Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Κυριακή Ζ΄ Λουκά - Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου

Αποτέλεσμα εικόνας για «Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει»
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει»
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός

Ευαγγέλιο:Λουκ. η΄ 41-56
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆ­ναι, προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυν­αγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτον­το αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς. ὁ δὲ παρήγ­γειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.
ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει»
 ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ
Ἦταν βαρὺ τὸ πένθος γιὰ τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου Ἰαείρου. Ὅταν ὁ ­Κύριος Ἰησοῦς ἔφτασε στὸ σπίτι συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν πονεμένο πατέρα, βρῆκε ἀπαρηγόρητους τοὺς φίλους καὶ συγγενεῖς νὰ θρηνοῦν τὸ θάνατό τῆς κόρης του. Στράφηκε τότε ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τόνο σταθερὸ τοὺς εἶπε:
–«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει». Ἡ κόρη δὲν πέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται... Κι ὕστερα ἀπὸ λίγο ἔγινε τὸ συγκλονιστικὸ θαῦμα: Ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἀνέστησε τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου!
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύ­δει». Αὐτοὶ ἀκριβῶς οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου μᾶς δείχνουν πῶς πρέπει οἱ πιστοὶ χρι­στια­νοὶ νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸ θάνατο τῶν προσφιλῶν μας.
1. ΠΙΣΤΗ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ
Ἐκεῖνο ποὺ κατ’ ἐξοχὴν παρηγορεῖ τὸν πιστὸ χριστιανὸ καὶ τὸν ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ λύπη, ὅταν ἔχει κάποιο πένθος, εἶναι ἡ πίστη στὴν ἀνάσταση καὶ στὴν αἰώνια ζωή. Μετὰ τὴ νίκη τοῦ Θεανθρώπου κατὰ τοῦ θανάτου «ὁ θάνατος τεθανάτωται», ὅπως ψάλλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Δηλαδὴ καταργήθηκε ὁ θάνατος καὶ τοῦ ἀφαιρέθηκε κάθε ἐξουσία, ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸ ὄνομά του! Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου «οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει», ἰσχύει καὶ γιὰ μᾶς. Τώρα πλέον ὁ θάνατος ὀνομάζεται «κοίμηση» καὶ «ὕπνος», καὶ ἀντιστοίχως ὁ τόπος ὅπου θάπτονται οἱ νεκροὶ «κοιμητήριο». Πόση ἐλπίδα χαρίζει στὴν ψυχὴ αὐτὴ ἡ νέα πραγματικότητα ποὺ ἐγκαινίασε ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου! Τώρα γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀτενίζουμε νεκρό, δὲν χάνεται‧ δὲν ἐξαφανίζεται, ὅπως πιστεύουν οἱ ὑλιστές. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνοντας μία παρομοίωση μὲ τὸ σπόρο ποὺ θάβεται στὴ γῆ, γιὰ νὰ βλαστήσει καὶ νὰ καρποφορήσει, γράφει ὅτι τὸ νεκρὸ σῶμα «σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ» (Α΄ Κορ. ιε΄ 42)· σπέρνεται σὲ κατάσταση φθορᾶς καὶ θὰ ἀναστηθεῖ σὲ κατάσταση ἀφθαρσίας. «Κοιμᾶται» οὐσιαστικὰ ὁ νεκρός μας. Ἡ ψυχή του ζεῖ, βρίσκεται μέσα στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ σῶμα του περιμένει τὴν ἀνάσταση. Ὅλοι μας αὐτὴν περιμένουμε. «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», ὁμολογοῦμε κάθε φορὰ ποὺ ἀπαγγέλλουμε τὸ «Πιστεύω». Ἑπομένως...
2. ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΛΥΠΗ
Εἶναι στ’ ἀλήθεια σκληρὸς καὶ δυσβάστακτος ὁ πόνος ἀπὸ τὸ θάνατο κάποιου ἀγαπημένου μας προσώπου, μάλιστα ἂν αὐτὸ ἦταν ἕνα μικρὸ παιδί. Κανεὶς δὲν μπο­­­ρεῖ νὰ μείνει ἀσυγκίνητος μπροστὰ σ’ αὐ­τὴν τὴν τραγικὴ πραγματικότητα. Ἀκόμη κι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δάκρυσε, ὅταν βρέθηκε μπροστὰ στὸν τάφο τοῦ φίλου του Λαζάρου.
