Β' Κυριακή των Νηστειών και Προεόρτια του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Σᾶς εἶνε γνωστό. Διηγεῖται ἕνα θαῦμα. Τί εἶπα, ἕνα; Λάθος, δύο θαύματα διηγεῖται. Ἂν πιστεύετε μόνο τὸ ἕνα, δὲν εἶστε Χριστιανοί· ἂν πιστεύετε καὶ τὰ δύο, καὶ μάλιστα τὸ δεύτερο, τότε εἶστε.
Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Μαρτίου 2019, Β΄ Νηστειῶν (Μάρκ. β΄ 1-12)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων· καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.
Εικόνες της αμαρτίας
«Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Σᾶς εἶνε γνωστό. Διηγεῖται ἕνα θαῦμα. Τί εἶπα, ἕνα; Λάθος, δύο θαύματα διηγεῖται. Ἂν πιστεύετε μόνο τὸ ἕνα, δὲν εἶστε Χριστιανοί· ἂν πιστεύετε καὶ τὰ δύο, καὶ μάλιστα τὸ δεύτερο, τότε εἶστε. Δύο θαύματα λοιπόν· τὸ ἕνα μικρό, τὸ ἄλλο μεγάλο· τὸ ἕνα ὁρατό, τὸ ἄλλο ἀόρατο. Θέλω νὰ τὸ πιστέψετε! Κι ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸ πιστέψετε, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸ ζήσετε· γιατὶ τὸ δεύτερο θαῦμα μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ δικό σας!
* * *
Τὸ μικρὸ θαῦμα ποιό εἶνε; Ἕναν ἀσθενῆ, ἕνα παράλυτο ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ κουνήσῃ οὔτε χέρια οὔτε πόδια, νεκρὸ ἄταφο, τέσσερις σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι τὸν σήκωσαν ὅπως σηκώνουν ἕνα φέρετρο καὶ τὸν πῆγαν στὸ Χριστό. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Ἔγειρε καὶ ἆρον τὸ κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου» (Μᾶρκ. 2,11). Καὶ ἔφτασε αὐτὴ ἡ διαταγὴ γιὰ νὰ γίνῃ τὸ θαῦμα. Τὰ ναρκωμένα νεῦρα ζωντάνεψαν, ἡ δύναμίς του ἐπανῆλθε, κι ὅπως ἡ ἀκρίδα τινάζεται στὰ χορτάρια τώρα τὸ καλοκαίρι, ἔτσι τινάχτηκε πάνω, σὰν νὰ τὸν πέρασε ῥεῦμα. Ἀμέσως στάθηκε ὄρθιος καί, αὐτὸς ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ οὔτε τὸ κουτάλι του γιὰ νὰ φάῃ καὶ τὸν τάιζαν ἄλλοι, πῆρε στὴν πλάτη του ὁλόκληρο κρεβάτι καὶ μπροστὰ στὸν κόσμο ξεκίνησε καὶ πῆγε στὸ σπίτι του! Τὸ εἶδαν ὅλοι καὶ θαύμασαν. Αὐτὸ εἶνε τὸ μικρὸ θαῦμα.
–Μικρὸ τὸ λές; θὰ πῆτε. Στὴν Ἀθήνα εἶνε τὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων μὲ παραλύτους ποὺ μένουν στὰ κρεβάτια ἀκίνητοι· ὅλοι οἱ γιατροὶ δὲν μποροῦν μὲ τίποτα νὰ τοὺς κάνουν νὰ κουνηθοῦν. Ἂν πάῃ τώρα ἕνας πιστὸς παπᾶς καὶ σταυρώσῃ ἕναν ἀπ᾽ αὐτούς, καὶ πιστεύῃ κι ὁ ἀσθενὴς πιστεύουν καὶ οἱ συγγενεῖς, καὶ σηκωθῇ ὄρθιος, δὲν θὰ φωνάξουν ὅλοι ὅτι ἔγινε θαῦμα;
Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸ εἶνε μικρό· εἶνε σὰν τὸ πρῶτο ἀπ᾽ τὰ δύο ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Τὸ δεύτερο, τὸ μεγάλο θαῦμα, ποιό εἶνε; Ἐπαναλαμβάνω· ἂν δὲν τὸ πιστέψετε ματαίως πᾶτε στὴν ἐκκλησία, καὶ ἂν δὲν τὸ ζήσετε Πάσχα δὲν κάνετε. Ποιό εἶνε τὸ δεύτερο;
Λίγα λεπτὰ πρὶν τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας ὁ Χριστός, ἔκανε ἕνα ἄλλο θαῦμα, τρισμέγιστο ἀλλὰ ἀόρατο. Τὸ πρῶτο ἔγινε λέγοντας «Ἔγειρε καὶ …ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου»· τὸ δεύτερο ἔγινε μὲ τὰ λόγια «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (ἔ.ἀ. 2,5). Εἶνε μικρὸ αὐτό; Μὲ τὴν πρώτη διαταγὴ θεράπευσε τὸ κορμί, μὲ τὴ δεύτερη θεράπευσε κάτι ἀνώτερο, τὴν ψυχή· μὲ τὴ μία θεράπευσε τὸ φθαρτό, μὲ τὴν ἄλλη θεράπευσε τὸ ἄφθαρτο καὶ αἰώνιο καὶ ἀθάνατο.
