Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

Ετεροδοξία: Η "ωραιοποιημένη" αίρεση

Αποτέλεσμα εικόνας για ιερα μητροπολισ πειραιωσ
IΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 10η Ιουλίου 2017
"Υπάρχει «πολύ αίρεση» και «ολίγη αίρεση»; "

ΕΤΕΡΟΔΟΞΙΑ: Η «ΩΡΑΙΟΠΟΙΗΜΕΝΗ» ΑΙΡΕΣΗ!
Πριν από λίγες ημέρες δημοσίευσε ο Θεοφ. Επίσκοπος Αβύδου και καθηγητής κ. Κύριλλος (Κατερέλλος) μακροσκελή εργασία με τίτλο: «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης: Νέα Εκκλησιολογία ή Πιστότητα στην Παράδοση;». Με αυτή προσπαθεί να παρουσιάσει την «Σύνοδο» της Κρήτης ως «ορθόδοξη» και να αποστομώσει τα πολυπληθή πανταχόθεν δημοσιεύματα τα οποία έχουν καταδείξει και αποδείξει περίτρανα τις κραυγαλέες αδυναμίες της, και κύρια το οικουμενιστικό πνεύμα,  με το οποίο είναι διαποτισμένες οι αποφάσεις της. Ο Θεοφιλέστατος δεν έκαμε τίποτε άλλο στο 105 σελίδων άρθρο του από το να προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει «ορθοδόξως» τις αποφάσεις της «Συνόδου» κι’ αυτό, διότι όπως επισήμανε σε ημερίδα που είχε διοργανώσει η Ιερά Μητρόπολή μας, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, αυτές είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένες ώστε να μπορούν να ερμηνευτούν κατά το δοκούν, από κάποιον ορθόδοξο ως ορθόδοξες και από κάποιον αιρετικό, σύμφωνα με τα δικά του φρονήματα. 

Δε μπορούμε να γνωρίζουμε αν υπήρξε σκοπιμότητα, ώστε το μακροσκελές άρθρο του, να μη μπορεί να απαντηθεί εύκολα. Και όντως είναι αδύνατο να ανασκευαστεί η πληθώρα των θεμάτων που έβαλε σε αυτό. Το Γραφείο μας ασχολήθηκε και παλιότερα με άρθρο του Θεοφιλεστάτου, στο οποίο κατέγνωσε απόκλιση από το πνεύμα και το γράμμα της ορθόδοξης πίστη μας. Όμως με το τωρινό άρθρο του θεωρούμε ότι, στην προσπάθειά του να «ορθοδοξοποιήσει» τη «Σύνοδο» της Κρήτης, πέφτει σε σοβαρά λάθη και αντιφάσεις. Ξεχωρίσαμε την παράγραφο, με την οποία επιχειρεί να διαστείλει την έννοια της αίρεσης από την έννοια της ετεροδοξίας. Γράφει: «Βασικὴ μομφὴ κατὰ τοῦ κειμένου ἀποτελεῖ ἡ ἐπισήμανση, ὅτι σ᾽ αὐτὸ δὲν καταγγέλλονται οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ ἐξ αὐτῶν ἐκ τῶν ὑστέρων ἀποσχισθέντες ὡς αἱρετικοί. Εἶναι ὅμως γνωστὸ τὸ ἀνυπέρβλητο κριτήριο ποὺ θέτει ὁ στ´ κανόνας  τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου γιὰ τὸ χαρακτηρισμὸ κάποιου ὡς αἱρετικοῦ: «Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν τούς τε πάλαι τῆς ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾽ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας … Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς κάποιου ὡς αἱρετικοῦ προϋποθέτει τὴν ἐπίσημη καταδίκη του ἀπὸ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Στὴν περίπτωση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, παρὰ τὴν καταδίκη ἐπὶ μέρους δοξασιῶν τους ἀπὸ τοπικὲς Συνόδους, δὲν ὑπάρχει μιὰ τέτοια γενικὴ ἐπίσημη καταδίκη». Αλλά στη συνέχεια ο ίδιος παραθέτει μια σειρά από Συνόδους και γνώμες Πατέρων, μετά την απόσχιση του παπισμού (1054), οι οποίες καταδεικνύουν τον παπισμό ως καταφανή αίρεση. Και συνεχίζει: «Ἐνῶ λοιπὸν ἐκ τῶν ἀνωτέρω εἶναι σαφές, ὅτι μέχρι τὸ 19ο αἰῶνα οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ χαρακτηρίζονται ἀπὸ a priori περιορισμένης ἐμβέλειας καὶ κύρους τοπικὲς συνόδους ἢ συμβολικὰ κείμενα ὡς αἵρεση».  Αυτά όμως μέχρι  «τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ ἔτους 1920 ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου». Ομολογεί ο Θεοφιλέστατος πως η διαβόητη εγκύκλιος του 1920 διέγραψε μια ομόφωνη παράδοση εννέα αιώνων και εισήγαγε μια νέα πρωτόγνωρη για την Εκκλησία, εκκλησιολογία, αποδίδοντας εκκλησιαστική υπόσταση σε όλους τις αιρετικές κοινότητες! Αλλά αυτό δεν έκανε και η «Σύνοδος» της Κρήτης; 

