" Ζακχαίε, σπεύσας κατάβηθι·...σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτῳ εγένετο"
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός
Ευαγγέλιο:(Λουκ. ιθ´ 1–10)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ῾Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.
Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ
1. Ο ΠΟΘΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ
Στὴν Ἱεριχὼ ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος ἦταν ἀπορροφημένος ἀπὸ τὶς φοροεισπρακτικές του ἐργασίες. Διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, εἶχε πολλὰ ζητήματα νὰ τακτοποιήσει, ἀλλὰ καὶ πολλὲς ἀπολαβές. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως κάτι ἄλλαξε μέσα του. Ἔμαθε πὼς ἀπὸ τὴν πόλη του θὰ περνοῦσε ὁ Κύριος. Καὶ ἤθελε πολὺ νὰ Τὸν δεῖ, νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι. Εἶχε ὅμως μαζευθεῖ τόσο πολὺς λαὸς γύρω ἀπὸ τὸν Κύριο ποὺ διέσχιζε τὴν πόλη, ὥστε ἦταν ἀδύνατο νὰ Τὸν προσεγγίσει. Ἦταν καὶ κοντὸς στὸ ἀνάστημα καὶ δὲν μποροῦσε νὰ Τὸν δεῖ ἔστω καὶ ἀπὸ μακριά. Καὶ τί κάνει; Τρέχει ἀμέσως σὰν νά ’ταν μικρὸ παιδί, κι ἀνεβαίνει πάνω σ’ ἕνα δέντρο, σὲ μιὰ συκομουριά, γιὰ νὰ Τὸν δεῖ. Διότι ἀπὸ ἐκεῖ θὰ περνοῦσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Μόλις πλησίασε ὁ Κύριος, ἀμέσως κατευθύνθηκε πρὸς τὸ δέντρο, σήκωσε τὸ βλέμμα του καὶ κοίταξε τὸν Ζακχαῖο. Καὶ χωρὶς νὰ Τὸν γνωρίζει ἀπὸ πρίν, τὸν φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τοῦ λέει: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα. Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου. Καὶ ὁ Ζακχαῖος κατεβαίνει ἀμέσως, καὶ μὲ χαρὰ μοναδικὴ ὑποδέχεται τὸν Κύριο στὸ σπίτι του.
Κάποιοι ἄνθρωποι βέβαια, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, μουρμούριζαν μὲ ἀγανάκτηση ἐναντίον του καὶ μὲ περιφρόνηση ἔλεγαν ὅτι στὸ σπίτι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ μπῆκε νὰ μείνει καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ.
Ὁ Ζακχαῖος ὅμως δὲν ὑπολόγισε τίποτε ἀπὸ αὐτά. Διότι ζοῦσε τὴ μεγαλύτερη χαρὰ τῆς ζωῆς του. Καὶ ποιὸς θὰ τὸ περίμενε; Ἕνας διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, ἕνας ἄν-θρωπος τόσο πλούσιος, ἕνα πρόσωπο τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας, ποὺ καθημερινὸ ἐνδιαφέρον εἶχε πῶς θὰ πλουτίσει περισσότερο, νὰ ἔχει καὶ πνευματικὰ ἐνδιαφέ-ροντα! Καὶ νὰ θέλει νὰ δεῖ τὸν Κύριο. Καὶ νὰ μὴν ὑπολογίζει τὰ τόσα ἐμπόδια στὸ δρόμο του αὐτό. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ. Θὰ εἶχε ἀκούσει νὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριο, καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν ἐπιείκεια καὶ συγκατάβαση ποὺ ἔδειχνε στοὺς τελῶνες. Καὶ ἤθελε νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι αὐτός.
Οἱ ἐξωτερικοὶ τύποι καὶ τρόποι συμπε-ριφορᾶς ἀσφαλῶς δὲν τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ κάνει μιὰ τέτοια τρέλα, νὰ ἀναρριχηθεῖ πάνω σ’ ἕνα δέντρο. Ἀλλὰ ὁ πόθος του νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τὸν ἔκανε νὰ καθυποτάξει κάθε ἐπιφύλαξη καὶ νὰ ὑπερνικήσει κάθε ἐμπόδιο. Δὲν ὑπολόγισε οὔτε τὴ θέση του οὔτε τὴν προσωπική του ἀξιοπρέπεια οὔτε τὰ σχόλια τῶν ἄλλων.
