Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Κυριακή Βʼ Νηστειών: Η θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ

Αποτέλεσμα εικόνας για η θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ
Β' Κυριακή των Νηστειών και Προεόρτια του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Σᾶς εἶνε γνωστό. Διηγεῖται ἕνα θαῦ­μα. Τί εἶ­­πα, ἕνα; Λάθος, δύο θαύματα δι­­ηγεῖται. Ἂν πι­στεύετε μόνο τὸ ἕνα, δὲν εἶστε Χριστιανοί· ἂν πι­στεύετε καὶ τὰ δύο, καὶ μάλιστα τὸ δεύτε­ρο, τότε εἶ­­στε.


Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Μαρτίου 2019, Β΄ Νηστειῶν (Μάρκ. β΄ 1-12)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων· καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶ­κόν σου. καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.


Εικόνες της αμαρτίας
Αποτέλεσμα εικόνας για η θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ
«Τέκνον, ἀ­φέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5)

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Σᾶς εἶνε γνωστό. Διηγεῖται ἕνα θαῦ­μα. Τί εἶ­­πα, ἕνα; Λάθος, δύο θαύματα δι­­ηγεῖται. Ἂν πι­στεύετε μόνο τὸ ἕνα, δὲν εἶστε Χριστιανοί· ἂν πι­στεύετε καὶ τὰ δύο, καὶ μάλιστα τὸ δεύτε­ρο, τότε εἶ­­στε. Δύο θαύματα λοιπόν· τὸ ἕ­να μικρό, τὸ ἄλλο μεγάλο· τὸ ἕνα ὁρατό, τὸ ἄλλο ἀόρατο. Θέλω νὰ τὸ πιστέψετε! Κι ὄ­χι ἁπλῶς νὰ τὸ πιστέψε­τε, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸ ζήσετε· γιατὶ τὸ δεύτερο θαῦμα μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ δικό σας!

* * *

Τὸ μικρὸ θαῦμα ποιό εἶνε; Ἕναν ἀσθενῆ, ἕ­να παράλυτο ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ κουνή­σῃ οὔ­­τε χέρια οὔτε πόδια, νεκρὸ ἄταφο, τέσσερις σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι τὸν σήκω­σαν ὅπως σηκώ­νουν ἕνα φέρετρο καὶ τὸν πῆγαν στὸ Χριστό. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Ἔγειρε καὶ ἆρον τὸ κρά­βαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου» (Μᾶρκ. 2,11). Καὶ ἔ­φτασε αὐτὴ ἡ διαταγὴ γιὰ νὰ γί­νῃ τὸ θαῦ­μα. Τὰ ναρκωμένα νεῦρα ζωντάνεψαν, ἡ δύνα­μίς του ἐπανῆλθε, κι ὅπως ἡ ἀκρίδα τινάζε­ται στὰ χορτάρια τώρα τὸ καλοκαίρι, ἔτσι τινάχτηκε πάνω, σὰν νὰ τὸν πέρασε ῥεῦ­μα. Ἀμέσως στάθηκε ὄρθιος καί, αὐτὸς ποὺ δὲν μποροῦ­σε νὰ σηκώσῃ οὔτε τὸ κουτάλι του γιὰ νὰ φάῃ καὶ τὸν τάιζαν ἄλλοι, πῆρε στὴν πλάτη του ὁ­λόκληρο κρεβάτι καὶ μπροστὰ στὸν κόσμο ξεκίνησε καὶ πῆγε στὸ σπίτι του! Τὸ εἶδαν ὅ­λοι καὶ θαύμασαν. Αὐτὸ εἶνε τὸ μικρὸ θαῦμα.

–Μικρὸ τὸ λές; θὰ πῆτε. Στὴν Ἀθήνα εἶνε τὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων μὲ παραλύτους ποὺ μένουν στὰ κρεβάτια ἀκίνητοι· ὅλοι οἱ γιατροὶ δὲν μπο­­ροῦν μὲ τίποτα νὰ τοὺς κάνουν νὰ κουνηθοῦν. Ἂν πάῃ τώρα ἕνας πιστὸς παπᾶς καὶ σταυρώ­σῃ ἕναν ἀπ᾽ αὐτούς, καὶ πιστεύῃ κι ὁ ἀσθενὴς πιστεύουν καὶ οἱ συγγενεῖς, καὶ σηκωθῇ ὄρθι­ος, δὲν θὰ φωνάξουν ὅλοι ὅτι ἔγινε θαῦμα;

Ναί, ἀλλ᾽ αὐτὸ εἶνε μικρό· εἶνε σὰν τὸ πρῶ­το ἀπ᾽ τὰ δύο ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Τὸ δεύτερο, τὸ μεγάλο θαῦμα, ποιό εἶνε; Ἐπαναλαμβάνω· ἂν δὲν τὸ πιστέψετε ματαίως πᾶ­τε στὴν ἐκκλησία, καὶ ἂν δὲν τὸ ζήσε­τε Πάσχα δὲν κάνετε. Ποιό εἶνε τὸ δεύτερο;

Λίγα λεπτὰ πρὶν τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας ὁ Χριστός, ἔκανε ἕνα ἄλλο θαῦ­μα, τρισμέγιστο ἀλ­λὰ ἀόρατο. Τὸ πρῶτο ἔ­γινε λέγοντας «Ἔγειρε καὶ …ὕπαγε εἰς τὸν οἶ­κόν σου»· τὸ δεύτερο ἔ­γινε μὲ τὰ λόγια «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁ­μαρτίαι σου» (ἔ.ἀ. 2,5). Εἶνε μικρὸ αὐτό; Μὲ τὴν πρώτη διαταγὴ θε­ράπευσε τὸ κορμί, μὲ τὴ δεύ­τερη θεράπευσε κάτι ἀνώτερο, τὴν ψυχή· μὲ τὴ μία θεράπευσε τὸ φθαρτό, μὲ τὴν ἄλλη θε­ράπευσε τὸ ἄφθαρτο καὶ αἰώνιο καὶ ἀθάνατο.

Σήμερα μόνο τὸ κορμὶ ὑπολογίζουμε· μόνο ὅ­ταν αὐτὸ θεραπευθῇ καὶ σωθῇ ἀπὸ κάποια ἀ­σθένεια, τότε δοξάζουμε τὸ Μεγαλοδύναμο, εὐ­γνωμονοῦμε τὸ γιατρὸ καὶ γράφουμε εὐ­χα­ριστήριο στὶς ἐφημερίδες. Ἀκοῦμε ἀρρώστια, ἀ­κοῦμε καρκίνο, καὶ μᾶς πιάνει τρόμος· ἀλλὰ ἀκοῦμε ἁμαρτία, καὶ κανείς ἀπὸ μᾶς δὲν συγ­κινεῖται. Ποιό εἶνε σοβαρώτερο, ὁ καρκίνος ἢ ἡ ἁμαρτία; Ἀκοῦμε τὴν ἁμαρτία καὶ γελᾶμε. Δὲ βαριέσαι! λέμε. Καὶ ἂν παρουσιαστῇ κανένας ἱεροκήρυκας αὐστηρός, δυσφοροῦμε.

Αὐστη­ρός; Ἔπρεπε στὰ χρόνια μας νὰ ζῇ ὁ Πρόδρο­μος ἢ ὁ Ἠλίας ἢ ὁ Χρυσόστομος, καὶ θὰ βλέπαμε ποιός μπορεῖ νὰ σταθῇ ἀπὸ τοὺς κεραυ­νοὺς καὶ μύδρους ποὺ ἐξαπέ­λυαν αὐτοί. Τώρα μὲ κολακεῖες κρατιόμαστε· ἂν δουλέ­ψῃ κόσκινο ἀποστολικό, δὲν ξέρω πόσοι θὰ μείνου­με. Ὅταν κάποιος ἱεροκήρυκας μιλή­σῃ γιὰ ἁμαρτία καὶ αἰώνιο κόλασι, τὸν λένε καθυστε­ρημένο. Ἡ ἁμαρτία ὅμως δὲν εἶνε παιχνιδάκι ἁ­γιοβασιλιάτικο γιὰ παιδιά. Ξέρετε τί εἶ­νε ἡ ἁ­μαρτία; Κάτι πολὺ σοβαρό. Θὰ πῶ 3 – 4 παραδεί­γματα, γιὰ νὰ σᾶς δώσω μιὰ εἰκόνα της.

* * *

⃞ Ἡ γῆ αὐτὴ ποὺ πατοῦμε, μὲ ὅλα ὅσα ἔχει πάνω της, τί εἶνε; Μιὰ σταγόνα στὸν ὠκεανό, ἕνα κουκκὶ ἄμμου μέσα στὸ σύμπαν μὲ τὰ ἀν­αρίθμητα ἀστέρια του, ποὺ μοιάζουν σὰν καν­τηλάκια σ᾽ ἕναν ἀσύλληπτο ναό. Ἀπειλοῦν οἱ ἄθεοι ὅτι θὰ κλείσουν τοὺς ναοὺς καὶ θὰ σβήσουν τοὺς πολυελέους. Σβῆστε τους λοιπόν! ἔχει ὁ Θεὸς στὸν οὐρανὸ πολυέλεο καὶ ἀμέτρητα καντήλια τὰ ἀστέρια· αὐτὰ μπορεῖτε νὰ τὰ σβήσετε; Ὅλα αὐτὰ εἶνε δημιουργήματά του. Τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος· «Σὺ κατ᾽ ἀρ­χάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί» (Ἑβρ. 1,10 = Ψαλμ. 101,26). Σύ, Θεέ μου, λέει, ἔφτειαξες τὴ γῆ καὶ ὅλα τὰ ὡραῖα ποὺ βλέπουμε. Θαῦμα ἡ Δημιουργία.

Μεγαλύτερο ὅμως θαῦ­μα εἶνε ἡ ἁρμονία καὶ τάξις, τ᾽ ὅτι ὅλα αὐτὰ βρίσκονται στὴ θέσι τους, πειθαρχοῦν σὰν στρατιῶτες, κινοῦνται μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια. Γιατὶ ὁ Δημιουργὸς σὲ ὅλα τὰ δημιουργήματά του, ἀπ᾽ τὰ μεγαλύτερα μέχρι τὸ μό­ριο τῆς ὕλης, ἔβαλε νόμους, τοὺς φυ­­­σικοὺς νόμους. Ὅλα λειτουργοῦν ἐπὶ τῇ βάσει τῶν νόμων, κανένα δὲν ἐκτρέπεται ἀπὸ αὐτούς. Στὴν ὥ­ρα τους εἶνε ὅλα· «Ὁ ἥλιος ἔ­γνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. Ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ» (Ψαλμ. 103,19-20)! αὐτὸς εἶνε ἕνας ἀπ᾽ τοὺς ὡ­ραιότερους στίχους τοῦ Ψαλτηρίου.

–Μὰ τί ἔπαθες; Ἔφυγες ἀπ᾽ τὸ θέμα σου. Εἶπες ὅτι θὰ μιλήσῃς περὶ ἁμαρτίας, καὶ μᾶς μιλᾷς γιὰ φυσικοὺς νόμους;…

Δὲν ἔφυγα ἀπ᾽ τὸ θέμα. Θέλω νὰ πῶ καὶ νὰ τονίσω, ὅτι μέσα στὴν ἁρ­­μο­νία τοῦ σύμπαντος ὑπάρχει μία δυσαρμονία, μία ἀ­ταξία· στὴ «συν­αυλία», ποὺ παίζουν ὅλα, τὸ αὐτὶ τοῦ Μαέ­στρου συλλαμβάνει μιὰ παραφωνία. Ὁ κόσμος ὁλόκληρος σὰν μιὰ κιθάρα παίζει τὸν ὕμνο τοῦ Δημιουργοῦ «Αἰ­νεῖ­τε αὐτὸν τὰ πάντα, ἡ σελήνη, τὸ χιόνι, τ᾽ ἀ­­στέ­ρια, μικρὰ – μεγάλα, οἱ πάν­τες αἰ­νεῖτε τὸν Θεόν» (βλ. Ψαλμ. 148ος). Ἀλλὰ μέσα στὴν ἁρ­μονία ὑ­πάρχει μία δυσαρμονία, μία ἀ­ταξία, ἕ­να φάλτσο. Ποιό; Ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου!

⃞ Ὅπως στὰ ἄλλα δημιουργήματα ὁ Θεὸς ἔ­θεσε νόμους, ἔτσι καὶ στὸν ἄνθρωπο. Ὄχι νόμους φυ­­σικοὺς ἀλλὰ ἠθικούς, ποὺ εἶνε ἀνώτε­ροι. Μὴ μοῦ μιλᾶτε γιὰ νόμους ἀνθρώπων σὰν αὐ­τοὺς ποὺ ψηφίζει ἡ βουλή, νόμους τοῦ κρά­τους. Γιὰ ἕνα νόμο ὁμιλῶ ἐγώ· νόμο αἰώνιο, ἀ­κατάλυτο, ἀθάνατο. Ποιός εἶνε αὐτός; Εἶ­νε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκ­φράζε­­ται μὲ δύο τρόπους· μὲ τὴ φωνὴ τῆς συν­ειδή­σε­ως (ἄγραφος νό­­μος) ποὺ ὑπαγορεύει «Κάνε τὸ καλὸ καὶ φεῦγε ἀπ᾽ τὸ κακό», καὶ μὲ τὸ γραπτὸ νόμο τοῦ Εὐ­αγγε­λίου, τὴν ἁγία Γραφή, ποὺ λέει «Ἔκκλινον ἀ­­πὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15). Τί εἶ­νε λοιπὸν ἡ ἁμαρτία; Εἶνε ἀνομία, εἶνε ἡ παράβασις τοῦ θείου νόμου ὅπως λέει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅ­γιο· «ἡ ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία» (Α΄ Ἰω. 3,4).

⃞ Ὅπως στὴ φύσι ὅλα κινοῦνται πάνω στὴν τροχιὰ τοῦ φυσικοῦ νόμου, ἔτσι κι ὁ ἄν­θρωπος πρέπει νὰ κινῆται ἐπάνω στὸν πνευματικὸ νόμο τοῦ θεί­ου θελήματος. Τὸ κάνει; Ἂν τὸ ἔκανε, θὰ ὑπῆρχε ἁρμονία, ἡ γῆ θὰ ἦταν παράδει­σος. Κάνοντας ὅμως τὴν ἁμαρτία ξεφεύγει ἀπὸ τὴν τροχιά του, ἐκτροχιάζεται. Ἡ ἁμαρτία λοι­πὸν εἶνε ἐκτροχιασμός, παράβασις τοῦ νόμου ποὺ ὁ Θεὸς ἔβαλε μέσα του.

⃞ Παρ᾽ ὅλα αὐτὰ τὴν ἁμαρτία ὄχι μόνο τὴν κά­­νουμε ἄφοβα, ἀλλὰ καὶ τὴ γευόμαστε εὐ­χαρίστως. Τὸ λέει ἡ Γραφή· Θά ᾽ρθουν χρόνια ποὺ ὁ ἄν­θρω­πος θὰ πίνῃ τὴν ἁμαρτία σὰν ἕνα ποτή­ρι δροσερὸ νερὸ τὸ κα­λοκαίρι (βλ. Ἰὼβ 15,16). Σὰν παγωτό· ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ «παγωτὸ» θὰ βγῇ στὸ τέλος φαρμάκι, παράθειο· καταστροφή, ὄλεθρος, πανωλεθρία. Για­τὶ ξέρεις τί βάρος ἔ­χει ἡ ἁμαρ­τία; Ὄχι μόνο ἡ πιὸ βαρειά (π.χ. μοιχεία, πορνεία, κλοπή, φό­νος, πλαστογραφία, διάρρηξις…), ἀλλὰ κι αὐτὴ ποὺ θεωρεῖ­ται ὡς πιὸ μικρή, π.χ. τὸ ψέμα. Ἐλᾶτε νὰ ζυγί­σουμε στὴν πλά­στιγγα τοῦ Εὐαγγελίου τὸ ψέμα. Βάλε στὸ ἕ­να μέρος τὸ «ψεματάκι» ποὺ εἶ­πες στὴ μάνα σου ἢ στὸν προϊστάμενό σου. Ξέρεις πόσο βάρος ἔχει; Ἔ­λα νὰ τὸ σηκώσῃς. Ὄχι ἕνας ἀλλὰ καὶ χίλιοι δὲν μποροῦμε νὰ τὸ σηκώσουμε. Κι ὄχι μόνο ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί. Ἐλᾶτε Παναγία, ἐλᾶτε οἱ ἅγιοι, οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, «τὰ Χερου­βὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ, ἑ­ξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά» (θ. Λειτ.), ἐλᾶτε κάτω στὴ γῆ νὰ σηκώσετε τὸ βάρος. Ἀδύνατον, μένει ἀκίνητο!

–Μὰ τότε, πάτερ, μᾶς ἀπελπίζεις!…

* * *

Ὅσο μποροῦσε, ἀδελφοί μου, ὁ παράλυτος νὰ σηκώσῃ τὸ κουτάλι του, ἄλλο τόσο μπο­ρεῖ καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς νὰ σηκώσῃ τὸ ἁμάρτημά του. Ποιός λοιπὸν τὸ σηκώνει; Οὔτε ἄγγελος οὔτε ἀρ­χάγγελος. Ποιός τότε; Τὸ πιστεύεις; – φθάσαμε στὸ καίριο σημεῖο. Ποιός; «Δεῦτε προσ­κυ­νήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ»! Αὐτὸς σή­κωσε τὸ βάρος τῆς ἁ­μαρτίας. Στὸ ἄλλο μέρος τῆς ζυγαριᾶς ἔπεσε – τί· τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας ποὺ εἶνε στὸ δισκοπότηρο. Μιὰ σταλαγμα­τιά –τί λέω–, ἕνα ἠ­λεκτρόνιό του ἂν πέσῃ στὸ ἄλλο μέρος τῆς ζυ­γαριᾶς μαζὶ μὲ δάκρυα εἰλικρινοῦς μετανοί­ας, πανηγυρίζουν τότε στὸν οὐρανὸ οἱ ἄγ­γελοι. Θαῦμα μέγα γίνεται ὅταν στὸ ἐξομολο­γητήριο ἀκουστῇ ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ «Τέκνον, ἀ­φέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5).
Νά τὸ θαῦμα τὸ μέγα, ποὺ εἴθε νὰ τὸ νιώσου­με, νὰ τὸ πιστέψουμε καὶ νὰ τὸ ζήσουμε.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


Απολλώ Μοναχός 
Ιερά Μονή Δοχειαρίου 
63087 Δάφνη Αγίου Όρους 
τηλ.  6944567223 

φαξ. 2377023271