«Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου» (Ματθ. 19,20)
"Τὴν ἀκολασία ὁ διάβολος τὴ «βάφτισε» μὲ νέο ὄνομα...
Φτάσαμε σὲ χρόνια σατανικά. Καὶ ἡ λέξι «σὲξ» δὲν εἶνε τίποτ᾽ ἄλλο παρὰ ἕνα «χρυσόχαρτο», μὲ τὸ ὁποῖο ὁ διάβολος τυλίγει τὸ χάπι ποὺ περιέχει τὸ φαρμάκι"·
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Θά ᾽πρεπε
νὰ τ᾽ ἀκούσουν ὅλοι· νέοι, ἐκπαιδευτικοί, καὶ προπαντὸς γονεῖς. Τεντώνουν τ᾽ αὐτιά τους σὲ διαφόρους σταθμούς· ἂς ἀκούσουν τὴν Ἐκκλησία μας ποὺ κελεύει «Σοφία· ὀρθοὶ ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου». Ὅταν διαβάζεται τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ ἄνθρωπος δὲν πατάει στὴ γῆ, εἶνε στὰ οὐράνια, ἀκούει τὴ φωνὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου!
* * *
Ἦρθε, λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, κάποιος στὸ Χριστὸ καὶ παρακαλοῦσε. Τί ἤθελε ἆραγε; Ἦταν φτωχὸς καὶ ζητοῦσε ἐλεημοσύνη; Ὄχι, ἦταν πλούσιος μὲ μεγάλη περιουσία. Μήπως ἦταν ἄρρωστος καὶ ζητοῦσε θεραπεία; Ὄχι, ἦταν νέος καὶ ὑγιής. Μήπως ἦταν ἄσημος, παραγκωνισμένος; Ὄχι· κοντὰ στὰ ἄλλα εἶχε καὶ ἀξιώματα. Τίποτε ὅμως ἀπ᾽ αὐτὰ δὲν τὸν ἱκανοποιοῦσε. Διψοῦσε κάτι ἄλλο. Ἡ ψυχὴ διψάει τὸ Θεό. Ὅπως τὸ ψάρι δὲν ζῇ ἔξω ἀπ᾽ τὴ θάλασσα καὶ τὸ πουλὶ ἔξω ἀπ᾽ τὸν ἀέρα, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ μακριὰ ἀπ᾽ τὸ Θεό. Ἦρθε λοιπὸν στὸ Χριστὸ καὶ ρωτοῦσε μὲ πόθο· –Τί νὰ κάνω γιὰ νὰ βρῶ τὴν αἰώνιο ζωή; (Ματθ. 19,16).
Ὁ Χριστὸς τοῦ ἔδειξε ἢ μᾶλλον τοῦ ἄνοιξε τὸ δρόμο, ποὺ εἶνε ἡ τήρησι τῶν ἐντολῶν· «οὐ κλέψεις», «οὐ μοιχεύσεις», «οὐ φονεύσεις», «οὐ ψευδομαρτυρήσεις», «τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου» καὶ «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ἔξ. 20,12-16. Δευτ. 5,16-21. Λευϊτ. 19,18. Ματθ. 19,18-19). Ὁ νέος λέει· –Αὐτὰ ἐγὼ τὰ φύλαξα ἀπὸ μικρός. Ζητάει κάτι ἀκόμα ὑψηλότερο, δὲν ἱκανοποιεῖται. Θέλει νὰ πλησιάσῃ τὸ Θεὸ περισσότερο. Ὅπως ἕνας ποὺ ἔχει μιὰ ἀγάπη – ἕναν ἔρωτα ζητάει νὰ βρεθῇ κοντὰ στὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαπάει, ἔτσι αὐτὸς ζητοῦσε νὰ πλησιάσῃ περισσότερο τὸ Θεό. Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· –Ἂν θέ᾽ς τὴν τελειότητα, ἕνας εἶν᾽ ὁ δρόμος· «Ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς» (Ματθ. 19,21). Ἀλλὰ δυστυχῶς τὰ «κότσια» του δὲν βαστοῦσαν· δὲν εἶχε ὁ καημένος φτερὰ γιὰ παραπάνω.
Πάντως ὁ νέος αὐτὸς εἶνε συμπαθὴς καὶ ἄξιος ἐκτιμήσεως. Ὁ Χριστὸς εἶδε ὅτι εἶχε μέσα του αἰσθήματα· ἀγαποῦσε – φοβόταν τὸ Θεό, καὶ εἶχε τηρήσει τὶς ἐντολές του ἀπὸ μικρός· δὲν λέρωσε τὰ χέρια του μὲ κλεψιές, τὸ κορμί του μὲ μοιχεῖες καὶ πορνεῖες, τὴ γλῶσσα του μὲ ψέματα καὶ ψευδορκίες· δὲν στενοχώρησε τοὺς γονεῖς, δὲν ἀδίκησε καὶ δὲν ἐκμεταλλεύτηκε τὸν ἀδύναμο, δὲν ἔβαψε τὰ χέρια του στὸ αἷμα.
Καὶ ἐρωτῶ τώρα.
Πῶς εἶνε σήμερα οἱ νέοι; Μοιάζουν μὲ τὸ νέο τοῦ εὐαγγελίου; Τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ; κρατοῦν τὴ γλῶσσα τους καθαρή; διατηροῦν τὸ κορμί τους ἀμόλυντο; Ὁ νέος αὐτὸς παρακαλοῦσε τὸ Χριστὸ νὰ τοῦ δείξῃ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ· καὶ σήμερα ἀκούγεται πάλι ἡ πρόσκλησι· Ἐλᾶτε σ᾽ ἐμένα, παιδιά μου, ἐλᾶτε στὴν Ἐκκλησία μου… Λοιπὸν οἱ νέοι μας τί κάνουν, πλησιάζουν τὸ Χριστό;
Ἂν παρατηρήσετε τὰ ἐκκλησιάσματα, θὰ δῆτε κυρίως γέρους καὶ γριές· οἱ νέοι μετρημένοι στὰ δάχτυλα. Σπανίζουν σήμερα αὐτοὶ ποὺ τηροῦν τὶς ἐντολὲς καὶ θά ᾽ταν ἄξιοι νὰ ἐπαναλάβουν τὴ φράσι τοῦ νέου τοῦ εὐαγγελίου «Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου» (Ματθ. 19,20).
Οἱ σημερινοὶ νέοι διαφέρουν πολὺ ἀπὸ τὸν ἀξιοσυμπάθητο ἐκεῖνον ἄνθρωπο. Μέσ᾽ στοὺς χίλιους εἶνε ζήτημα ἂν θὰ βρῇς ἕνα νέο ἢ μιὰ νέα ποὺ ν᾽ ἀγαπάῃ τὸ Θεό. Ἀκοῦνε καμπάνα καὶ βλαστημᾶνε, βλέπουν παπᾶ στὸ δρόμο καὶ χειρονομοῦν αἰσχρά, σηκώνουν χέρι καὶ χτυπᾶνε τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα, λένε λόγια ἀκατονόμαστα. Μιλᾷς σὲ μιὰ νέα γιὰ διάφορα κοσμικὰ πράγματα καὶ σ᾽ ἀκούει μὲ τὸ στόμα ἀνοιχτό· ἂν τῆς μιλήσῃς γιὰ τὸ Θεό, χασμουριέται. Τί συμβαίνει λοιπόν, τί ἔγινε; τί ἔπαθαν οἱ νέοι μας; τί φταίει καὶ ἄλλαξαν τόσο;
Τοὺς ἔφαγε μιὰ ἁμαρτία. Τὴν τρῶνε ὄχι μὲ τὸ κουταλάκι ἀλλὰ μὲ τὴν κουτάλα. Ποιά εἶνε; Τὴ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. ἔ.ἀ. 19,18), ἂν ὅμως ἀκουστῇ στὸ κήρυγμα, θὰ ποῦν· Τί κήρυκας εἶν᾽ αὐτός; αἰσχρὰ πράγματα εἶπε σήμερα… Μὰ τὰ εἶπε ὁ Κύριος· δὲν θὰ γίνω ἐγὼ πιὸ εὐγενὴς ἀπὸ τὸ Χριστό, ποὺ λέει «τὰ σῦκα σῦκα καὶ τὴ σκάφη σκάφη», τὴ νύχτα νύχτα καὶ τὴν ἡμέρα ἡμέρα; Ποιά εἶνε ἡ ἁμαρτία αὐτή;
Οἱ «πολιτισμένοι» καὶ «μορφωμένοι» τοῦ αἰῶνος μας δὲν τὴ λένε μὲ τ᾽ ὄνομά της· βρῆκαν μιὰ ἄλλη λέξι, ξενική· «σέξ» (sex)! αὐτὴν πιπιλίζουν σὰν καραμέλλα. Μὲ τὴ μοντέρνα αὐτὴ λέξι ἐπιδιώκουν νὰ ἐξωραΐσουν τὴ φοβερὴ ἁμαρτία τῆς σαρκικῆς ἀκολασίας, γιὰ νὰ καθησυχάζουν τὴ συνείδησί τους καὶ νὰ μὴν αἰσθάνωνται τύψεις. Τὴν ἀκολασία ὁ διάβολος τὴ «βάφτισε» μὲ νέο ὄνομα. Τὸ σὲξ ἔγινε εἴδωλο. Ἡ μοιχαλίδα σήμερα λέγεται «φιλενάδα» κι ὁ ἄτιμος ἄντρας λέγεται ὄχι μοιχὸς ἀλλὰ «φίλος». «Φίλος», «φιλενάδα», «σέξ»!… ὄμορφα λόγια. Καὶ μόνο ὁ ἱεροκήρυκας ἂν τὰ πῇ μὲ τ᾽ ὄνομά τους, τότε αὐτὸς εἶνε αἰσχρός.
Ἀκοῦς δεσποινίδες ἢ καὶ γριὲς μὲ ἄσπρα μαλλιά, μικροὺς καὶ μεγάλους στὰ σαλόνια νὰ μιλοῦν γιὰ τὸ σέξ· βλέπεις στὶς ἐφημερίδες μεγάλοι πορνογράφοι νὰ γράφουν γιὰ σέξ· στὰ σχολεῖα καὶ στὰ πανεπιστήμια γίνεται λόγος γιὰ σεξουαλισμό· ἔγινε μάλιστα πρότασις, ἀντὶ γιὰ τὰ θρησκευτικὰ νὰ εἰσαχθῇ μάθημα σεξουαλικῆς ἀγωγῆς καὶ στὰ μικρὰ παιδιά!
Φτάσαμε σὲ χρόνια σατανικά. Καὶ ἡ λέξι «σὲξ» δὲν εἶνε τίποτ᾽ ἄλλο παρὰ ἕνα «χρυσόχαρτο», μὲ τὸ ὁποῖο ὁ διάβολος τυλίγει τὸ χάπι ποὺ περιέχει τὸ φαρμάκι· ἀλλὰ τὸ φαρμάκι, εἴτε τὸ χρυσώσῃς εἴτε τὸ πῇς σιρόπι, φαρμάκι εἶνε. Αὐτὴ ἡ τακτικὴ τοῦ εὐφημισμοῦ παριστάνει ὡς ἀκίνδυνο τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἔτσι ἐξαπατᾷ τοὺς πολλούς.
Ἡ πραγματικότητα εἶνε ὅτι τὸ κακὸ αὐτό, τὸ σέξ, ἔχει διαλύσει τοὺς νέους. Κύριο ἐκπαιδευτήριο στὴν ἀκολασία εἶνε οἱ ἄθλιες ταινίες στὴν ὀθόνη (κινηματογράφο – τηλεόρασι). Εἶνε σχολεῖο ἀκολασίας καὶ ἐγκλήματος. Ἀπὸ τὶς ἑκατὸ ταινίες οἱ ἐνενηνταενιὰ μιλᾶνε γιὰ σὲξ καὶ ἐγκλήματα. Ὅποιος βλέπει τὰ γκαγκστερικὰ καὶ σεξουαλικά, ἀλλοιώνεται. Ἀπὸ ᾽κεῖ κυρίως προέρχεται ἡ διαφθορὰ τῆς νεολαίας.
Στὴν Ἀμερικὴ εἶνε τὸ Χόλλυγουντ, ὅπου παράγονται οἱ ταινίες αὐτές. Ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες ὅτι συνέλαβαν κάποιον φοιτητή, ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε σ᾽ ἕνα πύργο, πυροβόλησε καὶ σκότωσε δεκαπέντε ἀνθρώπους. Ὅταν τὸν ἀνέκριναν τί εἶδαν, ἀπὸ ποῦ πῆρε τὸ μάθημα; Ἀπ᾽ τὴν ὀθόνη· εἶδε μιὰ ταινία, καὶ μετὰ ὅ,τι εἶδε τό ᾽κανε πρᾶξι. Ἔτσι βγαίνουν κακοποιοὶ μὲ δίπλωμα.
Ἄλλοτε τὰ παιδιά, ἀγόρια καὶ κορίτσια, μεγάλωναν, ἔφταναν μέχρι εἴκοσι ἐτῶν, καὶ δὲν εἶχαν ἰδέα ἀπὸ αὐτὰ τὰ αἰσχρὰ καὶ ἀκατονόμαστα· τώρα ἀπ᾽ τὸ μαστὸ τῆς μάνας τους μαθαίνουν τὴν ἀτιμία. Ὅπως τὸ παπὶ μόλις γεννηθῇ πέφτει μέσ᾽ στὴ λίμνη, ἔτσι τὰ παιδιὰ ἀπὸ βρέφη μολύνονται στὴν ἀτιμία.
Ὅποιος πέσῃ στὸ σέξ, κλάψτε τον. Μάνα – πατέρα, προτιμότερο ἡ κόρη ἢ ὁ γυιός σου νὰ πέσῃ σ᾽ ἕνα λάκκο μὲ ἀσβέστη παρὰ στὸ σέξ. Ὅσοι παγιδεύονται στὸ σὲξ εἶνε ἀξιοθρήνητοι, γιατὶ θὰ γίνουν τεμπέληδες, αὐθάδεις, προπετεῖς, ψεῦτες, κλέφτες, χαρτοπαῖκτες, ἐγκληματίες· καὶ τὴ μάνα τους θὰ προδώσουν, καὶ τὸν πατέρα, καὶ τὴν πατρίδα τους, τὰ πάντα. «Ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται» (Ψαλμ. 41,8). Ὅπως ὅταν ἀφήσῃς μιὰ σφαῖρα – μιὰ μπάλλα ἀπὸ ἕνα ὕψωμα, αὐτὴ κατρακυλάει ὥσπου νὰ φτάσῃ στὸ χαμηλότερο σημεῖο, ἔτσι καὶ ὅποιος παγιδεύεται στὴν ἀκολασία, κυλάει ὣς τὸν πάτο τῆς κολάσεως. Τὸ σὲξ εἶνε καταστροφή.
* * *
Τί πρέπει νὰ γίνῃ, ἀγαπητοί μου; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ἐσεῖς ἔχετε παιδιά. Πᾶνε τὰ νιᾶτα, πάει ἡ νεολαία μας, σάπισε κυριολεκτικῶς. Ἐκπαιδευτικοὶ καὶ γονεῖς, ἐνῷ γιὰ ἄλλα ζητήματα φροντίζουν, δυστυχῶς ἀδιαφοροῦν γιὰ τὰ κακὰ ποὺ μαστίζουν τὴν ἠθικὴ ζωὴ τῆς νεολαίας. Πολλὰ πράγματα ἔπρεπε νὰ γίνουν.
Ποῦ εἶνε οἱ δασκάλοι καὶ οἱ καθηγηταί; Κάνουν ἀπεργία γιατὶ τὸ κράτος δὲν τοὺς πληρώνει ὅπως τοὺς ἀξίζει. Πολὺ καλά. Γιὰ τὸ μισθό τους κάνουν ἀπεργία, ἀλλὰ γιὰ τὰ παιδιά, ποὺ σαπίζουν, δὲν σκέφτηκαν ποτὲ νὰ κάνουν κάτι καὶ νὰ ποῦν στὴν κυβέρνησι· Ἢ θὰ κλείσετε σεῖς τὰ σχολεῖα τοῦ ἐγκλήματος, ἢ κλείνουμε ἐμεῖς τὰ δικά μας σχολεῖα!
Καὶ οἱ γονεῖς; Ἔπρεπε νὰ ὑψώσουν μαῦρες σημαῖες, νὰ κάνουν σταυροφορία, νὰ ἀπαιτήσουν ἀπὸ τὸ κράτος νὰ κλείσῃ τὰ κέντρα τῆς διαφθορᾶς καὶ ν᾽ ἀπαγορεύσῃ τὴν κυκλοφορία φθοροποιῶν ἐντύπων, προτοῦ νὰ ἔρθῃ ἡ καταστροφή, προτοῦ νὰ τοὺς φέρουν καμμιὰ μέρα στὸ σεντόνι τὸ γυιὸ ἢ τὴν κόρη τους… Δὲν τὸ κάνουν δυστυχῶς, δὲν συγκινοῦνται· οὔτε κινοῦνται νὰ ἐξαλείψουν κάθε τὶ ποὺ ἐμποδίζει τὴν σώφρονα ζωή, ὅπως εἶνε π.χ. ὁ ὀθνεῖος θεσμὸς τῆς προίκας, ποὺ ματαιώνει τὸ γάμο τῶν νέων.
Ἂν δὲν γίνουν αὐτά, ἡ πατρίδα χάθηκε. Ἂς ξυπνήσουν οἱ παπᾶδες, οἱ δεσποτάδες, οἱ ἐκπαιδευτικοί, ὁ τόπος ὅλος, ἂς σηκωθοῦν καὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ μνήματα, ἂν θέλουμε νὰ σωθοῦν τὰ παιδιά μας, ἡ νέα γενεά.
Ὁ δὲ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων εἴθε νὰ μᾶς σώσῃ· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απολλώ Μοναχός
Ιερά Μονή Δοχειαρίου
63087 Δάφνη Αγίου Όρους
τηλ. 6944567223
φαξ. 2377023271