«Διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε»
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός. Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος-Έργο
Ευαγγέλιο: (Μάρκ. θ΄ 17-31)
Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε παιδιόθεν. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε πιστεύω, κύριε βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ κρᾶξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. καὶ εἶπεν αὐτοῖς τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
«Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε»
Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς παρουσιάζει μὲ ἔντονα χρώματα τὸ δράμα ἑνὸς πατέρα. Ὁ γιός του ἐδῶ καὶ χρόνια – ἀπὸ παιδί – εἶχε κυριευθεῖ ἀπὸ δαιμόνιο, τὸ ὁποῖο τοῦ εἶχε ἀφαιρέσει τὴ λαλιά. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφθανε αὐτό, τὸν ἔριχνε σὲ φωτιὰ καὶ σὲ νερό, γιὰ νὰ τὸν θανατώσει. Ὁ πατέρας ἀπελπισμένος ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη βοήθεια ὁδήγησε τὸν γιό του στὸν Κύριο καὶ Ἐκεῖνος τὸν θεράπευσε. Αὐτὸ μᾶς παραδειγματίζει, γιὰ νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς τὴν ἴδια κίνηση. Διότι καὶ σήμερα τὰ παιδιά μας μεγαλώνουν μέσα σὲ μία κυριολεκτικὰ δαιμονοκρατούμενη κοινωνία. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ λοιπὸν ἂς δοῦμε πῶς μποροῦμε νὰ τὰ ὁδηγήσουμε στὸ Χριστό.
1. Μὲ τὴν ἔγκαιρη καὶ ἐπιμελημένη ἀγωγὴ
Ὁ Κύριος εἶχε πεῖ κάποτε: «Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με». Ἀφῆστε τὰ παιδιὰ καὶ μὴν τὰ ἐμποδίζετε νὰ ἔλθουν σ᾿ Ἐμένα (Ματθ. ιθ´ [19] 14). Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος θεωροῦσε προσὸν τοῦ μαθητῆ του Τιμοθέου τὸ ὅτι γνώριζε τὰ ἱερὰ γράμματα «ἀπὸ βρέφους» (Β´ Τιμ. γ´ 15).
Εἶναι λοιπὸν πολὺ σημαντικὸ νὰ δώσουμε χριστιανικὴ ἀγωγὴ στὰ παιδιά μας ἀπὸ τὴν πολὺ μικρή τους ἡλικία. Διότι τότε μαθαίνουν πολὺ εὔκολα καὶ ἐμπιστεύονται ἀπόλυτα τοὺς γονεῖς τους. Καὶ εἶναι ἐπεῖγον νὰ τὰ συνδέσουμε μὲ τὸν Χριστό, πρὶν προλάβει ἡ κοινωνία μας νὰ διαφθείρει τὶς ἀθῶες ψυχές τους.
Νὰ τὰ διδάξουμε νὰ κάνουν σωστὰ τὸν σταυρό τους, νὰ σέβονται τοὺς ἱερεῖς, νὰ ἀσπάζονται εὐλαβικὰ τὶς ἱερὲς εἰκόνες· νὰ ἐκκλησιάζονται καὶ νὰ κοινωνοῦν, ἀργότερα καὶ νὰ ἐξομολογοῦνται. Νὰ τοὺς διηγούμαστε ἱστορίες ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ βίους Ἁγίων. Νὰ τὰ μάθουμε νὰ προσεύχονται· νὰ ἀποστρέφονται τὸ κακὸ καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸ καλό, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νὰ τὰ διδάξουμε νὰ μὴν τὰ θέλουν ὅλα δικά τους, νὰ νηστεύουν, νὰ ἀναγνωρίζουν τὰ λάθη τους, νὰ συγχωροῦν, νὰ συμπονοῦν… Ὅλα αὐτὰ ὅμως ὄχι πιεστικά· μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ διάκριση, μὲ σεβασμὸ στὶς ἀντοχὲς τῆς ἡλικίας τους. Ἐπίσης θὰ τὰ ὁδηγήσουμε στὸ Κατηχητικό, τὸ ὁποῖο ἔχουμε εὐθύνη νὰ μὴ χάνουν ἐξαιτίας φροντιστηρίων ἢ ἄλλων ἀπασχολήσεων.