Σήμερα μόνο τὸ κορμὶ ὑπολογίζουμε· μόνο ὅταν αὐτὸ θεραπευθῇ καὶ σωθῇ ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, τότε δοξάζουμε τὸ Μεγαλοδύναμο, εὐγνωμονοῦμε τὸ γιατρὸ καὶ γράφουμε εὐχαριστήριο στὶς ἐφημερίδες. Ἀκοῦμε ἀρρώστια, ἀκοῦμε καρκίνο, καὶ μᾶς πιάνει τρόμος· ἀλλὰ ἀκοῦμε ἁμαρτία, καὶ κανείς ἀπὸ μᾶς δὲν συγκινεῖται. Ποιό εἶνε σοβαρώτερο, ὁ καρκίνος ἢ ἡ ἁμαρτία; Ἀκοῦμε τὴν ἁμαρτία καὶ γελᾶμε. Δὲ βαριέσαι! λέμε. Καὶ ἂν παρουσιαστῇ κανένας ἱεροκήρυκας αὐστηρός, δυσφοροῦμε.
Αὐστηρός; Ἔπρεπε στὰ χρόνια μας νὰ ζῇ ὁ Πρόδρομος ἢ ὁ Ἠλίας ἢ ὁ Χρυσόστομος, καὶ θὰ βλέπαμε ποιός μπορεῖ νὰ σταθῇ ἀπὸ τοὺς κεραυνοὺς καὶ μύδρους ποὺ ἐξαπέλυαν αὐτοί. Τώρα μὲ κολακεῖες κρατιόμαστε· ἂν δουλέψῃ κόσκινο ἀποστολικό, δὲν ξέρω πόσοι θὰ μείνουμε. Ὅταν κάποιος ἱεροκήρυκας μιλήσῃ γιὰ ἁμαρτία καὶ αἰώνιο κόλασι, τὸν λένε καθυστερημένο. Ἡ ἁμαρτία ὅμως δὲν εἶνε παιχνιδάκι ἁγιοβασιλιάτικο γιὰ παιδιά. Ξέρετε τί εἶνε ἡ ἁμαρτία; Κάτι πολὺ σοβαρό. Θὰ πῶ 3 – 4 παραδείγματα, γιὰ νὰ σᾶς δώσω μιὰ εἰκόνα της.
* * *
⃞ Ἡ γῆ αὐτὴ ποὺ πατοῦμε, μὲ ὅλα ὅσα ἔχει πάνω της, τί εἶνε; Μιὰ σταγόνα στὸν ὠκεανό, ἕνα κουκκὶ ἄμμου μέσα στὸ σύμπαν μὲ τὰ ἀναρίθμητα ἀστέρια του, ποὺ μοιάζουν σὰν καντηλάκια σ᾽ ἕναν ἀσύλληπτο ναό. Ἀπειλοῦν οἱ ἄθεοι ὅτι θὰ κλείσουν τοὺς ναοὺς καὶ θὰ σβήσουν τοὺς πολυελέους. Σβῆστε τους λοιπόν! ἔχει ὁ Θεὸς στὸν οὐρανὸ πολυέλεο καὶ ἀμέτρητα καντήλια τὰ ἀστέρια· αὐτὰ μπορεῖτε νὰ τὰ σβήσετε; Ὅλα αὐτὰ εἶνε δημιουργήματά του. Τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος· «Σὺ κατ᾽ ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί» (Ἑβρ. 1,10 = Ψαλμ. 101,26). Σύ, Θεέ μου, λέει, ἔφτειαξες τὴ γῆ καὶ ὅλα τὰ ὡραῖα ποὺ βλέπουμε. Θαῦμα ἡ Δημιουργία.
