Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ο Σεβασμιότατος Αρχιεπίσκοπος Τελμησσού Ιώβ απάντησε στο ρεπορτάζ του υπογράφοντος ότι με βάση
δήλωσή του είναι κοσμοπολίτης. Αυτή του τη δήλωση, στην ιστοσελίδα του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών[1] παραδέχεται και επαναλαμβάνει. Τη θυμίζουμε: « Πριν από κάθε θρησκευτική και εθνική μας ιδιότητα είμαστε πρώτα από όλα πολίτες του κόσμου και επομένως έχουμε μεγάλη ευθύνη για τον κόσμο».
Ο Σεβ. επιχειρηματολογεί υπέρ αυτής, αναφέροντας και χωρία της Αγίας Γραφής, όπως το του Απ. Παύλου «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην...»[2]. Όμως η Ορθοδοξία δεν μας διδάσκει να είμαστε κοσμοπολίτες. Αντίθετα βασικό στοιχείο της ζωής του Ορθοδόξου Χριστιανού είναι να αγαπά πρώτα την οικογένειά του και την Πατρίδα του και, κατ΄ επέκταση, τους ανθρώπους όλης της Οικουμένης.
Είναι βέβαιο και αυτονόητο ότι όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί στο Σύμβολο της Πίστεως αναγνωρίζουμε ότι αποτελούμε την Μία, Αγία, Καθολική (οικουμενική) και Αποστολική Εκκλησία, ανεξάρτητα από το έθνος που ανήκουμε, από το φύλο μας ή το χρώμα του δέρματός μας. Για τον Ορθόδοξο Χριστιανό είναι αυτονόητο ότι όλοι οι άνθρωποι, ως τέκνα του Θεού, είμαστε αδέλφια, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ιδιαιτερότητα, γι’ αυτό και προσεύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως»..
Είναι ευχάριστο ότι ο Σεβ. δεν αρνείται ότι ο καθένας μας έχει μιαν Πατρίδα, ότι ανήκει σε ένα Έθνος, ανεξάρτητα αν την μέλλουσα αιώνια Πατρίδα επιζητεί. Και επειδή ο Σεβ. επικαλείται χωρία της Αγίας Γραφής, μνημονεύω ομιλία «Περί αγάπης της Πατρίδος» του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων[3]. Η ομιλία εκφωνήθηκε το 1819 στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας. Γράφει ο αείμνηστος διδάσκαλος του Γένους: «Λέγω πρώτον, ότι χρεωστείς χριστιανέ, καθό χριστιανός, να αγαπάς και να ευεργετής την Πατρίδα. Σε προστάζει ο θείος νόμος: <αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν>. Πλησίον σου είναι βέβαια πας άνθρωπος, αλλά ποίος να είναι πλησιέστερός σου παρά τους συγγενείς και ομοπίστους και συμπολίτας σου; Ούτοι είναι οι αδελφοί σου, οίτινες συγκατοικούσι μετά σου εις μίαν και την αυτήν χώραν, ωσάν εις μίαν και την αυτήν οικίαν». Είναι αυτό που γράφει στον Τιμόθεο ο Απ. Παύλος, ότι ο Επίσκοπος πρέπει πρώτα να διευθύνει καλά το σπίτι του, γιατί, όπως γράφει: «Αν κάποιος δεν ξέρει να κυβερνήσει το ίδιο του το σπίτι, πώς θα φροντίσει την εκκλησία του Θεού» [4].
Όλα ξεκινάνε από την οικογένεια, πηγαίνουν στην Πατρίδα και από εκεί στην οικουμένη. Ο Κων. Οικονόμος τονίζει ότι ο Κύριος πρώτος δίδαξε την αγάπη στην Πατρίδα. Αν και η Ναζαρέτ ήταν πόλις με όχι καλό όνομα Εκείνος ποτέ δεν την αρνήθηκε. Τους μαθητές Του απέστειλε «προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ»[5] και όταν αντίκρισε την Ιερουσαλήμ «έκλαυσεν επ αυτή»[6]. Μετά την Ανάστασή Του ο Άγγελος απευθυνόμενος εκ μέρους Του στις γυναίκες – μυροφόρους που είχαν πάει στον Πανάγιο Τάφο τους είπε: «Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν; Ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε»[7]. Δεν τις ερώτησε αν ζητούν τον Ιησού, τον κοσμοπολίτη...
Ο Απ. Παύλος, ο οποίος είπε ότι για τον Θεό δεν υπάρχουν διακρίσεις φυλών, εθνών κ.λ.π. έδειξε πολλές φορές την αγάπη που είχε στην Πατρίδα του. Στους Ρωμαίους έγραψε: «Έπειτα από όλα αυτά αναρωτιέμαι: μήπως ο Θεός απέρριψε το λαό του; Αποκλείεται! Γιατί και εγώ είμαι Ισραηλίτης, απόγονος του Αβραάμ, από τη φυλή του Βενιαμίν. Δεν απέρριψε λοιπόν ο Θεός τον λαό του, που από παλιά τον ξεχώρισε και τον αγάπησε»[8].