2. Μὲ τὸ παράδειγμα
Ἀγωγὴ ὅμως δίνουμε πολὺ περισσότερο μὲ τὸ παράδειγμά μας. Τὰ μικρὰ ἰδίως παιδιὰ μιμοῦνται αὐθόρμητα καὶ ἀντιγράφουν πιστὰ τὶς συνήθειες καὶ ἀντιδράσεις τῶν γονέων τους καὶ ὄχι μόνο.
Ἐὰν ἐμεῖς δὲν ζοῦμε καὶ δὲν χαιρόμαστε τὴ χριστιανικὴ ζωή, δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἐμπνεύσουμε στὰ παιδιά μας. Πῶς θὰ μάθει τὸ παιδὶ νὰ ἐκκλησιάζεται, ἂν δὲν ἐκκλησιάζονται οἱ γονεῖς του; Πῶς θὰ μάθει νὰ μὴν κατακρίνει, ἂν ἀκούει τοὺς γονεῖς του νὰ κατακρίνουν; Ἂν ἡ ζωή μας δὲν συμβαδίζει μὲ τὶς συμβουλές μας, τὰ παιδιὰ ὄχι μόνο δὲν θὰ τὶς ἀκούσουν, ἀλλὰ καὶ θὰ ἀντιδράσουν γιὰ τὴν ἀσυνέπειά μας.
Ἀντίθετα, δὲν μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε πόσο ἐντυπώνεται μέσα τους π.χ. ἡ εὐλαβικὴ στάση τοῦ πατέρα ἢ τῆς μητέρας στὴν προσευχὴ καὶ στὴ λατρεία, ἢ ἡ μεταξύ τους ἀλληλοσυγχώρηση. Τὰ παιδιὰ θὰ ἀγαπήσουν τὴν ἐν Χριστῷ ζωή, ἐὰν δοῦν τοὺς εὐλογημένους καρπούς της, τὴν ἐν Κυρίῳ χαρὰ καὶ εἰρήνη, στὴ ζωὴ τῶν γονέων τους.
3. Μὲ τὴν προσευχὴ
Θὰ ὁδηγήσουμε τὰ παιδιά μας στὸ Χριστὸ κυρίως μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ἂς γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσευχὴ τῶν γονέων, μάλιστα τῆς μητέρας, ἔχει μεγάλη δύναμη.
Γιατί εἶναι ἀναγκαία ἡ προσευχή; Διότι ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας εἴμαστε τελείως ἀνεπαρκεῖς γιὰ νὰ μορφώσουμε τὸν Χριστὸ στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν μας. Μὲ τὴν προσευχὴ θὰ βάλουμε τὸ δύσκολο αὐτὸ ἔργο στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Θὰ ζητήσουμε τὸν θεῖο φωτισμὸ γιὰ ἐμᾶς καὶ γιὰ ἐκεῖνα. Θὰ παρακαλέσουμε νὰ τὰ προστατεύει ἀπὸ τοὺς πολλοὺς καὶ μεγάλους πειρασμοὺς στοὺς ὁποίους ἐκτίθενται στὴν ἐποχή μας.
Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ μόνο ὅπλο τοῦ γονιοῦ ποὺ ἔχει ἀντιδραστικὸ καὶ ἐπαναστατημένο παιδί. Εἶναι γνωστὴ ἡ ρήση: «Ἂν δὲν μπορεῖτε νὰ μιλήσετε στὰ παιδιά σας γιὰ τὸν Θεό, μιλῆστε στὸ Θεὸ γιὰ τὰ παιδιά σας». Θὰ παρακαλέσουμε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ διορθώσει τὰ τυχὸν δικά μας λάθη, νὰ μαλακώσει τὶς καρδιές τους, νὰ τὰ φυλάξει ἀπὸ ἀνεπανόρθωτες πτώσεις, νὰ ἐνεργήσει μυστικὰ μέσα τους τὴν καλὴ μεταστροφή. Ἡ προσευχὴ εἶναι φῶς, καταφυγή, παρηγοριά, δύναμη.
***
Ἡ πολυτιμότερη κληρονομιὰ ποὺ ἔχουμε νὰ ἀφήσουμε στὰ παιδιά μας εἶναι ἡ χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή, νὰ ἀγαπήσουν τὸν Χριστό, νὰ συνδεθοῦν μαζί Του. Δίνοντας στὰ παιδιά μας τὸν Χριστό, τοὺς δίνουμε τὰ πάντα. Γι᾿ αὐτὸ ἀξίζει κάθε κόπος καὶ κάθε θυσία στὴ χριστιανικὴ ἀγωγή τους. Νὰ δώσει σὲ ὅλους μας ὁ Θεὸς τὴ μεγάλη χαρὰ νὰ βλέπουμε τὰ βλαστάρια μας νὰ βαδίζουν σταθερὰ στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, στὸ δρόμο τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας.
Απόστολος: Εβρ. ς΄ 13-20
Ἀδελφοί, τῷ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ᾿ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ᾿ ἑαυτοῦ, λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ, ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.
1. Οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ
Τὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα μᾶς μεταφέρει στὴ συγκλονιστικὴ ἐκείνη στιγμὴ ποὺ ὁ Θεὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἔδωσε τὶς μεγάλες ὑποσχέσεις του στὸν Ἀβραὰμ καὶ τοῦ εἶπε: Θὰ σὲ εὐλογήσω πλούσια καὶ θὰ σοῦ δώσω πάρα πολλοὺς ἀπογόνους. Καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἀφοῦ περίμενε ὑπομονετικὰ πάρα πολλὰ χρόνια, πέτυχε τὴν ἐκπλήρωση τῆς εὐλογίας ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. Ἀπέκτησε δηλαδὴ παιδὶ ἀπὸ τὴ Σάρρα, τὸν Ἰσαάκ. Κι ἀπ’ αὐτὸν πληθύνθηκαν οἱ ἀπόγονοί του σὲ μεγάλο ἔθνος. Γιὰ νὰ τὸν βεβαιώσει ὅμως ὁ Θεὸς γι’ αὐτὲς τὶς ἐπαγγελίες, ἔδωσε ὅρκο ὅτι θὰ τὶς πραγματοποιήσει. Κι ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε τίποτε μεγαλύτερο στὸ ὁποῖο νὰ ὁρκισθεῖ, ὁρκίσθηκε στὸν ἑαυτό του.
Ὁ Ἀβραὰμ λοιπὸν δέχθηκε ἔνορκη ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. Τὴν ἀποδέχθηκε, τὴν πίστεψε, ἀλλὰ πραγματοποίηση δὲν ἔβλεπε! Πόσα χρόνια περίμενε; Πόσες φορὲς δοκιμάστηκε ἡ πίστη του; Τοῦ μίλησε ὁ Θεὸς γιὰ ἀπογόνους, κι αὐτὸς εἶχε μία γυναίκα στείρα. Τοῦ εἶπε γιὰ μεγάλο ἔθνος ποὺ θὰ δημιουργοῦσε, κι αὐτὸς γέρασε καὶ παιδὶ δὲν εἶχε ἀπὸ τὴ Σάρρα! Ὅλα φαίνονταν ἀντίξοα, ἀντίθετα μὲ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ! Ὅλα ἔμοιαζαν οὐτοπικὰ καὶ ἀπραγματοποίητα. Ὁ Ἀβραὰμ ὅμως δὲν ἔχασε τὴν πίστη του. Κι ὅταν χάθηκε κάθε ἐλπίδα, τότε ἦλθε ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ.
Τί ἔχει νὰ πεῖ αὐτὸ γιὰ μᾶς; Ἔχει νὰ πεῖ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀναιρεῖ τὶς ὑποσχέσεις του. Δὲν τὶς ἀλλάζει. Μᾶς ἀφήνει ὅμως νὰ περιμένουμε καὶ νὰ δοκιμαζόμαστε. Αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς προσμονῆς βέβαια μᾶς φαίνεται συχνὰ πὼς εἶναι ἕνα μαρτύριο. Ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ φέρει στὴ ζωή μας αὐτὸ ποὺ ποθοῦμε, κι ἀντὶ γιὰ ἀπάντηση κάποιες φορὲς τὰ πράγματα γίνονται χειρότερα. Γιατί ἄραγε; Διότι κατὰ τὴν περίοδο τῆς προσμονῆς ἐξαγιαζόμαστε, ἐξαγνιζόμαστε, πλουτίζουμε σὲ ἀρετές. Μαθαίνουμε νὰ ἐξαρτιόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό. Μαθαίνουμε στὴν πράξη τί θὰ πεῖ πίστη καὶ δοκιμασία. Κάποτε φαίνεται ὅτι ὁ Θεὸς ἀργεῖ πολύ, κι ἐμεῖς κουραζόμαστε. Ὅσο ὅμως περισσότερο ἀργεῖ ὁ Θεός, τόσο μεγαλύτερες εὐλογίες μᾶς ἑτοιμάζει. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ πιστεύουμε, νὰ ἐλπίζουμε, νὰ περιμένουμε, νὰ προσευχόμαστε.
2. Ἡ ἑλπίδα μας
Ὁ θεῖος Παῦλος στὴ συνέχεια μᾶς λέει ὅτι οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ δὲν δόθηκαν μόνο στὸν Ἀβραὰμ καὶ στοὺς ἀπογόνους του, τοὺς Ἰσραηλίτες, ἀλλὰ καὶ στὸν νέο Ἰσραήλ, σ’ ὅλους δηλαδὴ τοὺς Χριστιανούς. Κληρονόμοι τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ ἦταν γιὰ τὰ ἐπίγεια ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅμως γιὰ τὰ ἐπουράνια καὶ τὰ αἰώνια ὁ νέος Ἰσραήλ, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σ’ ὅλους λοιπὸν τοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ κληρονομήσουν τὶς θεῖες ἐπαγγελίες ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ δείξει καθαρὰ καὶ μὲ μεγαλύτερη βεβαιότητα ὅτι ἦταν ἀμετάκλητη ἡ ἀπόφασή του νὰ ἐκτελέσει ὅσα ὑποσχέθηκε. Ἔτσι ὥστε ὅλοι οἱ πιστοὶ νὰ ἔχουμε μεγάλη ἐνθάρρυνση γιὰ νὰ κρατοῦμε τὴν ἐλπίδα ποὺ βρίσκεται μπροστά μας. Αὐτὴν τὴν ἐλπίδα ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴν παρομοιάζει μὲ ἄγκυρα τῆς ψυχῆς μας. Καὶ λέει ὅτι αὐτὴ μᾶς ἀσφαλίζει ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους ἐπειδὴ εἶναι ἀμετακίνητη. Κι αὐτὸ διότι δὲν ἀγκυροβολεῖ στὴ θάλασσα ἀλλὰ στὸν οὐρανό, στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων· ἐκεῖ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ, ὅπου μπῆκε ὁ Κύριός μας πρὶν ἀπὸ μᾶς καὶ γιὰ χάρη μας ὡς πρόδρομος, γιὰ νὰ μᾶς ἀνοίξει τὸ δρόμο καὶ νὰ μᾶς ἑτοιμάσει τόπο. Κι ἔτσι ἀναδείχθηκε Ἀρχιερέας αἰώνιος κατὰ τὴν τάξη τοῦ Μελχισεδέκ.
Άγκυραν ελπίδος
Πόσο παραστατική, ἀλήθεια, εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ μᾶς παρουσιάζει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος! Παρομοιάζει τὴν ἐλπίδα μας πρὸς τὸν Κύριο μὲ μία ἄγκυρα. Μιὰ ἄγκυρα ὅμως ποὺ δὲν βυθίζεται στὸν πυθμένα κάποιας θάλασσας ἀλλὰ στὸ ἱερότερο μέρος τοῦ σύμπαντος, στὸν οὐρανό, στὰ ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Κι ἐμεῖς ὁδοιπόροι καὶ οὐρανοδρόμοι, πορευόμαστε καθημερινὰ μὲ τὸ πλοῖο τῆς ζωῆς μας καὶ ὁραματιζόμαστε τὸν προορισμό μας. Οἱ τρικυμίες πολλές, οἱ ἀνεμοθύελλες, οἱ πειρασμοί. Τὰ κύματα ὁρμητικὰ παλεύουν νὰ μᾶς ἀφανίσουν, νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸ ναυάγιο αὐτῆς τῆς ζωῆς καὶ στὸ σκοτάδι τῆς ἄλλης. Ὁ αἰώνιος ἐχθρός μας καιροφυλακτεῖ νὰ βουλιάξει τὸ πλοιάριο τῆς ζωῆς μας. Κι ἐμεῖς παλεύουμε, ἀντιστεκόμαστε, προχωροῦμε. Δὲν ἀπογοητευόμαστε. Διότι μπορεῖ νὰ μὴν ἔχουμε φτάσει ἀκόμη στὸν προορισμό μας, ἔχουμε ὅμως ἐκεῖ κάτι δικό μας. Ἔχουμε ἐκεῖ ἀγκυροβολημένη τὴν ἐλπίδα μας. Γύρω μας ὅλα μᾶς ἀπογοητεύουν, οἱ ἄνθρωποι, οἱ καταστάσεις, οἱ πειρασμοί, οἱ δυσκολίες. Ὅλα μᾶς ἀπελπίζουν καὶ θέλουν νὰ μᾶς κάνουν νὰ λιγοψυχοῦμε. Ἐμεῖς ὅμως οἱ πιστοί, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, δὲν πρέπει νὰ χάνουμε τὴν ἐλπίδα μας. Διότι ὅλη μας τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐλπίδα μας τὴν ἔχουμε ἐμπιστευθεῖ στὸν Κύριό μας. Αὐτὸς κρατᾶ γερὰ στὰ παντοδύναμα χέρια του τὴν ἄγκυρα τῆς ἐλπίδος μας. Αὐτὸς εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἐλπίδα μας, ἡ προσδοκία μας, αὐτὸς εἶναι ἡ χαρά μας καὶ ἡ ζωή μας. Μὴν τὸ ξεχνᾶμε αὐτὸ ποτέ. Αὐτὸς μόνο μᾶς ἀπομένει στὸ ταξίδι τῆς ζωῆς ἀμετακίνητος σύντροφος καὶ συμπαραστάτης.
Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος-Έργο του Αγίου
Την Τετάρτη Κυριακή των Νηστειών προβάλλεται η μορφή και το έργο του μεγάλου ασκητικού συγγραφέως Ιωάννου του επονομαζομένου της «Κλίμακος» και κατ᾽ επέκταση ονοματίσθηκε έτσι και η Κυριακή.
Ο Ιωάννης έζησε τον 6ο αι. Ονομάζεται Σιναΐτης, από το Μοναστήρι του Σινά, της αγίας Αικατερίνης, στο οποίο είχε εγκαταβιώσει και του οποίου εχρημάτισε και ηγούμενος. Ακόμη, ονομάζεται της «Κλίμακος» ονομάζεται, επειδή το μοναδικό βιβλίο που συνέγραψε φέρει τον τίτλο «Κλίμαξ», δηλαδή σκάλα, επειδή οδηγεί από τα χαμηλά στα υψηλά, από τα πρώτα στάδια της πνευματικής ζωής στα υψηλότερα και τελειότερα. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε για να αποτελέσει ένα «εγχειρίδιο» για τους μοναχούς κατά παραγγελία του ηγουμένου τους Ιωάννου της μονής της Ραϊθού. Εκτός, όμως αυτού, το εμπνευσμένο αυτό βιβλίο, αποτέλεσε και αποτελεί ένα οδηγό για όλους τους Ορθοδόξους κάθε εποχής επειδή με ενάργεια περιγράφει τους πνευματικούς αγώνες και τα εμπόδια που συναντούμε όλοι μας στην πορεία μας προς τον Ουρανό. Περιέχει «τριάκοντα λόγους, ών έκαστος περιλαμβάνει μίαν αρετήν από των πρακτικών επί τας θεωρητικάς προχωρούντες αναβιβάζουσι τον άνθρωπον ως δια βαθμίδων τινων εις ουράνιον ύψος», όπως εύστοχα σημειώνει ο ιερός Συναξαριστής. Μέσα στους 30 λόγους αυτής της «ορθόδοξης εγκυκλοπαίδειας της πνευματικής ζωής» εισάγει τη ψυχή στον πνευματικό αγώνα και στη διάκριση των λογισμών. Διδάσκει την πρακτική εφαρμογή των ευαγγελικών εντολών και οδηγεί όσους ακούσουν και εφαρμόσουν όσα γράφει στην αιώνια ζωή. Οι τίτλοι κάποιων από τους λόγους αυτούς είναι: «Περί της του ματαίου βίου βιαίας αποταγής», «Περί ξενιτείας, εν ή και περί ονείρων», «Περί αοργησίας και πραότητος», «Περί πολυλογίας και σιωπής», «Περί διακρίσεως λογισμών και παθών και αρετών», «Περί της ιεράς μητρός των αρετών προσευχής», «Περί του συνδέσμου της εναρέτου Τριάδος εν αρεταίς πίστεως, ελπίδος και αγάπης» κ.ά.
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας, καταδεικνύει ότι τα πάθη
συνδέονται στενά μεταξύ τους• είναι μία αλυσίδα και το ένα προέρχεται από το άλλο. Πολλές φορές χρησιμοποιεί τους όρους μητέρες των παθών και θυγατέρες των παθών προκειμένου να δείξει την εσωτερική σχέση τους. Πολλές φορές το ένα πάθος δίνει τόπο στο άλλο. Την υπερηφάνεια, για παράδειγμα ακολουθεί πολλές φορές η πορνεία και την οίηση η πλάνη. Ο μικρόψυχος και δειλός άνθρωπος πάσχει από δύο πάθη: την φιλοσωματία καί την ολιγοψυχία. Η φιλοσωματία είναι σημείο της απιστίας και η ολιγοπιστία μητέρα της κολάσεως που γεννά την ακηδία.
Μερικά από τα όντως πολύτιμα διδάγματα του αγίου
καλό θα ήταν να μελετήσουμε. Γράφει, λοιπόν, ότι, «για να μπορέσουμε όμως να πλησιάσουμε το Θεό πρέπει να βγάλουμε από μέσα μας οτιδήποτε άλλο έχουμε θεοποιήσει. Ν’ ελαφρώσουμε την καρδιά μας από οποιοδήποτε άλλο βάρος και να ετοιμάσουμε το θρόνο για να καθίσει ο Θεός. Πρέπει να επιφέρουμε την ολοκληρωτική αλλαγή στην όλη την ύπαρξη μας, ζώντας την ζωή της μετανοίας». Κι αυτό γιατί όπως και πάλι τονίζει ο Άγιος, «μετάνοια σημαίνει ανανέωση του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεόν για νέα ζωή. Με-τανοών σημαίνει αγοραστής της ταπεινώσεως. Μετανοών σημαίνει μόνιμος αποκλεισμός κάθε σωματικής παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψις αυτοκατακρίσεως. Αμεριμνησία για όλα τα άλλα και μέριμνα για τη σωτηρία του εαυτού μας. Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα της ελπίδος και αποκήρυξις της απελπισίας. Μετάνοια σημαίνει κατάδικος απηλλαγμένος από αισχύνη». Διότι, όπως πολύ χαρακτηριστικά παρατηρεί, «της μετανοίας όμως προηγείται η γνώση του εαυτού μας. Πρέπει να δούμε σε βάθος ποιοι ακριβώς είμαστε. Να αποκτήσουμε την πολυπόθητη αυτογνωσία, βγάζοντας από μέσα μας τον Φαρισαίο, χαμηλώνοντας το ανάστημα μας, σκύβοντας το κεφάλι μας». Για να συμπληρώσει, «σαν καταφέρω να δω κατάματα τον εαυτό μου, χωρίς υπεκφυγές, περιστροφές, ωραιοποιήσεις, χωρίς να τον ξεχωρίζω Φαρισαϊκά από τους άλλους, σαν μπορέσω να φωνάξω αλλοίμονο σε μένα τον άθλιο, τότε έχω πατήσει και στο σκαλοπάτι της ταπείνωσης. Ταπείνωση και αυτογνωσία είναι αρετές αλληλένδετες. Η μια προϋποθέτει την άλλη και η μια οδηγεί στην άλλη. Χωρίς αυτογνωσία δεν γίνεται κανείς ταπεινός και χωρίς ταπεινοφροσύνη δεν είναι δυνατόν να γνωρίσεις, ποιος και τί ακριβώς είσαι».
Τελικά θα καταλήξουμε στην αγάπη, που είναι ο Ουρανός στην γή. Αγάπη είναι ο Θεός, από αγάπη για μας έγινε άνθρωπος και ήρθε ανάμεσα μας, για αγάπη μίλησε. Όλες οι προσπάθειες μας, όλες οι θυσίες μας, κι αυτοί οι χτύποι της καρδιάς μας, στο ρυθμό της αγάπης Του πρέπει να χτυπούν. Λέγει, λοιπόν, ο άγιος μας, ότι, «αυτός που θέλει να ομιλεί για την αγάπη είναι σαν να επιχειρεί να ομιλεί για τον ίδιο το Θεό… η αγάπη, ως προς την ποιότητα της είναι ομοίωσις με τον Θεόν, όσο βέβαια είναι δυνατόν στους ανθρώπους. Ως προς την ενέργεια της, μέθη ψυχής. Ως προς τις ιδιότητες της, πηγή πίστεως, άβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως. Η αγάπη χορηγεί την χάρη της προφητείας, η αγάπη παρέχει την δύναμη της θαυματουργίας, η αγάπη είναι άβυσσος της Θείας ελλάμψεως, η αγάπη είναι η πηγή του Θεϊκού πυρός όσο περισσότερο πυρ αναβλύζει, τόσο περισσότερο καταφλέγει εκείνον που διψά. Η αγάπη είναι η στάση και η εδραίωση των Αγγέλων, η πρόοδος εις τους αιώνες όλων των εκλεκτών του Θεού».
Τέλος, χρήσιμο είναι να υπογραμμίσουμε την παρατήρηση που διατυπώνει για την νηστεία των τροφών, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, «χαίρεται ο Ιουδαίος τα Σάββατα ή τις εορτές, και ο γαστρίμαργος μοναχός το Σάββατο και την Κυριακή. Από καιρό υπολογίζει το Πάσχα και από πολλές ημέρες ετοιμάζει τα φαγητά. Ο δούλος της κοιλίας σκέπτεται με τι είδους φαγητά θα εορτάσει, ο δε δούλος του Θεού με τι χαρίσματα θα πλουτίσει. Ο κοιλιόδουλος, όταν έλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ολόκληρος από την αγάπη –αγάπη που προέρχεται από την γαστριμαργία και θεωρεί ως αναψυχή του αδελφού την ιδική του κατάλυση! Επί παρουσία ορισμένων άλλων απεφάσισε την κατάλυση οίνου, και νομίζοντας πως κρύβει την αρετήν του, υποδουλώθηκε στο πάθος του».
Μιλώντας λοιπόν για τη Μ. Τεσσαρακοστή, μιλώντας για ασκητικότητα, για νηστεία, για ανακαίνιση του πνεύματος, για επανατοποθέτηση των πράξεών μας και επαναδιοργάνωση του εαυτού μας, είναι απαραίτητο εφόδιο ο θησαυρός των εμπειριών του αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη. Γι’ αυτό και στα μοναστήρια, παλαιότερα, αυτή την περίοδο, μαζί με όλα τα άλλα, άρχιζαν να διαβάζουν και το περισπούδαστο αυτό έργο, την «Κλίμακα». Πολύ σοφά έπραξε η Εκκλησία μας και αφιέρωσε μια από της πέντε Κυριακές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στο μεγάλο αυτό Πατέρα και παράλληλα μάς προτρέπει να μη διστάσουμε και να μη δειλιάσουμε να αναλάβουμε τον ανοδικό μας δρόμο, έχοντας σαν σύμβουλο τις πολύτιμες εμπειρίες του. Οι ψηλές κορφές δεν χαρίζονται μα κατακτούνται με τον κόπο μας και την Χάρη του Θεού• κι ο δικός μας κόπος λέγεται ταπεινοφροσύνη, όπως μας λέγει πάλι ο άγιος, «είναι η ανώνυμη χάρη της ψυχής, η οποία μπορεί να ονομασθεί μόνο από όσους την δοκίμασαν εκ πείρας. Είναι ανέκφραστος πλούτος, ονομασία του Θεού, δωρεά του Θεού, εφ’ όσον εκείνος λέγει: «Μάθετε ουκ απ’ Αγγέλου, ουκ απ’ ανθρώπου, ουκ από δέλτου, αλλ’ απ’ εμού», δηλαδή από την ενοίκηση μου και την έλλαμψη μου και την ενέργεια μου μέσα σας, «ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και τω λογισμώ και τω φρονήματι, και ευρήσετε ανάπαυσιν πολέμων και κουφισμόν λογισμών ταις ψυχαίς υμών».
-Αρχιμ. Παντελεήμων Τσορμπατζόγλου