Προκύπτει όμως και κάτι άλλο από το συλλογισμό του Θεοφιλεστάτου. Εφόσον μόνον Οικουμενική Σύνοδος μπορεί να καταγνώσει αίρεση, κάτι που δεν είναι σωστό, αφού μια πλειάδα τοπικών Συνόδων κατέγνωσαν αιρέσεις, τότε η «Σύνοδος» της Κρήτης, αποφάνθηκε έμμεσα ότι ο παπισμός, όπως και οι άλλες σύγχρονες αιρέσεις, δεν είναι αιρέσεις και μάλιστα τις χαρακτήρισε ως «εκκλησίες»! Με άλλα λόγια, η «Σύνοδος» της Κρήτης, όχι μόνον δεν κατέγνωσε τις μετά την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο αιρέσεις και κύρια τις σημερινές υφιστάμενες, αλλά τις αποχαρακτήρισε ως αιρέσεις και τις έντυσε με τον ανώδυνο χαρακτηρισμό ετερόδοξες! 
Αποτέλεσμα εικόνας για Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς
Ακολούθως κάνει λόγο για «ὑπάρχουσες δογματικὲς διαφορές» με την παπική «εκκλησία». Όμως οι δογματικές διαφορές δεν συνιστούν την έννοια της αίρεσης, σύμφωνα με την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας; Ασφαλώς ναί! Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μας δίδαξε πως: «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ» (Ματθ.5,18). Από την εκπεφρασμένη, εν Αγίω Πνεύματι διδασκαλία της Εκκλησίας μας, δε μπορούμε να αφαιρέσουμε η να προσθέσουμε ούτε το παραμικρό, διότι αυτή είναι απόλυτα θεμελιωμένη στον ευαγγελικό λόγο. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας κάθε απόκλιση από την εκπεφρασμένη διδασκαλία της, η οποία έχει σωστικό χαρακτήρα και ρόλο, χαρακτηρίζεται ως αίρεση, δηλαδή προτίμηση μια άλλης, μη σώζουσας διδασκαλίας. Οι κραυγαλέες δογματικές διαφορές μας με τον παπισμό, αλλά και τις άλλες χριστιανικές κοινότητες, ενέχουν σαφέστατα το στοιχείο της αίρεσης και όχι της «διαφορετικής προσέγγισης της αλήθειας» ή την «ανάπτυξη της θεολογίας»,  που πρεσβεύει ο σύγχρονος οικουμενισμός. Μέσα στις πολλές αντιφάσεις του ο Θεοφιλέστατος ομολογεί: «ἡ χρήση τοῦ ὅρου ἑτερόδοξος ἀντὶ τοῦ αἱρετικὸς δὲν σημαίνει τὴν ἄρση ἢ τὴν παραθεώρηση τῶν δογματικῶν διαφορῶν. Αὐτὴ ἡ διαπίστωση εἶναι σημαντικὴ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀγνοεῖται»

