Μητροπ. Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ιερεμία
1. Στο προηγούμενο κήρυγμα, αδελφοί χριστιανοί, σας μίλησα για την γνώση
τοῦ Θεοῦ καί σᾶς εἶπα ὅτι δέν μποροῦμε ἐμεῖς οἱ πεπερασμένοι ἄνθρωποι νά γνωρίσουμε τόν Θεό. Ὅμως, σᾶς εἶπα, δέν ἔχουμε καί πλήρη ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεός μᾶς ἀπεκάλυψε τόν Ἑαυτό Του καί μέ τήν «φυσική», ἀλλά κυρίως μέ τήν «ὑπερφυσική» ἀποκάλυψή Του. «Φυσική» ἀποκάλυψη εἶναι τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ στήν φύση, στήν δημιουργία Του. Καί βλέποντας καί ἐμβαθύνοντας τά θαυμάσια τῆς δημιουργίας, θαυμάζουμε τόν Δημιουργό της Θεό καί λέγουμε: «Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα Σου, Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» (Ψαλμ. 104,24).[1] Περισσότερο ὅμως ὁ Θεός ἀπεκάλυψε τόν Ἑαυτό Του μέ τήν «ὑπερφυσική» Του ἀποκάλυψη, τήν ὁποία ἔκανε ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί εἶναι γραμμένη στήν Καινή Διαθήκη.
Ἡ ἀποκάλυψη αὐτή εἶναι τέλεια καί δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει πιό τέλεια ἀπό αὐτήν. Γιά νά κατανοήσουμε ὅμως τήν τέλεια αὐτή ἀποκάλυψη, πρέπει νά γίνουμε καί ἐμεῖς «τέλειοι». Γι᾽ αὐτό μόνον οἱ ἅγιοι ἐννοοῦν καλῶς τά λόγια τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Γιατί τά λόγια αὐτά εἶναι θεόπνευστα λόγια καί πρέπει κανείς νά ἔχει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά νά τά ἐννοήσει. Καί τήν Χάρη αὐτή τήν ἔχουν οἱ καθαροί στήν καρδιά καί αὐτοί εἶναι οἱ ἅγιοι.
2. Ἀλλά γιά νά σᾶς πῶ, χριστιανοί μου, τήν πλήρη ἀλήθεια, ἐδῶ στήν γῆ πού ζοῦμε, δέν μπορεῖ νά ἔχουμε τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ γιά «ἐπίγεια» καί «ἐπουράνια» γνώση τοῦ Θεοῦ. Καί γιά τήν «ἐπίγεια» γνώση λέγει ὅτι εἶναι «ἐκ μέρους» καί «δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» (Α´ Κορ. 13,9.12). Τό «ἐκ μέρους» σημαίνει ὅτι ἕνα μόνο μέρος ἀπό τήν γνώση τοῦ Θεοῦ κατέχουμε. Καί τό «δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» σημαίνει ὅτι γνωρίζουμε τόν Θεό σάν ἀπό μεταλλικό καθρέπτη. Τόν γνωρίζουμε θαμπά καί μέ τόση ἀτέλεια, ὥστε νά μᾶς μένουν πολλά αἰνίγματα πού δέν μποροῦμε νά τά ἐξηγήσουμε. Ἔτσι ἑρμηνεύεται τό «δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σχετικά μέ τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, πού ἔχουμε ἐδῶ στήν γῆ οἱ ἄνθρωποι. Στόν οὐρανό ὅμως οἱ ἅγιοι θά ἔχουν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Ὅπως τό λέγει ὁ Ἀπόστολος, θά γνωρίσουν τόν Θεό «πρόσωπον πρός πρόσωπον» (Α´ Κορ. 13,12)! Ἤ, ὅπως τό λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, «ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτόν καθώς ἐστιν» (Α´ Ἰωάν. 3,2)!
