάλι:
-Μέ τί πολεμεῖτε ἐσεῖς περισσότερο τούς σημερινούς μοναχούς αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος;
-Ὅλη ἡ προσπάθειά μας ἔγκειται ν᾿ ἀπομακρύνουμε τούς μοναχούς καί τίς μοναχές ἀπό τίς πνευματικές τους ἐνασχολήσεις καί ἰδιαίτερα, νά παύσουν νά ἀγαποῦν καί νά διαβάζουν αὐτά τά παλιόχαρτα! Διότι τίποτε δέν ὠθεῖ τούς μοναχούς ἐναντίον μας, ὅσο ἡ ἀνάγνωσις αὐτῶν τῶν καπνισμένων βιβλίων! Γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς προσπαθοῦμε μέ κάθε τρόπο ν᾿ ἀπομακρύνουμε τούς μοναχούς ἀπό τά ββλία, προσφέροντάς τους ἄλλες φροντίδες στά Μετόχια, στούς κήπους στά ζῶα, στό ψάρεμα, στήν πώλησι τοῦ κρασιοῦ κλπ. Ἐνῶ στό μοναστήρι δουλεύουμε μέ τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν τοῦ οἰκοτροφείου πού λειτουργεῖ μέσα καί μέ τήν φιλοξενία τῶν λαϊκῶν, κατά τήν περίοδο τοῦ καλοκαιριοῦ, πού ἔρχονται ἐδῶ μέ τίς οἰκογένειές τους γιά καθαρό ἀέρα.
Μέ τά μέσα αὐτά οἱ μοναχοί εἶναι αἰχμαλωτισμένοι ἀπό ἐμᾶς, ὅπως τά κουνούπια στόν ἰστό τῆς ἀράχνης. Αὐτοί μᾶς ὑπηρετοῦν μέ τά δικά μας μέσα. Δέν θά ἐγκαταλείψουμε τελικά αὐτόν τόν ἀγῶνα, μέχρι νά κάψουμε τά βιβλία τους. Ἀλλιῶς δέν ἠμποροῦμε νά ἡσυχάσουμε. Αὐτά ὁμοιάζουν μέ βουκέντρες πού εἶναι ἐχθρικά στραμμένες ἐναντίον μας!
Ὅταν ἐτελείωσε αὐτή ἡ συζήτησις, κτύπησε ὁ κόπανος γιά τήν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου κι ἀμέσως χάθηκε σάν καπνός ὁ διοικητής τῶν δαιμόνων τῆς μονῆς Νεάμτς, ἐνῶ ὁ ἡγούμενος ἐξύπνησε στήν καρδιά του μέ μεγάλο πόνο, μετά ἀπ᾿ αὐτές τίς ἀποκαλύψεις.
Κατόπιν, μετά τήν πρωϊνή ἀκολουθία, συγκέντρωσε ὅλη τήν συνοδία καί διηγήθηκε στούς μοναχούς μέ δάκρυα τήν φοβερή αὐτή ὀπτασία. Διέταξε, ἀμεσως νά γραφτῆ σέ βιβλίο γιά γνώσι καί ὠφέλεια καί τῶν διαδόχων τους.
από το βιβλίο: «ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ» – Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010