Aρχ/του Δανιήλ Ἀεράκη
Ποιός καθορίζει την εμφάνισι των γυναικών, ιδίως τώρα το καλοκαίρι; Η αισχρότητα ή η σεμνότητα; Η αιδώς ή η αναισχυντία; Ο σεβασμός ή η ξετσιπωσιά; Και μόνο πού
θίγουμε τὸ θέμα τοῦ ντυσίματος ἢ μᾶλλον τοῦ γδυσίματος τῶν γυναικῶν τὸ καλοκαίρι, γελᾶνε πολλοὶ καὶ ἀντιδροῦν: —Μ’ αὐτἀ θ’ ἀσχολούμαστε; Ἔχουμε τόσα ἄλλα προβλήματα!
Ὑπάρχει ὅμως πιὸ σοβαρὸ θέμα ἀπό ἐκεῖνο, ποὺ ἀσχολήθηκε ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Καὶ ἕνα βλέμμα πονηρὸ νὰ ρίξη ἕνας ἄνδρας σὲ μιὰ γυναίκα (εἶπε), ἰσοδυναμεῖ μὲ μοιχεία! «Ὁ βλέπων γυναίκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτήν, ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. ε΄28). Τὸ πονηρὸ βλέμμα τὸ προκαλεῖ κυρίως μιά ἄσεμνη γυναίκα. Καὶ τὸ πονηρὸ βλέμμα, ποὺ ἀνάβει σαρκικὴ φωτιά, τὸ ρίχνει καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη ἕνας ἄνδρας, ὅταν γύρω του, στὸ δρόμο, στὰ μέσα συγκοινωνίας, ὁπουδήποτε προκαλῆται ἀπο τὴν γύμνια ὁρισμένων γυναικών. Καὶ ὄχι μόνο ἔξω κυκλοφορεῖ ἡ γυμνότητα, ἰδίως τὸ καλοκαίρι, ἀλλά βρίσκεται χειμώνα καλοκαίρι στὸ ἴντερνετ, ποὺ διαθέτουν πλέον τὰ περισσότερα κινητὰ τηλέφωνα! Γιὰ ἕνα χριστιανὸ ἄνδρα, νέο ἢ καὶ ἡλικιωμένο, τὸ σπουδαιότερο θέμα (ἡ μεγαλύτερη νίκη) εἶναι νὰ κρατήση τὰ μάτια του ἁγνά.
Ὑπάρχει πιὸ σοβαρὸ θέμα ἀπό αὐτὸ ποὐ ἀσχολεῖται ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Μιλάει, ὄχι ἁπλῶς γιὰ σεμνό ντύσιμο στὶς γυναῖκες, ἄλλα γιὰ «καταστολή», δηλαδή, νὰ καλύπτεται ὅλο τὸ σῶμα τους ὥστε νὰ μὴν ὁδηγῆ ἡ ἀπρεπἠς ἐμφάνισις σὲ σαρκικὲς ἐπιθυμίες τοὺς ἄνδρες! «Βούλομαι τὰς γυναίκας ἐν καταστολῇ κοσμίᾳ, μετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσμεῖν ἑαυτάς...» (Α΄Τιμ. β΄ 9).
• Ὑπάρχει λοιπόν πιὸ σοβαρὸ θέμα ἀπό τό πυράκτωμα τῆς σεξουαλικῆς φωτιᾶς, ποῦ γίνεται καμίνι ἀπό τὴν ἔκθεσι γυμνοῦ σώματος, ἀνδρὸς ἢ γυναικός;
Κι ἄς μὴ σπεύσουν μερικοὶ νὰ δικαιολογήσουν τὸ γυμνισμό, λέγοντας:
—Μπορεῖ ἐξωτερικὰ νά ’ναι ἄσεμνοι, ἀλλά μέσα τους εἶναι... καλοὶ ἄνθρωποι! Ὁ Θεὸς βλέπει τὸ μέσα, ὄχι τὸ ἔξω!
Ἄς ἀκούσουμε τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο: «Καὶ ἡ στολὴ κατεσταλμένη... Ἡ γὰρ τῶν μελῶν τῶν ἔξωθεν εὐταξία εἰκῶν τὶς ἐστι τῆς ἐν τῇ ψυχῇ καταστάσεως» (Ε.Π.Ε. 36,88-90). Μετάφρασις: Καὶ τὸ ντύσιμο νά ‘ναι σεμνό. Διότι ἡ καλὴ ἐξωτερικὴ ἐμφάνισις εἶναι καθρέφτης τῆς καταστάσεως πού ἐπικρατεῖ στὴν ψυχή.
• Ὁ Θεὸς βλέπει καὶ τὸ μέσα καὶ τὸ ἔξω. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ θεωρῆ ἅγιον ὅποιον ὁδηγεῖ τοὺς ἄλλους στὴν ἁμαρτία!
Κάθε εὐσεβὴς γυναίκα μπροστά της ἔχει ὡς πρότυπο (μοντέλο) τὶς ἅγιες γυναῖκες, πού ὅλες παριστάνονται στὶς εἰκόνες σεμνὰ ντυμένες. Γιὰ τὴν εὐσεβῆ γυναίκα ἡ μόδα τοῦ ντυσίματος, καὶ μέσα καὶ ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, λέγεται «σεμνότητα».
• Πιστεύουμε, ὅτι γιὰ τὶς περισσότερες γυναῖκες, πού τολμοῦν μὲ κυνισμὸ νὰ μπαίνουν σὲ ἱερὸ χῶρο (μὲ ἄσεμνο ντύσιμο, πού μᾶλλον μὲ γδύσιμο ἰσοδυναμεῖ…), δὲν ἰσχύει τὸ ἐλαφρυντικό τῆς ἄγνοιας. Ξέρουν, ὅτι ἡ ἐμφάνισις τοὺς εἶναι προκλητική. Καὶ ὄχι μόνο το ξέρουν, ἀλλά τό... ἐπιδιώκουν!
Γι’ αὐτὸ καί «γδύνονται», ὄχι φυσικὰ ἐπειδή ζεσταίνονται, ἀλλά πρωτίστως γιατί θέλουν νὰ προκαλέσουν τὰ βλέμματα τῶν ἀνδρῶν.
Ἂν ὁ Κύριός μας ἔβγαλε ἔξω ἀπ’ τὸ Ναὸ τοῦ «Σολομῶντος» (τῆς παλαιᾶς Διαθήκης) ὅσους τὸν βεβήλωναν, θὰ ἀνεχόταν τὴ βεβήλωσι τῶν Ναῶν τῆς Καινῆς Διαθήκης; Εἶδε τότε μέσα στὸ Ναὸ «πρόβατα καὶ περιστέρια» καὶ χρησιμοποίησε φραγγέλιο (Ἰωάν. Β΄ 18). Καὶ θὰ ἔμενε ἀδιάφορος μπροστά σέ ἄσεμνα καὶ ἀναιδῆ πρόσωπα, ποὐ κάθε ἄλλο παρὰ λευκὰ περιστέρια καὶ ἄκακα πρόβατα εἶναι;
Ὁ Ναὸς εἶναι τόπος ἡσυχίας καὶ ὄχι ἐσωτερικῆς ταραχῆς καὶ ἐξωτερικῆς ἀναταραχῆς. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ «διάγωμεν ἠσύχιον βίον ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι» (Α΄ Τιμ. β΄ 2), ὅταν καὶ σ’ αὐτὴν ἀκόμα τὴν ἱερή μας σύναξι, στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς πίστεως μας ταραζώμαστε; Καὶ ἡ ταραχὴ προέρχεται ἀπ’ τὴν ἀσέβεια (τὸ ἀντίθετο τῆς εὐσέβειας) καὶ ἀπ’ τὴν ἀναίδεια (τὸ ἀντίθετο τῆς ντροπῆς).
Τὸ θέμα τῆς γυμνιστικῆς μόδας κατὰ τοὺς θερινοὺς μῆνες δὲν εἶναι παρωνυχίδα. Εἶναι σοβαρό. Ἄν ἀπαιτῆ μικρὴ θυσία τὸ σεμνὸ ντύσιμο, δὲν ἀξίζει αὐτὴ ἡ θυσία; Οἱ μάρτυρες θυσίαζαν τὴ ζωή τους, γιὰ νὰ μὴν ἀρνηθοῦν τὸ Χριστὸ καὶ χάσουν τὴν οὐράνια βασιλεία Του! Καὶ οἱ σημερινοὶ χριστιανοὶ δὲν μποροῦν νὰ καλύψουν λίγο τὸ σῶμα τους γιὰ νὰ μὴν κολαστοῦν;
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τρόπους γιὰ νὰ περιφρουρῆ τὴν ἁγιότητα τῆς λατρευτικῆς της συνάξεως. Τὸ «πάντα κατὰ τάξιν καὶ εὐσχημόνως γινέσθω» (Α΄Κορ. ιδ΄ 40) δὲν εἶναι σχῆμα λόγου. Εἶναι λόγος, νουθεσία, προτροπή. Ἀλλ’ εἶναι καὶ ἐνέργεια. Ἄς ἐπανέλθη, λοιπόν, στὴ λατρεία μας ὁ ἅγιος θεσμὸς τῶν διακονισσῶν. Ἦσαν ἐνάρετες γυναῖκες, πού φρόντιζαν, ὡς «εὐταξίαι», γιὰ τὴ σεμνή παρουσία τῶν γυναικὼν κατὰ τή στιγμή τῆς Λατρείας.