Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Β΄ Κυριακή των Νηστειών - Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά

Ἡ παγγνωσία τοῦ Θεοῦ
«Τι ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών;»
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός. Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

Ευαγγέλιον: Μάρκ. β΄ 1-12
Αποτέλεσμα εικόνας
Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιη­­σοῦς εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἠ­κούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. καὶ εὐ­θέως ­συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐ­λάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παρα­λυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑ­πὸ τεσ­σάρων· καὶ μὴ δυνάμενοι προσ­εγγί­σαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀ­πε­στέ­γασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κα­τέκειτο. ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐ­τῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀ­­­φέ­ωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ ­κα­θήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρ­δίαις αὐτῶν· τί οὗτος οὕτω λαλεῖ ­βλασφημίας; τίς δύ­­­ναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θε­­­ός; καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ ᾿­Ιη­­σοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐ­τοὶ δια­­λο­γίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί ἐστιν ­εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτι­κῷ, ἀ­φέ­ωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰ­­πεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐ­­ξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφι­έναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶ­κόν σου. καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥσ­τε ἐξίστασθαι πάν­τας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγον­τας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.
«Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;»
Αποτέλεσμα εικόνας για «Τι ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών;»
Ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἕνα θαῦμα τοῦ Κυρίου: τὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ. Πρὶν ὅμως θεραπεύσει τὸ σῶμα του, ὁ Κύριος θεράπευσε τὴν ψυχή του, τοῦ συγχώρησε τὶς ἁμαρτίες. Τότε οἱ γραμματεῖς ποὺ ἦταν ἐκεῖ παρόντες καὶ δὲν πίστευαν ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Θεός, σκέφθηκαν ὅτι αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς ἦταν βλασφημία – μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Ἀμέσως Ἐκεῖνος ὡς Θεὸς ἀντιλήφθηκε τὶς σκέψεις τους καὶ τοὺς εἶπε: «Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;». Γιατί δέχεσθε καὶ κυκλοφορεῖτε τέτοιους λογισμοὺς μέσα στὶς καρδιές σας; Μὲ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση τοὺς ἀπέδειξε ὅτι εἶναι Θεός, Θεὸς παν­τογνώστης καὶ παντεπόπτης· γνωρίζει τὰ πάντα καὶ βλέπει τὰ πάντα, ἀκόμη καὶ τὰ βάθη τῶν καρδιῶν. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε σήμερα τί σημαίνει γιὰ τὴ ζωή μας αὐτὴ ἡ ἀλήθεια.
1. Μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία
Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ εἶναι πολὺ βοηθητικὴ στὸν πνευματικό μας ἀγώνα. Μᾶς συγ­κρατεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Εἶναι εὔκολο νὰ καταλάβουμε τὸ γιατί.
Ὅταν μᾶς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι, ἐπιβαλλόμαστε στὸν ἑαυτό μας πολὺ πιὸ εὔκολα. Δὲν θέλουμε νὰ κάνουμε κάτι τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς ἐκθέσει στὰ μάτια τῶν ἄλλων. Παραδείγματος χάριν, περπατοῦμε στὸ δρόμο μὲ πρόσωπο ποὺ σεβόμαστε καὶ ἀγαποῦμε. Εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ στὴ συμπεριφορά μας: νὰ μὴν ποῦμε κάτι ποὺ θὰ τὸ στενοχωρήσει, νὰ μὴ φερθοῦμε μὲ ἀγένεια…
Αὐτὸ ἰσχύει πολὺ περισσότερο γιὰ τὸν πανάγιο Θεό. Ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας Του μᾶς βοηθάει νὰ νικοῦμε τὸν κακὸ ἑαυτό μας, νὰ συγκρατοῦμε τὸ στόμα, τὰ μάτια μας, νὰ κυριαρχοῦμε στὴ φαν­τασία, στὶς σκέψεις μας.
Ὁ πάγκαλος Ἰωσὴφ χάρη σὲ αὐτὸ τὸ ὅπλο μπόρεσε νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς συν­εχεῖς σαρκικὲς προκλήσεις τῆς κυρίας του. Τῆς εἶπε: «Πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο, καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;». Πῶς θὰ κάνω αὐτὴ τὴν τόσο πονηρὴ πράξη καὶ θὰ ἁμαρτήσω μπροστὰ στὸ Θεό; (Γεν. λθ´ [39] 9). Τί δύναμη ἔδωσε στὸ δίκαιο Ἰωσὴφ ἡ αἴσθηση τῆς θείας παρουσίας!
