Ήταν μια λεπτομέρεια, που πέρασε απαρατήρητη μέσα στον ορυμαγδό των ημερών, πλην όμως παραμένει αποκαλυπτική της τοξικής ατμόσφαιρας που περιβάλλει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις
Στις 13 Σεπτεμβρίου, το αμερικανικό Ναυτικό συμπλήρωσε 241 χρόνια από την ίδρυσή του. Ανάμεσα στα πανηγυρικά μηνύματα που έστειλε μέσω Twitter ήταν και ένα αφιερωμένο στη Ναυμαχία της Τρίπολης, του 1804, όταν οι Αμερικανοί κατατρόπωσαν τις δυνάμεις της οθωμανικής Τριπολίτιδας. Στον πίνακα που συνόδευε το μήνυμα, διακρινόταν καθαρά η κόκκινη σημαία με την ημισέληνο και το αστέρι, παρόμοια με τη σημαία της σύγχρονης Τουρκίας.
Μέσα σε λίγες ώρες, γινόταν πανζουρλισμός στην Τουρκία. Το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu καυτηρίαζε το «σκανδαλώδες tweet του αμερικανικού Ναυτικού». Επιφανείς προσωπικότητες –ισλαμιστές, κεμαλικοί και αριστεροί, σε σπάνια σύμπνοια– ερμήνευαν το μήνυμα ως προειδοποίηση των ΗΠΑ στην Τουρκία ότι, αν εισβάλει στη Μοσούλη, στο Βόρειο Ιράκ, οι δυνάμεις της θα έχουν την τύχη των καραβιών του πασά της Τρίπολης. Το θέμα πήρε τέτοιες διαστάσεις, που το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών αισθάνθηκε την ανάγκη να πραγματοποιήσει διάβημα. Τελικά, το αμερικανικό Ναυτικό απέσυρε το επίμαχο tweet.
Καταλυτικό ρόλο στην ενίσχυση της καχυποψίας μεταξύ Αγκυρας και Ουάσιγκτον διαδραματίζει η εν εξελίξει εκστρατεία του ιρακινού στρατού, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, για την απελευθέρωση της Μοσούλης από το Ισλαμικό Κράτος (Ι.Κ.). Ο Ταγίπ Ερντογάν διακήρυξε κατ’ επανάληψη ότι η χώρα του εννοεί να είναι παρούσα «και στο πεδίο της μάχης και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» (μετά την απελευθέρωση της πόλης). Μια τοποθέτηση που τον έφερε σε ρήξη με τη Βαγδάτη, καθώς ο Ιρακινός πρωθυπουργός Χάιντερ Αμπάντι έχει χαρακτηρίσει τις τουρκικές δυνάμεις που στρατοπεδεύουν στην Μπασίκα, βορειοανατολικά της Μοσούλης, «στρατό κατοχής», αξιώνοντας την άμεση αποχώρησή τους. Οι Αμερικανοί άδειασαν τον Ερντογάν, δηλώνοντας ότι ο Αμπάντι είναι εκείνος που έχει τον τελευταίο λόγο για το ποιος θα συμμετάσχει και ποιος όχι σε μια εκστρατεία που διεξάγεται στη χώρα του.
Γιατί όμως η Μοσούλη έχει τόση σημασία για τον Ερντογάν; Η μεγάλη πολυφυλετική πόλη, με τον σημαντικό πληθυσμό Τουρκμενίων και τα πλούσια πετρελαϊκά αποθέματα, κατέχει, όπως και το γειτονικό Κιρκούκ, κεντρική θέση στο φαντασιακό των Τούρκων. Το «εθνικό συμβόλαιο» που διατύπωσε ο Κεμάλ Ατατούρκ το 1920 θεωρούσε τη Μοσούλη και το Κιρκούκ αναπόσπαστο τμήμα της Τουρκίας, αλλά οι Βρετανοί είχαν άλλη γνώμη. Οταν ο Ερντογάν έλεγε πρόσφατα ότι η Λωζάννη ήταν ήττα και όχι νίκη της Τουρκίας, εννοούσε την «απώλεια» όχι μόνο των νησιών του Αιγαίου, αλλά και της Μοσούλης, διαμηνύοντας ότι δεν θα αφήσει να συμβεί το ίδιο για δεύτερη φορά.