Μεγαλύτερο ὅμως θαῦμα εἶνε ἡ ἁρμονία καὶ τάξις, τ᾽ ὅτι ὅλα αὐτὰ βρίσκονται στὴ θέσι τους, πειθαρχοῦν σὰν στρατιῶτες, κινοῦνται μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια. Γιατὶ ὁ Δημιουργὸς σὲ ὅλα τὰ δημιουργήματά του, ἀπ᾽ τὰ μεγαλύτερα μέχρι τὸ μόριο τῆς ὕλης, ἔβαλε νόμους, τοὺς φυσικοὺς νόμους. Ὅλα λειτουργοῦν ἐπὶ τῇ βάσει τῶν νόμων, κανένα δὲν ἐκτρέπεται ἀπὸ αὐτούς. Στὴν ὥρα τους εἶνε ὅλα· «Ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. Ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ» (Ψαλμ. 103,19-20)! αὐτὸς εἶνε ἕνας ἀπ᾽ τοὺς ὡραιότερους στίχους τοῦ Ψαλτηρίου.
–Μὰ τί ἔπαθες; Ἔφυγες ἀπ᾽ τὸ θέμα σου. Εἶπες ὅτι θὰ μιλήσῃς περὶ ἁμαρτίας, καὶ μᾶς μιλᾷς γιὰ φυσικοὺς νόμους;…
Δὲν ἔφυγα ἀπ᾽ τὸ θέμα. Θέλω νὰ πῶ καὶ νὰ τονίσω, ὅτι μέσα στὴν ἁρμονία τοῦ σύμπαντος ὑπάρχει μία δυσαρμονία, μία ἀταξία· στὴ «συναυλία», ποὺ παίζουν ὅλα, τὸ αὐτὶ τοῦ Μαέστρου συλλαμβάνει μιὰ παραφωνία. Ὁ κόσμος ὁλόκληρος σὰν μιὰ κιθάρα παίζει τὸν ὕμνο τοῦ Δημιουργοῦ «Αἰνεῖτε αὐτὸν τὰ πάντα, ἡ σελήνη, τὸ χιόνι, τ᾽ ἀστέρια, μικρὰ – μεγάλα, οἱ πάντες αἰνεῖτε τὸν Θεόν» (βλ. Ψαλμ. 148ος). Ἀλλὰ μέσα στὴν ἁρμονία ὑπάρχει μία δυσαρμονία, μία ἀταξία, ἕνα φάλτσο. Ποιό; Ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου!
⃞ Ὅπως στὰ ἄλλα δημιουργήματα ὁ Θεὸς ἔθεσε νόμους, ἔτσι καὶ στὸν ἄνθρωπο. Ὄχι νόμους φυσικοὺς ἀλλὰ ἠθικούς, ποὺ εἶνε ἀνώτεροι. Μὴ μοῦ μιλᾶτε γιὰ νόμους ἀνθρώπων σὰν αὐτοὺς ποὺ ψηφίζει ἡ βουλή, νόμους τοῦ κράτους. Γιὰ ἕνα νόμο ὁμιλῶ ἐγώ· νόμο αἰώνιο, ἀκατάλυτο, ἀθάνατο. Ποιός εἶνε αὐτός; Εἶνε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκφράζεται μὲ δύο τρόπους· μὲ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως (ἄγραφος νόμος) ποὺ ὑπαγορεύει «Κάνε τὸ καλὸ καὶ φεῦγε ἀπ᾽ τὸ κακό», καὶ μὲ τὸ γραπτὸ νόμο τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ἁγία Γραφή, ποὺ λέει «Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15). Τί εἶνε λοιπὸν ἡ ἁμαρτία; Εἶνε ἀνομία, εἶνε ἡ παράβασις τοῦ θείου νόμου ὅπως λέει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο· «ἡ ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία» (Α΄ Ἰω. 3,4).