Ἡ βίωση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας μᾶς γλυ­τώνει ἀπὸ πολλὴ ταλαιπωρία· ἀπὸ μι­κρὲς καὶ μεγάλες πτώσεις, ἀπὸ τὴν «θλῖψιν καὶ στενοχωρίαν» ποὺ δοκιμάζει κάθε ἄνθρωπος ποὺ συστηματικὰ ἁμαρτάνει χωρὶς φόβο Θεοῦ (βλ. Ρωμ. β´ 9).
2. Στηρίζει τὶς καρδιές μας
Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ὅμως – τὸ ὅτι ὁ Θεὸς γνωρίζει τὰ πάντα – ὅταν βιώνεται σωστά, μᾶς ὠφελεῖ καὶ μὲ ἄλλον τρόπο. Τὸ μικρὸ παιδάκι αἰσθάνεται ἀσφάλεια ὅταν παίζει κοντὰ στὴ μητέρα του καὶ κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα της. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πιστὸς ποὺ ἀγάπησε τὸν Θεὸ καὶ ταπεινώθηκε ἀπέναντί Του σὰν παιδί, νιώθει τὴν καρδιά του νὰ πλημμυρίζει ἀπὸ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἀσφάλεια, διότι αἰσθάνεται τὸ στοργικὸ θεῖο βλέμμα ἐπάνω του, γλυκαίνεται ἀπὸ τὴ θαλπωρὴ τῆς θείας ἀγάπης.
Ἀκόμη, ὅταν βαραίνει τὴν καρδιά του κάποια θλίψη, τότε, ἐπειδὴ πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς γνωρίζει τὴν ἐσωτερικὴ δυσκολία του, κάνει πολλὴ ὑπομονὴ καὶ παρηγορεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἐπίσης ὅταν βρίσκεται σὲ κίνδυνο, δὲν ὀλιγοψυχεῖ. «Ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ᾿ ἐμοῦ εἶ» (Ψαλ. κβ´ [22] 4). Ἀκόμη κι ἂν βρεθῶ ἀντιμέτωπος μὲ τὸν θάνατο, λέει, δὲν θὰ φοβηθῶ νὰ πάθω κάποιο κακό, διότι Ἐσὺ εἶσαι μαζί μου.
Ὑπάρχει μάλιστα ἕνας θαυμάσιος Ψαλμός, ὁ ὑπ᾿ ἀριθμὸν 138, ὁ ὁποῖος ξεχειλίζει ἀπὸ πίστη, ἅγιο φόβο, θαυμασμὸ καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ θεία παγγνωσία. «Τὸ ἀκατέργαστόν μου εἶ­δον οἱ ὀφθαλμοί σου», γράφει ὁ Ψαλμωδός. Μὲ εἶδαν τὰ μάτια Σου, Κύριε, ὅταν ἤμουν ἀδιαμόρφωτο ἔμβρυο στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας μου. Ἐσὺ γνωρίζεις ὅλες τὶς σκέψεις μου, πρὶν τὶς βάλω στὸ νοῦ μου. «Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνευματός σου;». Ποῦ μπορῶ νὰ πάω γιὰ νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὴν παρουσία Σου; στὸν οὐρανό; στὸν Ἅδη; στὶς ἐσχατιὲς τῆς θάλασσας; Εἶσαι παντοῦ, μὲ κρατᾶ σφιχτὰ καὶ μὲ ὁδηγεῖ τὸ δεξί Σου χέρι…
***
Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὅλο καὶ περισσότερο παρακολουθεῖται ἡ ζωή μας ἀπὸ κάμερες καὶ δορυφόρους. Καὶ αὐτὸ γεμίζει μὲ ἀνησυχία τὴν ἀνθρωπότητα. Ὅμως πάνω καὶ πέρα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη παρακολούθηση ὑπάρχει τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ, ποὺ παρακολουθεῖ τὰ πάντα καὶ προνοεῖ γιὰ τὰ πάντα. Ἂς μὴν τὸ ξεχνοῦμε. Ἂς Τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς δίνει αὐτὸ τὸ μεγάλο δῶρο, τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας Του. Παράλληλα, ἂς προσπαθοῦμε κι ἐμεῖς νὰ τὴν θυμόμαστε καὶ νὰ τὴν συνειδητοποιοῦμε ἔχοντας προσοχὴ στὸν ἑαυτό μας. Τότε θὰ ζοῦμε καὶ θὰ κινούμαστε μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπόστολος: Ἑβρ. α΄ 10-β΄ 3
Αποτέλεσμα εικόνας για Ευαγγέλιο-Απόστολος
Kατ᾿ ἀρχὰς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον πα­λαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι. πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀπο­στελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν; Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν. εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ πα­ρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελή­σαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀ­κουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη.
Αποτέλεσμα εικόνας για αγγελοι  θεου
«Οὐχὶ πάντες (οἱ ἄγγελοι) εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;»
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μ’ ἕνα λόγο του στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα στρέφει τὴ σκέψη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον μας στὸν ἀόρατο πνευματικὸ κόσμο καὶ συγκεκριμένα στοὺς ἁγίους ἀγγέλους: «Οὐχὶ πάντες (οἱ ἄγγελοι) εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;», ἐρωτᾶ. Κι ἐννοεῖ ὅτι ὅλοι οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑπηρετικὰ πνεύματα, ποὺ ἐνεργοῦν ὄχι ἀπὸ δική τους πρωτοβουλία, ἀλλὰ ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν ἐκείνους ποὺ πρόκειται νὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή. 
Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτὸν τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου ἂς δοῦμε πρῶτον ποιὰ εἶναι ἡ ἀποστολὴ τῶν ἁγίων ἀγγέλων σὲ σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ δεύτερον ποιὰ ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ δική μας στάση ἀ­­πέναντί τους.