Αλλά γιατί αντικαταστάθηκε ο όρος αίρεση με τον όρο ετεροδοξία; Μας το λέει ο Θεοφιλέστατος: «Ἐνῶ λοιπὸν στὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία οἱ ὅροι ἑτερόδοξος καὶ αἱρετικὸς ὑποδηλώνουν τὴ διαφοροποίηση στὴ πίστη καὶ ἐναλλάσσονται χωρὶς διαφορά, σήμερα ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πρὸς τοὺς ἐκτὸς αὐτῆς, μὲ τοὺς ὁποίους εὑρίσκεται σὲ διάλογο, μέσα σὲ ἕνα περιβάλλον καὶ κλίμα καταλλαγῆς καὶ ἀγάπης, ἔχοντας συνείδηση ὄχι μόνο τῶν διαφορῶν, ἀλλὰ καὶ τῆς κοινῆς πίστεως σὲ θεμελιώδη θέματα ποὺ μᾶς συνδέει, ἀλλὰ καὶ προσδοκώντας στὴν κοινωνία στὴ Θεία Εὐχαριστία μὲ τὴν ὑπέρβαση τῶν διαφορῶν, χρησιμοποιεῖ τὸν προσδιορισμὸ ἑτερόδοξος ὡς περισσότερο κατάλληλο, γιὰ νὰ ἀποδώσει τὴ στάση της, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο ποὺ θεωρεῖ τὴ σχέση της μὲ συγκεκριμένες χριστιανικὲς ὁμολογίες, στὶς ὁποῖες διαβλέπει καὶ διαπιστώνει τὴν προΰπαρξη θεμελιωδῶν προϋποθέσεων προσέγγισης». Μας λέει ξεκάθαρα ότι η Εκκλησία «παίζει» με τις λέξεις για να κάνει «πολιτική»! Εν προκειμένω, ενώ πιστεύει ότι οι εκτός της Εκκλησίας χριστιανικές κοινότητες είναι αιρέσεις, εν τούτοις τις κοροϊδεύει στην κυριολεξία, «απαλύνοντας» τον «βαρύ» χαρακτηρισμό της αίρεσης με τον «ελαφρύ» όρο ετεροδοξία! Αλλά πότε στο δισχιλιόχρονο παρελθόν η Εκκλησία «έπαιξε» με τέτοια θεμελιώδη ζητήματα; Αλλά και πως «διαβλέπει καὶ διαπιστώνει τὴν προΰπαρξη θεμελιωδῶν προϋποθέσεων προσέγγισης» με τους αιρετικούς; Βρισκόμαστε σε «ανόσια παίγνια διαλόγων» (Σεβ. Αυστραλίας), με αυτούς εδώ και μισό αιώνα, ποια είναι τα αποτελέσματα; Μετακινήθηκαν προς την Ορθοδοξία έστω και ελάχιστα; Κατηγορηματικά όχι! Αντίθετα η «πολιτική» αυτή το μόνο που κάνει είναι να βλάπτει την Εκκλησία, να αμβλύνει την πίστη των Ορθοδόξων και να απενοχοποιεί τις αιρέσεις! Δεν καταλαβαίνουν ότι ο καθησυχασμός των αιρετικών στην αίρεση είναι η χειρότερη και πιο ολέθρια για εκείνους υπηρεσία μας, διότι τους επαναπαύουμε στην  πλάνη τους και τους οδηγούμε στην απώλεια;  

Γράφει ο Θεοφιλέστατος: «Ἐνῶ ὁ γενικῶς χρησιμοποιούμενος ὅρος αἱρετικὸς σηματοδοτεῖ ἐννοιολογικὰ τὴν ἔκπτωση, τὴν ἀποκοπὴ καὶ τὴν ἄρνηση ἀπὸ τὴν καθολικότητα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐμπειρίας τῆς ἀληθείας καὶ ἐξ αἰτίας αὐτοῦ εἶναι ὅρος γενικὸς ἱστορικὰ ἀρνητικὰ φορτισμένος, χρησιμοποιούμενος ἀδιάκριτα γιὰ ὅλους τοὺς ἀποκοπέντας καὶ ἐκτὸς τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας εὑρισκομένους, ὁ ὅρος ἑτερόδοξος, ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν διαφοροποιεῖ τὸν Ὀρθόδοξο ἀπὸ τὸν «ἄλλως δοκοῦντα» ὡς πρὸς τὴν πίστη». Δηλαδή ο διαφορετικά δοκών δεν είναι αιρετικός; Υπάρχει «πολύ αίρεση» και «ολίγη αίρεση»; Λυπούμαστε, αλλά αυτά είναι πράγματα πρωτάκουστα από επίσημα εκκλησιαστικά χείλη, και μάλιστα Επισκόπου! 

Συνεχίζει ο Θεοφιλέστατος: «Οἱ σύγχρονοι ἑτερόδοξοι εἶναι χριστιανοὶ ἑτέρας δόξης καὶ δὲν ἐξομοιώνονται μὲ ἀρχαίους αἱρετικούς, γιατὶ ἀποδέχονται τὴ θεότητα τῶν τριαδικῶν προσώπων καὶ τὴν πληρότητα καὶ τελειότητα τῆς θεότητας καὶ τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ». Ποιος το λέει αυτό; Ο Σεβ. Βολοκολάμσκ Ιλαρίων, κατά τον Θεοφιλέστατο! Αλλά οι σύγχρονοι Μονοφυσίτες και Νεστοριανοί δεν προσβάλλουν την θεανθρωπότητα του Χριστού και η «Σύνοδος» της Κρήτης τους αναγνώρισε ως «εκκλησίες»; Οι Παπικοί και οι προτεστάντες δεν προσβάλουν το τριαδολογικό δόγμα με την προσθήκη του φιλιόκβε και με την αίρεση περί κτιστής χάριτος;  Οι δεύτεροι δεν εμπίπτουν εις την κατάγνωση των Αγίων Γ΄ και Ζ΄ Οικουμενικών Συνόδων, αρνούμενοι το αειπάρθενο της Θεοτόκου, τις Άγιες Εικόνες και το μυστήριο της Εκκλησίας; Γιατί αναγνωρίστηκαν ως «εκκλησίες»;  