Ὅσοι λοιπὸν θέλουμε νὰ γνωρίσουμε τὸν Κύριο, νὰ Τὸν κάνουμε ἔνοικο στὴν ψυχή μας, νὰ Τὸν κάνουμε κυβερνήτη τῆς ζωῆς μας, θὰ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ὑπερπηδοῦμε κάθε ἐμπόδιο στὸν πόθο μας αὐτό. Νὰ μὴν ὑπολογίζουμε κόπους καὶ δυσκολίες, σχόλια καὶ εἰρωνεῖες· οὔτε πιθανὴ ἀπομόνωση ἀπὸ τὸν κοινωνικό μας περίγυρο ἢ ἀπώλεια τῆς κοινωνικῆς μας καταξίωσης. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα καὶ πά-νω ἀπ’ ὅλα νὰ κυριαρχεῖ ὁ πόθος μας νὰ γνωρίσουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζήσουμε μ’ Αὐτόν, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ μᾶς κοστίζει.
2. Η ΑΛΛΑΓΗ
Ὁ Ζακχαῖος τώρα μέσα στὸ σπίτι του ἐκδηλώνει τὴν ἀληθινὴ καὶ σταθερὴ μετάνοιά του. Στέκεται κάποια στιγμὴ μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ τοῦ λέει:
–Κύριε, τὴ μισὴ περιουσία μου τὴ δίνω στοὺς πτωχούς. Καὶ ἐὰν τυχὸν ὡς τελώνης ἀδίκησα μὲ ψεύτικες καταγγελίες καὶ ἀναφορὲς κάποιον γιὰ νὰ καταχρασθῶ τὴν περιουσία του, τοῦ τὸ ἐπιστρέφω τετραπλάσιο.
Τότε τοῦ λέει ὁ Κύριος: «Σήμερα, μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου ἐδῶ ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό. Καὶ ἔπρεπε νὰ σωθεῖ κι ὁ τελώνης αὐτός, διότι κι αὐτὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Διότι ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ γιὰ νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει τὸ χαμένο του πρόβατο, ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει στὴν ἁμαρτία».
Κι ἕνα τέτοιο χαμένο πρόβατο πού βρέθηκε ἦταν καὶ ὁ Ζακχαῖος. Ἦρθε καὶ γι’ αὐτὸν ἡ ὥρα τῆς χάριτος, ἡ ὥρα τῆς μετανοίας. Μιᾶς μετάνοιας ποὺ κυοφορήθηκε καὶ ὡρίμασε μὲ τὴ γνωριμία του μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ διακήρυξη τῆς ἐπανορθώσεώς του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς προσωπικῆς σχέσεως ποὺ εἶχε μὲ τὸν Κύριο. Μόλις γνώρισε τὸν Χριστό, δὲν ὑπολογίζει οὔτε τὴν περιουσία του οὔτε τὸ ἀξίωμά του. Μοιράζει ὅλη του τὴν περιουσία. Καὶ τὴ δίνει ἀμέσως. Δὲν λέει ὅτι θὰ τὰ δώσει ἀργότερα ἢ μετὰ τὸν θάνατό του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐπιβεβαιώνει τὴ γνήσια μετάνοια τοῦ Ζακχαίου λέγοντας ὅτι σήμερα ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό.
Πόσο γρήγορα ἄλλαξε ὁ Ζακχαῖος! Ὁ ἄδικος ἔγινε ἐλεήμων, ὁ πάμπλουτος πάμφτωχος, ὁ ἐγκόσμιος ὑπερκόσμιος, ὁ ὑλόφρων θεόφρων, ὁ φίλος τοῦ χρήματος φίλος τοῦ Χριστοῦ. Μαθητὴς τοῦ Κυρίου καὶ ἀργότερα συνοδὸς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἐπίσκοπος Καισαρείας καὶ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ λοιπὸν ὅλα διορθώνονται. Μὲ τὴ μετάνοια καὶ ἱερὰ Ἐξομολόγηση ὅλα μποροῦν νὰ ἀλλάξουν. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ ζοῦμε καθημερινὰ μὲ μετάνοια καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καὶ νὰ ἀφήνουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐργάζεται τὴ μεταμόρφωση καὶ ἀναγέννησή μας. Κι ὅταν ὁ Κύριος κρίνει, θὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ πολλά μας πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, θὰ μᾶς ἀναγεννήσει, θὰ μᾶς ἐξαγιάσει.