3. Ἔτσι, γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ ἐδῶ κάτω στήν γῆ, καί αὐτοί οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀναγκάζονται νά χρησιμοποιήσουν τήν «ἀποφατική» θεολογία, ὅταν ὁμιλοῦν γιά τόν Θεό. Τί σημαίνει αὐτό; Ἀκοῦστε, ἀδελφοί, νά σᾶς τό ἐξηγήσω: Ὅταν προσευχόμαστε στόν Θεό λέμε πολλά καί διάφορα ἐπίθετα γιά νά ἐκφράσουμε πόσο καλός καί πόσο μέγας εἶναι. Λέμε, δηλαδή, «Θεέ μου εἶσαι ἅγιος, εἶσαι πάνσοφος, εἶσαι παντοδύναμος, εἶσαι δίκαιος, εἶσαι πανταχοῦ παρών, εἶσαι... εἶσαι». Μιλώντας στόν Θεό μέ αὐτό τόν τρόπο, προσπαθώντας, δηλαδή, μέ διάφορα λόγια νά ἐκφράσουμε τό τί εἶναι ὁ Θεός, αὐτό λέγεται «καταφατική» θεολογία. Ἐκεῖ ὅμως πού μέ τήν «καταφατική» θεολογία λέμε καί ὅλο λέμε ἐπίθετα καί λόγους γιά νά ἐκφράσουμε τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, καί παρόλα αὐτά νοιώθουμε ὅτι δέν τό πετυχαίνουμε, κάπου σταματᾶμε, γιατί δέν ἔχουμε τί νά ποῦμε περισσότερο καί λέμε: «Θεέ μου εἶσαι, εἶσαι..., δέν μπορῶ νά πῶ πόσο μεγάλος καί ἅγιος εἶσαι, εἶσαι το πᾶν», καί σταματᾶμε!... Αὐτός δέ ὁ λόγος πού εἴπαμε, ὅτι «δέν μποροῦμε νά ποῦμε πόσο ἅγιος εἶναι ὁ Θεός» καί ἡ σιωπή μας πιά στόν λόγο μας γιά τόν Θεό, αὐτό λέγεται «ἀποφατική» θεολογία! Καί ὅπως μέ τήν «καταφατική» θεολογία δοξάζουμε τόν Θεό, τό ἴδιο καί μέ τήν «ἀποφατική» θεολογία, μέ τό νά λέμε ὅτι «δέν μπορῶ», «ἀδυνατῶ» νά μιλήσω γιά τόν ἅγιο καί ὑπερτέλειο Θεό, καί μέ τόν τρόπο αὐτό, λέγω, δοξάζουμε τό ἴδιο καί ἀκόμα περισσότερο τόν Θεό. Μέ τόν ἀρνητικό αὐτό τρόπο δοξάζουμε περισσότερο τόν Θεό ἀπό ὅσο τόν δοξάζουμε μέ τήν «καταφατική» θεολογία.
4. Ἀπό τά παραπάνω πού σᾶς εἶπα σχετικά μέ τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί μου χριστιανοί, καί σ᾽ αὐτό καί στό προηγούμενο κήρυγμά μου, φαίνεται μιά ἀντιφατική ὁδός γιά τήν θεογνωσία, γιά τήν γνώση, δηλαδή, τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν μιά μεριά ὁ Θεός μᾶς παρουσιάζεται ὡς καταληπτός, ὅτι, δηλαδή, τόν γνωρίζουμε καί τόν καταλαβαίνουμε («καταφατική» θεολογία) καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά μᾶς παρουσιάζεται ὡς ἀκατάληπτος καί ἄγνωστος («ἀποφατική» θεολογία). Ἔτσι εἶναι! Ὁ Θεός εἶναι καί γνωστός καί ἄγνωστος, καί κρυμμένος καί ἀποκαλυμμένος, καί ἀνώνυμος καί πολυώνυμος. Αὐτή εἶναι ἡ «διπλόη» τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία σᾶς ἔλεγα στό προηγούμενο κήρυγμά μου. Ἀλλά, αὐτή προέρχεται ἀπό ἕνα ἄλλο μεγάλο καί σοβαρό δόγμα τῆς πίστης μας, γιά τό ὁποῖο θά σᾶς μιλήσω στό ἑπόμενο κήρυγμα.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
1. Βλ. τό ὑπέροχο ἔργο τοῦ Κ. Καλλινίκου, «Ὁ Θεός ἐν τοῖς ἔργοις αὐτοῦ».