Η Αγία Γραφή, όπως γράφει ο Κων. Οικονόμος, διδάσκει ότι η στέρηση της Πατρίδας ήταν ποινή που έστελνε ο Θεός στους Ιουδαίους, όταν αυτοί «ειδωλολάτρουν». Και αυτοί επέστρεφαν στην Πατρίδα όταν μετάνιωναν. Ο Οικονόμος τονίζει ότι εκ φύσεως ο άνθρωπος αγαπά την οικογένειά του και την Πατρίδα του, ώστε, όπως είπε: «Μόνος ο αναίσθητος και ο απάνθρωπος δύναται να λησμονήση την προς την Πατρίδα στοργήν...Τοιούτοι γίνονται μόνον όσοι εκ της κακοηθείας και τρυφής διεφθαρμένοι τας ψυχάς αποβαίνουσιν, όλοι σάρκες, νου και φρενών κεναί. Οι τοιούτοι μόνοι λέγουσι και φρονούσι το Σαρδαναπάλιον και περιφίλαυτον και βάρβαρον εκείνο γνωμικόν “ Τω γαρ καλώς πράσσοντι πάσα γη πατρίς”».
Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος
τονίζει μεν ότι η Ορθοδοξία ουδενός λαού αποτελεί ιδιοκτησία, και ότι «επιβάλλεται η καλλιέργεια της οικουμενικής συνειδήσεως της Ορθοδοξίας», όμως σημειώνει ότι είναι «φυσικό και αναγκαίο ο σεβασμός και η διατήρηση της ταυτότητός μας» και προσθέτει ότι «το ορθόδοξο ήθος επιβάλλει ειλικρινή σεβασμό προς την ιδιοτυπία του κάθε λαού και πολιτισμού»[9], κάτι που απορρίπτει ο κοσμοπολιτισμός και η παγκοσμιοποίηση.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιώβ δεν είναι ο μόνος που μπροστά από την Πατρίδα και την Ορθοδοξία βάζει την παγκοσμιοποίηση. Πολλοί επιχειρηματίες, κοινωνιολόγοι, ιστορικοί και φιλοσοφούντες την βλέπουν θετικά. Θεωρούν ότι ο (Δυτικός) Χριστιανισμός και το Ισλάμ οδήγησαν στη μισαλλοδοξία και στους διωγμούς, το ίδιο και οι διαμάχες συμφερόντων μεταξύ των κρατών. Ωστόσο ορισμένοι με δέος βλέπουν και τους κινδύνους από αυτήν. Ο ιστορικός Ζακ Λε Γκοφ λ.χ. γράφει μεν ότι «πρέπει να αναπτυχθούν οι θεσμοί τα κινήματα και τα ιδανικά που αποσκοπούν στο θρίαμβο μιας παγκοσμιοποίησης η οποία θα διασφαλίζει τη δίκαιη κατανομή του πλούτου και την ειρήνη», αλλά επισημαίνει: «Η παγκοσμιοποίηση που δολοφονεί την διαφορετικότητα είναι μια κακή, καταστροφική παγκοσμιοποίηση»[10].
Ο Ευστράτιος Αλμπάνης διαπιστώνει πως οι ταχύτατες μεταβολές που συμβαίνουν στη ζωή των ανθρώπων «παρέχουν δυνατότητες θετικής ή αρνητικής εξέλιξης, περισσότερης ελευθερίας και πληρέστερης καθυπόταξης» και τονίζει ότι υπεύθυνος για τις επιλογές και για την περαιτέρω κατεύθυνση του πλανήτη είναι αποκλειστικά ο ίδιος ο άνθρωπος[11]. Ειδικότερα την μεγίστη ευθύνη έχουν αυτοί που κρατούν τις τύχες των ανθρώπων στα χέρια τους. Η Ορθοδοξία δεν έχει σχέση με τους ισχυρούς της Γης, διότι ο Θεός «Τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ίνα καταισχύνη τα ισχυρά»[12].
Για την Ορθοδοξία η μαρτυρία στον σύγχρονο ειδωλολατρικό κόσμο είναι η επιταγή του Θεού και όχι ο συσχηματισμός με αυτόν[13]. -
[1] Https://orthodoxie .com/reponse de l’ Archeveque Job a Georges Papathanasopoulos
[2] Γαλ. γ΄ 28
[3] 1780-1857. Η ομιλία βρίσκεται στους «Λόγους» του, Επιμέλεια Θεοδ. Σπεράντσα, Αθήναι 1971, σελ. 333-365.
[4] Τιμ. Α’ γ’ 6
[5] Ματθ. ι΄ 6
[6] Λουκ. ιθ΄ 41
[7] Μαρκ. ιστ΄ 6
[8] Ρωμ. ια΄ 1-2
[9] Αναστασίου Αρχ.Τιρ. κ’ πάσης Αλβανίας «Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Εκδ. «Ακρίτας», Αθήναι 2000, σελ. 271-272
[10] «Ποια παγκοσμιοποίηση;», Εκδ. «Εξάντας», Ομιλία Λε Γκοφ, σελ. 31.
[11] Ευστρ. Β. Αλμπάνη «Παγκοσμιοποίηση», Εκδ. «Τροχαλία», 1998, σελ.316
[12] Κορ. Α΄ α΄ 27
[13] Ρωμ. β΄ 2