Απόστολος:Προς Τιμ. (Α’Δ´9–15)
Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν. Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου. ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν.
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ
1. Ἡ μόνη μας ἐλπίδα
Ἦταν νεαρὸς στὴν ἡλικία ὁ Τιμόθεος καὶ εἶχε ἀναλάβει ἔργο ὑπεύθυνο καὶ ἱερό. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ εἶχε ἀναθέσει τὴ διαποίμανση τῶν χριστιανῶν τῆς Ἐφέσου. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, προκειμένου νὰ τὸν ἐνισχύσει καὶ νὰ τὸν καθοδηγήσει στὸ ἔργο αὐτό, τοῦ στέλνει ἐπιστολή, ὅπου ἀνάμεσα στὰ ἄλλα, γράφει καὶ αὐτὰ ποὺ διαβάζουμε στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή:
Παιδί μου, Τιμόθεε, ὅσα σοῦ γράφω εἶναι λόγοι ἀξιόπιστοι καὶ ἄξιοι νὰ τοὺς παραδεχθεῖς μὲ τὴν καρδιά σου, τοῦ λέει.
Κι ἐμεῖς ὁλόψυχα πιστέψαμε στὸ λόγο τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ὑπομένουμε κόπους καὶ δεχόμαστε ὀνειδισμούς, ἐπειδὴ ἔχουμε στηρίξει τὶς ἐλπίδες μας στὸ ζωντανὸ Θεό: «ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν».
Ὁ Θεὸς στὸν Ὁποῖο πιστεύουμε καὶ ἐλπίζουμε εἶναι ὁ Σωτήρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ὅλους τοὺς ἀγκαλιάζει μὲ τὴν ἀγάπη Του καὶ τοὺς συντηρεῖ μὲ τὴν πρόνοιά Του. Προπαντὸς ὅμως εἶναι Σωτήρας ὅσων πιστεύουν σ’ Αὐτόν, διότι τοὺς σώζει ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο.
Ἀπορεῖ κανεὶς πῶς οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔδειχναν τόσο μεγάλη ὑπομονὴ καὶ καρτερία στὸν κόπο καὶ στὶς δυσκολίες, στὴν κακοπάθεια καὶ τὶς στερήσεις, στοὺς διωγμούς, τὶς φυλακίσεις, τὰ μαρτύρια… Ἀπάντηση στὴν ἀπορία αὐτὴ μᾶς δίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὸς μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ μυστικό τους: «ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι»! Στηρίξαμε τὴν ἐλπίδα μας ὄχι σὲ ψεύτικους θεοὺς ἢ σχήματα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ Σωτήρα μας!
Κι ἐμεῖς, οἱ πιστοὶ Χριστιανοί, δὲν ἀπογοητευόμαστε καὶ δὲν χάνουμε τὴν ἐλπίδα μας. Διότι τὴν ἐλπίδα μας δὲν τὴ στηρίζουμε σὲ ψεύτικα καὶ ἀνίσχυρα στηρίγματα, οὔτε σὲ μιὰ ἀόριστη δύναμη, ἀλλὰ στὸν προσωπικό, παντοδύναμο καὶ φιλάνθρωπο Θεό. Σ’ Αὐτὸν ποὺ δημιούργησε τὸ σύμπαν μὲ τὸν πανσθενουργὸ λόγο Του, σ’ Αὐτὸν ποὺ ἐξουσιάζει ὅλη τὴν κτίση, στὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Πατέρα μας, ὁ Ὁποῖος στοργικὰ μᾶς παρακολουθεῖ μὲ τὸ ἄγρυπνο βλέμμα Του, στὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου, στὸ Σωτήρα καὶ Λυτρωτή μας!
Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη λύση γιὰ νὰ ἀντέχουμε στὶς δυσκολίες καὶ νὰ μὴν ἀπογοητευόμαστε. Νὰ στηρίξουμε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὸν παντοδύναμο Κύριο. Ἀλλὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ καλλιεργοῦμε αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα, γιὰ νὰ μὴν ἐξασθενεῖ. Αὐτὸ ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια.