Στρατηγική σημασία
Πέραν του συμβολικού βάρους της, η Μοσούλη έχει καίρια στρατηγική σημασία για την Αγκυρα. Η τουρκική στρατιωτική παρουσία προειδοποιεί το γειτονικό ιρακινό Κουρδιστάν να περιοριστεί στα όριά του και να αποσύρει τις ένοπλες δυνάμεις του από το Κιρκούκ, το οποίο κατέλαβε εκδιώκοντας το Ι.Κ. Με την παράλληλη εισβολή σε Συρία και Ιράκ, η Τουρκία βάζει σφήνες στους Κούρδους, εμποδίζοντας τη δημιουργία μιας μεγάλης, ντε φάκτο αυτόνομης, κουρδικής περιοχής, από την οποία θα μπορούν αύριο να περνούν τα πετρέλαια της Μοσούλης και του Κιρκούκ προς τη Μεσόγειο, παρακάμπτοντας την Τουρκία.
Το διακύβευμα είναι πραγματικά τεράστιο. Πολύ περισσότερο που, καθώς το Ι.Κ. φαίνεται να πνέει τα λοίσθια, η Μέση Ανατολή βρίσκεται στον προθάλαμο γεωπολιτικών ανατροπών, μιας νέας μοιρασιάς ζωνών επιρροής ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις (Αμερικανούς, Ρώσους, Ευρωπαίους) και τους περιφερειακούς παίκτες, όπως η Τουρκία, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία. Μιας μοιρασιάς που είναι πιθανό να επισφραγιστεί με τη μετατροπή τόσο του Ιράκ όσο και της Συρίας σε αδύναμα ομοσπονδιακά κράτη, τα συστατικά μέρη των οποίων θα αναζητούν προστασία στον ένα ή τον άλλο ισχυρό ανταγωνιστή.
Σε αυτό το μεγάλο παιχνίδι, ο Ερντογάν εμφανίζεται αποφασισμένος να παίξει όλα τα χαρτιά του. Σε πρώτη φάση, φρόντισε να καλύψει τα νώτα του έναντι της Ρωσίας. Ουσιαστικά αφήνει τους Ρώσους και τον Ασαντ να κάνουν ό,τι θέλουν στο Χαλέπι, «πουλώντας» τις σουνιτικές, αντικαθεστωτικές δυνάμεις που μέχρι χθες υποστήριζε. Τις προάλλες, μάλιστα, συμφώνησε δημόσια με τον Βλαντιμίρ Πούτιν ότι πρέπει να φύγουν άμεσα οι τζιχαντιστές της Αλ Νούσρα από την πόλη, δηλαδή η πιο αξιόμαχη δύναμη απέναντι στον κυβερνητικό στρατό. Το αντάλλαγμα ήταν η ανοχή της Ρωσίας στην τουρκική εισβολή στη Βόρεια Συρία, που αποτέλεσε σοβαρότατο πλήγμα στις κουρδικές φιλοδοξίες για αυτονομία της «Ροτζάβα», του συριακού Κουρδιστάν.
