Οι δρομολογημένες εξελίξεις στην Τουρκία απαιτούν πάνω απ’ όλα
ορθή διάγνωση. Απαιτείται δηλαδή καλή γνώση. Εύχομαι και ελπίζω να διαθέτουμε λειτουργικά εργαλεία πληροφόρησης. Κυρίως όμως ανάλυσης και πρόβλεψης.
Ας μην σπεύσουμε πάλι να δώσουμε την δική μας λύση πριν οριοθετήσουμε το πρόβλημα.
Η γενική ανάγνωση της απόφασης αντικατάστασης του κ.Αχμέτ Νταβούτογλου είναι μόνο μια: πρόκειται για ανησυχητική αλλά όχι παντελώς απρόβλεπτη εξέλιξη, η οποία σφραγίζει την σταθερή πορεία του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς την απόλυτη και συνάμα αυταρχική εξουσία.
Είναι ένα ακόμη βήμα προς την καθιέρωση ενός πολιτειακού συστήματος στην γειτονική μας χώρα, όπου η διάκριση των εξουσιών θα υφίσταται τύποις μόνο.
Η ουσία και το πνεύμα, πιθανώς δε και το γράμμα, θα είναι μια μονοκρατορία χωρίς τους αναγκαίους για την λειτουργία του πολιτεύματος εξισορροπητικούς μηχανισμούς και ελέγχους. Έστω δηλαδή αυτούς που έχουν απομείνει.
Ο πολιτικός – φαινόμενο, που καθιερώθηκε πριν μερικά χρόνια ως ένας γενναίος μεταρρυθμιστής, είναι πλέον ανεξέλεγκτα μόνος του.
Χωρίς πραγματικό κοινοβουλευτικό έλεγχο και με φιμωμένο ή φυλακισμένο τον τύπο. Χωρίζει αντί να ενώσει μια ισχυρή χώρα, μια περιφερειακή δύναμη, που ήδη φιλοδοξεί να μπει και στην λέσχη των πυρηνικών δυνάμεων.
Στα επόμενα αλλά άμεσα βήματα του περιλαμβάνεται η τροποποίηση – αναθεώρηση του συντάγματος και η καθιέρωση του προεδρικού μοντέλου.
Ας μην νομίσει κανείς ότι του μοντέλο αυτό θα μπορεί να συγκριθεί με την Γκωλλική Γαλλία.
Το ερώτημα τώρα είναι πως οι δομικές αυτές αλλαγές στην Τουρκία θα επηρεάσουν την Ελλάδα.
Κατ’αρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι μας αρέσει δεν μας αρέσει, σε αντίθεση από τι συνέβαινε, συμβαίνει και θα συμβαίνει στην χώρα μας σε σχέση με την Τουρκία, η Ελλάδα δεν είναι μεταξύ των πρώτων προτεραιοτήτων των κυβερνήσεων του κ. Ερντογάν.
Η Τουρκία ούτε απειλή νιώθει από την Ελλάδα, ούτε θεωρεί ότι η Αθήνα έχει την στιγμή αυτή – όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης – δυνατότητα θετικής παρέμβασης στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όσο οικτίρουμε εμείς τον εαυτό μας και τις αδυναμίες μας, φρονώ ότι λογικά δεν μπορούμε να περιμένουμε οι άλλοι να έχουν διαφορετική ανάγνωση της δικής μας κατάστασης και των δυνατοτήτων μας.
Γνωρίζω ότι ακούγεται και όντως είναι στενάχωρο και δυσάρεστο.
Ας μην σπεύσει κάποιος να τοποθετήσει αυτή την αξιολόγηση στον γνωστό και ανώδυνο άξονα του πατριωτισμού-ενδοτισμού.
Φοβούμαι όμως ότι αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Την ευθύνη όμως για την δική μας κατάσταση έχουμε μόνο εμείς. Οι άλλοι απλά την διαπιστώνουν. Ορισμένοι προσπαθούν να επωφεληθούν.
Το δεύτερο στοιχείο που είναι και το σοβαρότερο είναι η κρίση ταυτότητας, αξιών και αξιοπιστίας, άρα δύναμης, που διατρέχει ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το πόσο σημασία αποδίδει η Τουρκική ηγεσία στις αξίες και ευαισθησίες της δημοκρατικής Ευρώπης, αποδεικνύεται από την απόλυτη σύμπτωση των καίριων πολιτικών εξελίξεων με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατάργηση των θεωρήσεων για τους κατόχους διαβατηρίων της Τουρκίας.
Επίσης, από τις συνεχείς καταδίκες δημοσιογράφων και επιφανών εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών.
Θα έπρεπε να έχουμε ήδη εθισθεί στην πραγματικότητα ότι η Τουρκία έχει πλήρη συναίσθηση των αδυναμιών και προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – με πρώτο θέμα την διαχείριση του προσφυγικού – και των Κρατών – Μελών της.
Η αδυναμία αυτή της Ένωσης ταυτόχρονα συμβάλει στην προστιθέμενη αξία της αυτοπεποίθησης της Άγκυρας και δη του Προέδρου Ερντογάν.