1. Διάκονοι τῆς σωτηρίας μας
«Λειτουργικὰ πνεύματα» χαρακτηρίζει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος τοὺς ἁγίους ἀγ­­­γέ­λους, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ δηλώνει ἀφενὸς μὲν τὴν φύση τῶν ἁγίων ἀγγέλων («πνεύματα»), ἀφετέρου δὲ τὴν ἀποστολή τους («λειτουργικά»).
Διότι, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς δοξολογίες ποὺ ἀναπέμπουν ­«ἀκαταπαύστοις στόμασι» πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεό, ὅ­­­­λοι οἱ ἄγγελοι ὡς «λειτουργικὰ» πνεύματα καλοῦνται νὰ ὑπηρετοῦν καὶ στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Πῶς ὅμως ὑπηρετοῦν αὐτὸ τὸ ἔργο; Στὴν Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρονται πολλὰ τέτοια περιστατικά. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου, τὸν ἄγγελο ποὺ ἀνήγγειλε στοὺς ποιμένες τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος, τοὺς ἀγγέλους ποὺ ἐμφανίστηκαν στὶς Μυροφόρες τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τὸν ἄγγελο ποὺ ἀπελευθέρωσε τὸν ἀπόστολο Πέτρο ἀπὸ τὴ φυλακή. 
Ἀλλὰ καὶ στὴν καθημερινή μας ζωὴ ἀναρίθμητα εἶναι τὰ γεγονότα, κατὰ τὰ ὁποῖα οἱ ἄγγελοι ἀοράτως μᾶς προστατεύουν, ἐπαληθεύοντας ἔτσι τὸν ψαλμικὸ λόγο: «Παρεμβαλεῖ ἄγγελος Κυρίου κύκλῳ τῶν φοβουμένων αὐτὸν καὶ ρύσεται αὐτούς» (Ψαλμ. λγ΄ 8). Δηλαδὴ ὁ Κύριος στέλνει ἀγ­γέλους ποὺ δημιουργοῦν προστατευτικὸ κλοιὸ γύρω ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ θεοφοβούμενους ἀνθρώπους καὶ τοὺς γλυτώνει ἀπὸ κάθε κίνδυνο. 
Ἐξάλλου, ὅπως τὰ πονηρὰ πνεύματα ὑ­­­ποβάλλουν πονηροὺς λογισμοὺς γιὰ νὰ μᾶς παρασύρουν στὸ κακό, οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἀντιθέτως μᾶς ἐμπνέουν ἀγαθὲς σκέψεις καὶ ἀποφάσεις καὶ μᾶς παρακινοῦν σὲ μετάνοια καὶ σὲ ἔργα ἀρετῆς. Εἶναι δὲ χαρακτηριστικὸ ὅτι παρακολουθοῦν μὲ θαυμασμὸ τὸ πῶς ὁ Θεὸς ἐργάζεται τὸ σχέδιό του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ χαίρονται ἰδιαιτέρως «ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. ιε΄ 10), δηλαδὴ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ μετανοεῖ καὶ ἐπιστρέφει στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ.
2. Ἡ εὐθύνη μας
Πῶς λοιπὸν μποροῦμε νὰ μείνουμε ἀ­­συγκίνητοι καὶ ἀδιάφοροι, ὅταν ὅλος ὁ οὐ­ρανὸς κινητοποιεῖται γιὰ τὴ σωτηρία μας; 
Ὁ πανάγαθος Θεὸς στέλνει φύλακα ἄγ­γελο γιὰ καθέναν ἀπὸ ἐμᾶς, ἀλλὰ καὶ γιὰ κάθε πόλη καὶ ἔθνος. Ἀπὸ ἐμᾶς ὅμως ἐξαρ­τᾶται ἂν θὰ κρατήσουμε αὐτὸν τὸν ἀπεσταλμένο τοῦ οὐρανοῦ κοντά μας καὶ ἂν θὰ δεχθοῦμε τὴν προστασία καὶ τὴν καθοδήγησή του. Ὁ Μέγας Βασίλειος τὸ λέει ξεκάθαρα: Σὲ κάθε πιστὸ χριστιανὸ βρίσκεται δίπλα ἕνας ἄγγελος, «ἐὰν μήποτε αὐτὸν ἡμεῖς ἐκ τῶν πονηρῶν ἔργων ἀποδιώξωμεν»· ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ μὴν τὸν διώξουμε μὲ τὰ πονηρά μας ἔργα. Διότι, συνεχίζει ὁ ἱερὸς Πατήρ, ὅπως ὁ καπνὸς φυγαδεύει τὶς μέλισσες καὶ ἡ δυσωδία διώχνει τὰ περιστέρια, ἔτσι καὶ ἡ δυσώδης ἁμαρτία ἀπομακρύνει ἀπὸ κοντά μας τὸν φύλακα ἄγγελο τῆς ζωῆς μας (P.G. 29,364).
Ἂς ἐντείνουμε λοιπὸν τόν ἀγώνα μας, μάλιστα κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, γιὰ νὰ διατηροῦμε τὴ ζωή μας ἁγνὴ καὶ καθαρὴ ἀπὸ ἁμαρτίες, κι ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ μὲ τὰ λόγια τῆς προσευχῆς ποὺ ἀκοῦμε τόσο συχνὰ στοὺς Ναούς μας, νὰ μᾶς χαρίζει «ἄγγελον εἰρήνης, πιστὸν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν».
❁ ❁ ❁
Εἶναι συγκλονιστικὸ καὶ μόνο νὰ σκέφτεται κανεὶς πόσο φροντίζει ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ γιὰ κάθε ἄνθρωπο καὶ πόσο μεγάλη ἀξία καὶ τιμὴ τοῦ ἀποδίδει. Ἕνα δεῖγμα αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο εἶναι καὶ τὸ ὅτι ἀποστέλλει ἀγγέλους γιὰ νὰ τὸν προστατεύουν καὶ νὰ τὸν καθοδηγοῦν στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας του.
Ἂς δοξάσουμε τὸν Θεὸ καὶ γι’ αὐτὴν τὴν ἀνεκτίμητη δωρεά του κι ἂς ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι στὸ δρόμο τῆς ζωῆς δὲν βαδίζουμε μόνοι: μᾶς παραστέκουν ἄγγελοι, πρόθυμοι νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ φθάσουμε στὸν τελικὸ προορισμό μας: τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Β! ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
Αποτέλεσμα εικόνας για β νηστειων
Ο θείος αυτός πατέρας, καταγόταν από την Aσία και ανετράφη από παιδί στην βασιλική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του πανεπιστημίου ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος Aριστοτέλης θα τον επαινούσε.