2. Ἀναλογιζόμενοι τὴ μεγάλη κλήση
Γράφει στὸν Τιμόθεο: Μέχρι νὰ ἔλθω, «πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ». Νὰ ἐπιδίδεσαι μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, στὴν παρηγοριὰ καὶ νουθεσία τῶν ἀνθρώπων ποὺ θλίβονται καὶ κλονίζονται, στὴ διδασκαλία ὅλων τῶν πιστῶν.
Μὴν παραμελεῖς τὸ θεῖο χάρισμα ποὺ ἔχεις μέσα σου καὶ σοῦ δόθηκε μὲ τὴ χειροτονία, μετὰ τὴν ἐκλογή σου ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας.
«Ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν». Σοῦ συνιστῶ νὰ μελετᾶς αὐτὰ ποὺ σοῦ γράφω. Ὁλόκληρη ἡ σκέψη σου καὶ ἡ ὕπαρξή σου νὰ εἶναι μέσα σ’ αὐτά, γιὰ νὰ γίνεται φανερὴ σὲ ὅλους ἡ πρόοδός σου καὶ νὰ δίνεις σ’ ὅλους τὸ καλὸ παράδειγμα.
Τί ἀκριβῶς ζητᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπὸ τὸν μαθητή του μὲ τὴν τελευταία αὐτὴ προτροπή· «ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι…»; Τοῦ ζητᾶ νὰ συλλογίζεται τὴ μεγάλη παρακαταθήκη ποὺ ἔχει λάβει. Τὶς μοναδικὲς ἀλήθειες ποὺ κηρύττει. Τὴν ἁγία ζωὴ στὴν ὁποία ὀφείλει νὰ καθοδηγεῖ τὸ ποίμνιό του. Νὰ συναισθάνεται τὴν τιμὴ ἀλλὰ καὶ τὴν εὐθύνη τῆς ἱερῆς διακονίας ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία. Κι ὅλη του ἡ ζωὴ καὶ ἡ ὕπαρξη νὰ νοηματοδοτεῖται ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ κλήση καὶ ἀποστολή.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάποτε χανόμαστε ἴσως μέσα στὴν τύρβη τῆς καθημερινότητας ἢ στενοχωρούμαστε ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ τὰ ἀνθρώπινα ποὺ συμβαίνουν γύρω μας, καὶ ἀφήνουμε τὴ ζωή μας νὰ κυλᾶ μέσα στὴ μιζέρια καὶ τὴν γκρίνια. Ὡστόσο ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς καλεῖ νὰ στρέψουμε τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας στὴ μεγάλη τιμὴ ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια, τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, καὶ νὰ μᾶς χαρίσει τὴ δυνατότητα σὲ νέα ζωὴ ποὺ ἐκτείνεται στὴν αἰωνιότητα. Γιὰ τὸν πιστὸ χριστιανὸ ἡ ζωὴ εἶναι ὡραία, ὄχι ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ πρόσκαιρες χαρὲς καὶ ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ὅταν βιώνεται ὡς κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ. Αὐτὴ τὴν κοινωνία ζοῦμε ἀπὸ τώρα μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ παράλληλα προσδοκοῦμε τὴν τελειότερη ἕνωση μὲ τὸν Κύριο στὴ Βασιλεία Του.
Ἂς ἐμβαθύνουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς στὴν κλήση ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, γιὰ νὰ γίνουμε χριστιανοί, ἀγαπημένα παιδιά Του καὶ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Ἂς μελετοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς λόγους τῶν ἁγίων Πατέρων ὄχι ἀποσπασματικὰ καὶ ἐπιφανειακά, ἀλλὰ μὲ τὴ διάθεση ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή μας νὰ φωτίζεται καὶ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ τὰ θεῖα λόγια. Ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς δίνει τὴ χάρη Του γιὰ νὰ διατηροῦμε στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας τὰ θεῖα λόγια ποὺ μελετοῦμε, καὶ τότε ὅλη ἡ ὕπαρξή μας θὰ ἁγιάζεται, καὶ ἡ ζωή μας θὰ ἀσκεῖ εὐεργετικὴ ἐπίδραση στὸ περιβάλλον μας.