Το προσφυγικό ζήτημα είναι αυτό που ορίζει το συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι αυτό που ανεβάζει και ρίχνει κυβερνήσεις. Είναι αυτό που ενισχύει και αποδυναμώνει πολιτικές δυνάμεις και παρατάξεις.
Για την πλειοψηφία των Ευρωπαίων εταίρων μας, κανένα ζήτημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να σταθεί εμπόδιο στην υλοποίηση της Ευρω-Τουρκικής Συμφωνίας για τους πρόσφυγες.
Εν τούτοις, η διαχείριση του προσφυγικού δεν είναι το μόνο ζήτημα που υπάρχει στον ορίζοντα των σχέσεων Αθηνών – Άγκυρας. Είναι το πλέον πρόσφατο. Κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν είναι καν το πλέον σοβαρό.
Είναι όμως σίγουρα το πιο σοβαρό στην κρίση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης σε μεγάλο βαθμό.
Αρά, όταν λέγουμε ότι αυτή η η άλλη ενέργεια της Τουρκίας δεν συνάδει με τον Ευρωπαϊκό, πολιτισμό, τις αξίες κλπ, σε ποιόν ακριβώς πολιτισμό και σε ποιές ακριβώς αξίες σήμερα αναφερόμαστε;
Αυτή την πραγματικότητα καλό είναι να έχουμε υπόψη τώρα που η Άγκυρα -την στιγμή αυτή που δεν υπάρχουν πια στη Τουρκική πρωτεύουσα κατά την δική μας ανάλυση οι “καλοί” και οι “κακοί” – ανοίγει και πάλι ολόκληρη την δέσμη των προβλημάτων – διεκδικήσεων χρωματισμένων κυρίως στις γκρίζες αποχρώσεις.
Επιπλέον, καλό είναι να αποφύγουμε να παρασυρόμαστε σε κρίσεις του τύπου “ο Νταβούτογλου ήταν ο άνθρωπος μας στην Άγκυρα”.
Εκείνοι που είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν μαζί του θα μπορούσαν να μας επιβεβαιώσουν ότι το μειλίχιο και δυτικοπρεπές ύφος του έκρυβε στη πραγματικότητα έναν άνθρωπο με ισχυρές πεποιθήσεις, θεωρητικό του δόγματος υπεροχής και επέκτασης της “Μεγάλης Τουρκίας” υπό ένα νέο-Οθωμανικό μανδύα. Ένα καθηγητή, πολιτικό, Υπουργό Εξωτερικών και Πρωθυπουργό ο οποίος ουδέποτε στις συνομιλίες του με τους Έλληνες ξέφυγε από την καθιερωμένη άκαμπτη θέση. Αφήνοντας συχνά αρκετά εννοούμενα ή υπονοούμενα.
Τι πράττειν; Δεν υπάρχει ούτε μαγική συνταγή ούτε αποτελεσματικό φάρμακο. Δυστυχώς.
Η μεν Ευρωπαϊκή Ένωση ακολουθεί έναντι της Άγκυρας πολιτική κατευνασμού και εξευμενισμού
Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από την πολιτική της συνεννόησης.
Καταρχήν, χρειάζεται σταθερή θέση, αποφυγή δημιουργίας σε βάρος μας τετελεσμένων, ενημέρωση ΝΑΤΟ, Ε.Ε., Ρωσίας, Λ.Δ.Κίνας (με την ιδιότητα τους ως Μoνίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας) και Γενικού Γραμματέως ΟΗΕ .
Επίσης, ενεργοποίηση όλων των πολιτικών διαύλων επικοινωνίας με την Άγκυρα.
Γνωρίζω ότι ακούγεται σαν παράξενη Εισήγηση-Προτροπή.
Εν τούτοις, είναι ένα εργαλείο που χρειάζεται ιδιαίτερα στις εποχές που στην γειτονική μας χώρα γίνονται και ετοιμάζονται βαθιές τομές.
Τέλος, το ισχυρότερο όπλο ισχύος και αποτροπής για μια χώρα στην κατάσταση που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα είναι η πολιτική και κοινωνική συνοχή.
Η πολιτική Ηγεσία επιτέλους πρέπει να αντιληφθεί ότι είναι κατάλληλη η στιγμή να επιδειίξει την απαιτούμενη και αναγκαία συνεννόηση για τα μεγάλα και σημαντικά στον μέγιστο κοινό παρανομαστή.
Πρέπει με την δική της συμπεριφορά να προσπαθήσει να επανακτήσει την αξιοπιστία που της λείπει.
Η συνεννόηση των πολιτικών μας ταγών αποτελεί τον ισχυρότερο μέσο πειθούς, έμπνευσης και δύναμης. Αποτελεί πολλαπλασιαστή ισχύος.
Δυστυχώς, όμως, στην σημερινή Ελλάδα το αυτονόητο παραμένει το κατεξοχήν ζητούμενο.
Γράφει ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΛΛΙΑΣ
Πρέσβης επί Τιμή