Ο Θεός από αγαθότητα δημιουργεί εκ του μηδενός τα δημιουργήματά Του και είναι προγνώστης αυτών που θα συμβούν.
Αν βέβαια δεν επρόκειτο να υπάρχουν, ούτε θα επρόκειτο να είναι κακοί και ούτε θα τους γνώριζε εκ των προτέρων. Διότι η γνώση αναφέρεται σ’ αυτά που υπάρχουν και η πρόγνωση αναφέρεται σ’ αυτά που οπωσδήποτε θα συμβούν, προηγείται δηλαδή η ύπαρξη και μετά ακολουθεί η καλή ή κακή ύπαρξη.
Αν όμως – παρ’ όλο που επρόκειτο να δημιουργηθούν χάρη στην αγαθότητα του Θεού – τους εμπόδιζε να δημιουργηθούν, το ότι επρόκειτο να γίνουν κακοί εξ αιτίας της δικής τους προαίρεσης, τότε το κακό θα νικούσε την αγαθότητά του Θεού. [Δηλαδή η αγαθότητα του Θεού που τον ωθεί στην δημιουργία του ανθρώπου, δεν μπορεί να υποκύψει στο κακό και να μην τον δημιουργήσει.]
Ο Θεός λοιπόν τα δημιουργεί αγαθά όλα όσα δημιουργεί, γίνεται δε ο καθένας καλός ή κακός εξ αιτίας της δικής του προαίρεσης.
Λοιπόν αν και είπε ο Κύριος: «Συνέφερε τω ανθρώπω εκείνω, ει ουκ εγεννήθη» (Ματθαίος 26:24) το έλεγε όχι επικρίνοντας την δημιουργία του, αλλά την κακία που προστέθηκε στο δημιούργημά Του εξ αιτίας της δικής του προαίρεσης και απερισκεψίας.
Διότι η απερισκεψία της γνώμης του αχρήστευσε την ευεργεσία του Δημιουργού, όπως ακριβώς αν κάποιος, αφού δεχτεί πλούτο και εξουσία από έναν βασιλιά, θα καταδυναστεύσει τον ευεργέτη του, αυτόν ο βασιλιάς, αφού τον υποτάξει όπως του αξίζει, θα τον τιμωρήσει, αν τον δει να παραμένει μέχρι τέλους στην εξουσία του τυράννου.
Πηγή: Απόδοση βασισμένη στο: Ιω. Δαμασκηνού, ¨Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως¨ Ε.Π.Ε., Τόμος 19ος, σελ. 530 – 533