Παράλληλα η Τουρκία, με την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας, επιδιώκει να νομιμοποιήσει τη στρατιωτική της εμπλοκή στο Ιράκ ως ο φυσικός προστάτης όχι μόνο των «αδελφών» Τουρκμενίων, αλλά και ολόκληρης της σουνιτικής μειονότητας. Μιας μειονότητας που είχε προνομιακό ρόλο επί Σαντάμ Χουσεΐν, σήκωσε το κύριο βάρος της αντίστασης στην αμερικανική εισβολή του 2003, υπέστη όντως διώξεις από την κυβέρνηση του σιίτη πρώην πρωθυπουργού Μαλικί, ανέχθηκε, αν δεν υποστήριξε κιόλας, τους σουνίτες εξτρεμιστές του Ι.Κ. και κινδυνεύει να υποστεί νέες διώξεις μετά την αναμενόμενη απελευθέρωσης της Μοσούλης από τις δυνάμεις του σιίτη Αμπάντι. Ηδη, οι Τούρκοι έχουν εκπαιδεύσει στην Μπασίκα ένοπλη δύναμη 3.000 σουνιτών, στην οποία θα ήθελαν να αναθέσουν την αστυνόμευση της Μοσούλης, υπό τις διαταγές του πρώην κυβερνήτη της Αθίλ Νουτζάιφι.
Προειδοποίηση
Ωστόσο, όπως αποκάλυψε ο διευθυντής της Hurriyet Daily News Μουράτ Γετκίν, οι Αμερικανοί έχουν προειδοποιήσει τον Ερντογάν ότι δεν θα ανεχθούν να ξεμυτίσουν τουρκικά στρατεύματα ούτε ένα μέτρο έξω από την Μπασίκα. Μόνον ο στρατός και η αστυνομία του Αμπάντι θα μπουν στη Μοσούλη, βάσει του αμερικανικού σχεδίου, ενώ τη διοίκηση της Μοσούλης θα αναλάβει ο σημερινός κυβερνήτης της επαρχίας Νινευή Ναουφάλ Αγκούμπ. Ακόμη και το χαρτί των Τουρκμενίων κινδυνεύει να γίνει μπούμερανγκ για τον Ερντογάν, καθώς η εν λόγω μειονότητα είναι διχασμένη, με την ισχυρή, σιιτική μερίδα της να αναζητεί προστασία στο Ιράν και να βλέπει με εχθρότητα την Αγκυρα. Αρκετοί φοβούνται μάλιστα ότι η γειτονική στη Μοσούλη πόλη Ταλ Αφαρ, που κατοικείται κυρίως από Τουρκμένιους, μπορεί να γίνει πεδίο σύγκρουσης Τουρκίας – Ιράν, μια τοπική μικρογραφία του ολέθριου πολέμου σουνιτών – σιιτών στην Υεμένη.
Τα πολλαπλά εμπόδια στα οποία προσκρούει ο νεοοθωμανικός μεγαλοϊδεατισμός επιτείνουν τη νευρικότητα της Αγκυρας. Από εδώ και οι απανωτές εκρήξεις του Ερντογάν, τη μία με τη Λωζάννη και τα ελληνικά νησιά, την άλλη με τη Θράκη και την Κύπρο. Το μήνυμα μοιάζει να απευθύνεται λιγότερο προς την Αθήνα και περισσότερο προς την Ουάσιγκτον: αν με «ρίξετε» στη Μοσούλη και στη Ροτζάβα, μπορεί να αλλάξω συμπεριφορά στο Αιγαίο. Μια συμπεριφορά που δεν ακτινοβολεί αυτοπεποίθηση ηγεμονικής δύναμης, αλλά ανασφάλεια πολιορκημένου φρουρίου. Ο Τούρκος ηγέτης έχει εμπλακεί σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι στρατιωτικής ισχύος χωρίς κανέναν σταθερό σύμμαχο. Μπορεί οι Ρώσοι, οι Αμερικανοί ή ακόμη και οι Κούρδοι του Ιράκ να κάνουν τακτικές συμφωνίες μαζί του, αλλά ουδείς τον εμπιστεύεται. Δεν αποκλείεται ο Ταγίπ Ερντογάν να διαπιστώσει σύντομα ότι μέτρησε το μπόι του με τη σκιά του σε λάθος ώρα.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