Μετά τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του αυτοκράτορα, εγκατέλιψε τα βασίλεια και από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου κατόπιν στη Λαύρα του Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα. Ανεχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί κοντά. Εμόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα χρόνια, αλλά μόνο στα μισά παρέμεινε λόγω περιπετειών, από τη δράση του, μέχρι και φυλακής.

Παραστάθηκε στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.

Μετά στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.

Οι αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι <<τον Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε>> και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία, ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: <<οι καθαροί στην καρδία τον Θεόν όψονται>> (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκρισις στην ουσία και ενέργεια του Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης (εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες ιδιότητες ή προσόντα που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές. Άλλο λοιπόν η θεότης και άλλο η βασιλεία, η αγιότης κ.λ.π.
Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση. Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η αναγέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχαριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.

Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην ανύψωση του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ με την παράδοξο σύνδεση του ιστορικού με του υπεριστορικού. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.

Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας "Κυριακής της Ορθοδοξίας".
Κοιμήθηκε σε ηλικία 63 χρονών στις 14 Νοεμβρίου από ασθένεια και αγιοποιήθηκε σύντομα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στη μητρόπολη της Θεσσαλονίκης.

(*) Ε.Π.Ε ΓΡΗΓ.ΠΑΛΑΜΑ Τομ. 9ος.
https://www.osotir.org/
https://www.osotir.org/el/apostolos-

http://www.monipetraki.gr/sarakosti2.html