Αποτέλεσμα εικόνας για ιερα μητροπολισ πειραιωσΑλλά ο Θεοφιλέστατος επικαλείται την «αυθεντία» του «αγίου» Βολοκολάμσκ και στο θέμα της «αποκλειστικότητας της σωτηρίας στην Εκκλησία», σύμφωνα με αυτόν: «Ὁ Μητροπολίτης Ἱλαρίων δὲν ἀποδέχεται τὴν ἀποκλειστικότητα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴ σωτηρία … Ὁ Μητροπολίτης Ἱλαρίων καταλήγει: Ἡ ἀφοσίωση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ μιὰ ἄμετρη θριαμβολογία, ὥστε οἱ ὑπόλοιπες χριστιανικὲς Ἐκκλησίες νὰ θεωροῦνται καρπὸς τῆς ἀνθρώπινης πονηρίας ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια τὸ 99% τοῦ ἀνθρωπίνου πληθυσμοῦ»! Και τώρα τι πρέπει να κάνουμε, να διαγράψουμε τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας και να ακολουθήσουμε τον Ιλαρίωνα; Να διαστρέψουμε το λόγο Χριστού: «είπεν αυτοίς ο Ιησούς, αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε το Σώμα του Υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το Αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Ο τρώγων μου το Σώμα και πίνων μου το Αίμα έχει ζωήν αιώνιον και εγώ αναστήσω εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιωάν.6,54). Έτσι το ερώτημα που τίθεται είναι: υπάρχει Σώμα και Αίμα Χριστού εκτός της Εκκλησίας, για να συντελεσθεί  σωτηρία; Ως προς το τι θα κάμει ο Θεός για το 99% του εκτός της Εκκλησίας ανθρωπίνου πληθυσμού είναι υπόθεση δική Του και όχι δική μας σχολαστική ενασχόληση!  Θεωρούμε ότι είναι ανάξιο λόγου να σχολιάσουμε τη βλάσφημη αυτή θέση του «αγίου» Βολοκολάμσκ, την οποία δυστυχώς φέρεται να υιοθετεί ο Θεοφιλέστατος, ο οποίος γράφει:  «Τὸ νὰ χαρακτηρίσουμε ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς ἐκτὸς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σύγχρονες χριστιανικὲς κοινότητες ὡς αἱρέσεις, ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι σὲ καμιὰ ἀπὸ αὐτὲς δὲν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα σωτηρίας τῶν μελῶν της, αὐτὸ θὰ ἀντέβαινε στὴν πατερικὴ διδασκαλία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία σὲ καμιὰ ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικές της Συνόδους δὲν υἱοθέτησε τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀποκλειστικότητα»! Διερωτόμαστε, κατά πόσον η «Σύνοδος» της Κρήτης», η οποία θεσμοθέτησε αυτού του είδους τις απόψεις, δεν εισήγαγε νέα εκκλησιολογία; Τότε κακώς ενανθρώπησε ο Θεός Λόγος, κακώς εμαρτύρησαν οι Θεοφόροι Πατέρες, κακώς συνεκλήθησαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι; 

Περαίνοντας την ανακοίνωσή μας, δεν θέλουμε να επεκταθούμε άλλο στο κείμενο του Θεοφιλεστάτου. Νομίζουμε ότι οι πιστοί αναγνώστες της ανακοίνωσής μας μπορούν να βγάλουν αβίαστα τα δικά τους συμπεράσματα από τα λίγα αυτά στοιχεία που σχολιάσαμε. Το μόνο που έχουμε να προσθέσουμε είναι η άμετρη λύπη μας και η βαθειά ανησυχία μας για όσα δραματικά και πρωτόγνωρα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στο χώρο της Εκκλησίας μας. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να μείνουμε εδραίοι στη γραμμή των αγίων Πατέρων και να κλίνουμε γόνυ στον άγιο εν Τριάδι Θεό, ο Οποίος είναι ο μόνος δυνατός να μας βγάλει από αυτή την τρομακτικών διαστάσεων σύγχυση! Ήρθε δυστυχώς ο καιρός να επαληθευτούν οι αιώνιοι και αδιάψευστοι λόγοι του Κυρίου, πως στους έσχατους των εσχάτων χρόνους θα υπάρξει τιτάνια προσπάθεια του διαβόλου, με τα επί γης όργανά του, ώστε «ει δυνατόν πλανήσαι και τους εκλεκτούς» (Ματθ.24,24)!  
 
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών