Η Παναγία η Γραβαλιώτισσα αποκαλείται και η «Παναγία με τα κρινάκια», καθώς οι ξεροί κρίνοι που τοποθετούνται στην εικόνα της Παναγίας ανθίζουν στην εορτή της για δεύτερη φορά μέσα στον χρόνο
Στην Πάστρα παρουσιάζεται κάθε χρόνο ένα θαύμα το οποίο συντελείται κάθε Δεκαπενταύγουστο στην εκκλησία αυτή.
Στο προαύλιο χώρο του ιερού ναού της «Παναγίας με τα κρινάκια», στα διάφορα παρτέρια που βρίσκονται σ’ αυτό, οι γυναίκες του χωριού φυτεύουν βολβούς «παρθενόκρινων».
Σύμφωνα με την παράδοση αιώνων, την Κυριακή των Αγίων Πάντων τοποθετούνται τα κρίνα από τον ιερέα μπροστά από την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.
Όταν έλθει η πρώτη Αυγούστου και ξεκινήσουν οι Παρακλήσεις στην Παναγία και μέχρι τις δεκαπέντε Αυγούστου, ημέρα κοιμήσεως της Θεοτόκου, ανθίζουν ξανά οι ξεραμένοι κρίνοι και μπουμπουκιάζουν.
Δείτε το βίντεο
Μόλις τελειώσει η Θεία Λειτουργία της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο ιερέας τα μοιράζει σαν ευλογία σε όλους.
«Είναι το θαύμα της Παναγίας της Γραβαλιώτισσας» όπως επισημαίνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ κάτοικοι του χωριού που περιμένουν κάθε χρόνο με ανυπομονησία η Παναγία να τους «φανερωθεί» όπως λένε.
Η Παναγία η Γραβαλιώτισσα
πήρε το όνομά της από τα «γράβαλα», όπως τα λένε οι Κεφαλλονίτες, δηλαδή τις τσουγκράνες.
Σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση, πριν από αιώνες, το 1720, άρχοντας του τόπου ήταν ο Κόντε Λιανός.
Στις αρχές του Αυγούστου είχαν ξεκινήσει οι προετοιμασίες για τη νέα σοδειά των αμπελιών.
Τότε ένας υπηρέτης καθαρίζοντας τα ξερά χόρτα με τα γράβαλα, τις τσουγκράνες, γράπωσε ένα ξύλο.
Προσπαθώντας να το βγάλει από τα δόντια του γράβαλου, διαπίστωσε ότι το ξύλο ήταν μία εικόνα της Παναγίας.
Άναυδος ο φτωχός εργάτης, πήρε την εικόνα και την τοποθέτησε σε ένα σωρό από ξερά και πεταμένα χόρτα και έτρεξε να ειδοποιήσει τον Κόντε.
Εκείνος τότε του έδωσε εντολή να πάει την εικόνα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.
Το ίδιο βράδυ όμως, ο Κόντες είδε την Παναγία στον ύπνο του να του λέει: γιατί με πήρες από το σπίτι μου;
Νωρίς το πρωί ο Κόντες πήγε και πήρε την εικόνα με σκοπό να την κρατήσει στο σπίτι του. Ο Κόντες είχε μια κόρη άρρωστη, καθηλωμένη για πολλά χρόνια, σε μια αναπηρική καρέκλα.
Μόλις η νεαρή κοπέλα αντίκρισε την εικόνα, ανασηκώθηκε στα δύο της πόδια και με αργά προσεκτικά βήματα, την προσκύνησε.
Μετά από αυτό ο Κόντες πήρε απόφαση να χτιστεί η εκκλησία της Παναγίας στο μέρος στο οποίο βρέθηκε η εικόνα. Πηγαίνοντας όμως οι εργάτες εκεί, ήρθαν αντιμέτωποι με κάτι συγκλονιστικό.
Ο σωρός με τα ξερά χόρτα στον οποίο είχε τοποθετήσει ο εργάτης την εικόνα είχε ανθήσει και μέσα από τα ξερά κλαδιά διακρινόταν πράσινα φύλλα και μικρά ανθισμένα μπουμπούκια κρίνων.
Έτσι χτίστηκε η εκκλησία που μετέπειτα έγινε ιερά μονή, η οποία στο πέρασμα του χρόνου καταστράφηκε και οι πληροφορίες που διασώζονται είναι ελάχιστες.