⃞ Ὅπως στὴ φύσι ὅλα κινοῦνται πάνω στὴν τροχιὰ τοῦ φυσικοῦ νόμου, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ κινῆται ἐπάνω στὸν πνευματικὸ νόμο τοῦ θείου θελήματος. Τὸ κάνει; Ἂν τὸ ἔκανε, θὰ ὑπῆρχε ἁρμονία, ἡ γῆ θὰ ἦταν παράδεισος. Κάνοντας ὅμως τὴν ἁμαρτία ξεφεύγει ἀπὸ τὴν τροχιά του, ἐκτροχιάζεται. Ἡ ἁμαρτία λοιπὸν εἶνε ἐκτροχιασμός, παράβασις τοῦ νόμου ποὺ ὁ Θεὸς ἔβαλε μέσα του.
⃞ Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ τὴν ἁμαρτία ὄχι μόνο τὴν κάνουμε ἄφοβα, ἀλλὰ καὶ τὴ γευόμαστε εὐχαρίστως. Τὸ λέει ἡ Γραφή· Θά ᾽ρθουν χρόνια ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ πίνῃ τὴν ἁμαρτία σὰν ἕνα ποτήρι δροσερὸ νερὸ τὸ καλοκαίρι (βλ. Ἰὼβ 15,16). Σὰν παγωτό· ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ «παγωτὸ» θὰ βγῇ στὸ τέλος φαρμάκι, παράθειο· καταστροφή, ὄλεθρος, πανωλεθρία. Γιατὶ ξέρεις τί βάρος ἔχει ἡ ἁμαρτία; Ὄχι μόνο ἡ πιὸ βαρειά (π.χ. μοιχεία, πορνεία, κλοπή, φόνος, πλαστογραφία, διάρρηξις…), ἀλλὰ κι αὐτὴ ποὺ θεωρεῖται ὡς πιὸ μικρή, π.χ. τὸ ψέμα. Ἐλᾶτε νὰ ζυγίσουμε στὴν πλάστιγγα τοῦ Εὐαγγελίου τὸ ψέμα. Βάλε στὸ ἕνα μέρος τὸ «ψεματάκι» ποὺ εἶπες στὴ μάνα σου ἢ στὸν προϊστάμενό σου. Ξέρεις πόσο βάρος ἔχει; Ἔλα νὰ τὸ σηκώσῃς. Ὄχι ἕνας ἀλλὰ καὶ χίλιοι δὲν μποροῦμε νὰ τὸ σηκώσουμε. Κι ὄχι μόνο ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί. Ἐλᾶτε Παναγία, ἐλᾶτε οἱ ἅγιοι, οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, «τὰ Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ, ἑξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά» (θ. Λειτ.), ἐλᾶτε κάτω στὴ γῆ νὰ σηκώσετε τὸ βάρος. Ἀδύνατον, μένει ἀκίνητο!
–Μὰ τότε, πάτερ, μᾶς ἀπελπίζεις!…
* * *
Ὅσο μποροῦσε, ἀδελφοί μου, ὁ παράλυτος νὰ σηκώσῃ τὸ κουτάλι του, ἄλλο τόσο μπορεῖ καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς νὰ σηκώσῃ τὸ ἁμάρτημά του. Ποιός λοιπὸν τὸ σηκώνει; Οὔτε ἄγγελος οὔτε ἀρχάγγελος. Ποιός τότε; Τὸ πιστεύεις; – φθάσαμε στὸ καίριο σημεῖο. Ποιός; «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ»! Αὐτὸς σήκωσε τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Στὸ ἄλλο μέρος τῆς ζυγαριᾶς ἔπεσε – τί· τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας ποὺ εἶνε στὸ δισκοπότηρο. Μιὰ σταλαγματιά –τί λέω–, ἕνα ἠλεκτρόνιό του ἂν πέσῃ στὸ ἄλλο μέρος τῆς ζυγαριᾶς μαζὶ μὲ δάκρυα εἰλικρινοῦς μετανοίας, πανηγυρίζουν τότε στὸν οὐρανὸ οἱ ἄγγελοι. Θαῦμα μέγα γίνεται ὅταν στὸ ἐξομολογητήριο ἀκουστῇ ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5).
Νά τὸ θαῦμα τὸ μέγα, ποὺ εἴθε νὰ τὸ νιώσουμε, νὰ τὸ πιστέψουμε καὶ νὰ τὸ ζήσουμε.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απολλώ Μοναχός
Ιερά Μονή Δοχειαρίου
63087 Δάφνη Αγίου Όρους
τηλ. 6944567223
φαξ. 2377023271