Ὅταν ὅμως ὁ Κύριος παραγγέλλει «μὴ κλαίετε», ἀσφαλῶς δὲν ἀπαγορεύει τὰ δάκρυα ἐνώπιον τοῦ νεκροῦ, ἀλλὰ συνιστᾶ ἡ λύπη αὐτὴ νὰ μὴ γίνει μία μόνιμη κατάσταση, ποὺ θὰ ὁδηγήσει στὴ μελαγχολία καὶ στὴν ἀπογοήτευση. Γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσό­στομος: «Δάκρυσον, ἀλλ’ ἠρέμα, ἀλλὰ μετὰ εὐσχημοσύνης, ἀλλὰ μετὰ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ» (P.G. 59, 347-8). Εἶναι ἀνθρώπινο νὰ δακρύσεις καὶ νὰ κλάψεις. Αὐτὸ ὅμως ἂς γίνει μὲ κόσμιο τρόπο καὶ συγκρατημένα, ὄχι μὲ ὑπερβολικοὺς θρήνους καὶ κοπετούς. Ἐφόσον ὁ νεκρός μας δὲν χάθηκε, ἀλλὰ ζεῖ κοντὰ στὸν Θεό, καὶ ἐφόσον προσδοκοῦμε «ἀνάστασιν νεκρῶν», δὲν ­πρέπει νὰ ἀπελπιζόμαστε. Ἡ πίστη μας στὴν ἀνάσταση καὶ ἡ ἐλπίδα τῆς συναντήσεως τῶν προσφιλῶν μας ἂς μετριάζουν τὴ θλίψη μας ἀπὸ τὸ θάνατό τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος μᾶς προτρέπει νὰ μὴ λυπούμαστε ὑπερβολικὰ «καθὼς καὶ οἱ ­λοιποὶ οἱ μὴ ἔ­­­χοντες ἐλπίδα» (Α΄ Θεσ. δ΄ 13).
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύ­δει». Πόσο παρήγοροι ἀκούγονται αὐ­τοὶ οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ πενθεῖ γιὰ τὴν κοίμηση κάποιου ἀγαπημένου του προσώπου! Πόσο διαφορετικὴ εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου διὰ τῆς πίστεως! Γι’ αὐτὸ καὶ κάθε συνειδητὸς χριστιανὸς δὲν ἀπελπίζεται μπροστὰ στὸ θάνατο. Στηρίζει τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα του στὸν αἰώνιο Θριαμβευτὴ καὶ Νικητὴ τοῦ θανάτου, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καί περιμένει τὴν ἀνάσταση· τὸ πέρασμα στὴν αἰώνια δόξα καὶ μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ!
Απόστολος: Γαλ. α΄ 11-19
Αποτέλεσμα εικόνας για ευαγγελιο ο σωτηρ
Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ᾿Ηκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ­ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνε­σιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυ­μα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
Αποτέλεσμα εικόνας για ευαγγελιο ο σωτηρ
«Tὸ εὐαγγέλιον... οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον»
Στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ­ἀπευθύνεται στοὺς Χριστιανοὺς μιᾶς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Γαλατίας, καὶ τοὺς λέγει: Τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ σᾶς κήρυξα «οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον», δὲν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Διότι ὅπως οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι ἔτσι κι ἐγὼ δὲν τὸ παρέλαβα οὔτε τὸ διδάχθηκα ἀπὸ κάποιον ἄνθρωπο ἀλλὰ τὸ παρέλαβα μὲ ἀποκάλυψη ἀπευθείας ἀπὸ τὸν Θεό.
Δὲν εἶναι ἀνθρώπινο δημιούργημα τὸ Εὐαγγέλιο. Εἶναι θεόπνευστο, καὶ γι’ αὐ­τὸ ἐπιτελεῖ θαύματα συγκλονιστικά.
1. Εἶναι θεόπνευστο
Αὐτὸ ποὺ συντελεῖ ὥστε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο βιβλίο εἶναι ἡ θεοπνευστία του. Τὸ εἶπε ὁ Ἀπόστολος: «Οὐκ ἔστι κατὰ ἄν­θρωπον»! Τὸ ἔγραψαν βέβαια ἄνθρωποι, ἀλλὰ τὸ ἔγραψαν μὲ θεία ἔμπνευση, μὲ τὸν ἄμεσο φωτισμὸ καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ἀκριβῶς τονίζει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο, ὅπου γράφει ὅτι «πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος» (Β΄ Τιμ. γ΄ 16), δηλαδὴ ὅλη ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι θεόπνευστη.
Ἡ θεοπνευστία τοῦ Εὐαγγελίου γίνεται ὁλοφάνερη μέσα ἀπὸ πλῆθος ἀποδείξεων.
Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶναι ἡ συγγραφή του. Διαφορετικοὶ ἄνθρωποι, ἀγράμματοι μερικοί, σὲ διαφορετικὸ τόπο καὶ χρόνο, ἔγραψαν τὰ βιβλία ποὺ περιέχονται στὴν Καινὴ Διαθήκη, κι ὅμως ὅλα παρουσιάζουν θαυμαστὴ ἑνότητα καὶ καταπλήσσουν μὲ τὸ ὕψος τῆς θεολογίας τους.
Ἔπειτα ἀξιοθαύμαστο εἶναι τὸ περιε­­­χόμενο τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ διδασκαλία του γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς, τὴν ταπείνωση, τὴ ­συγχωρητικότητα καὶ ἄλ­λες ἀρετὲς πρωτάκουστες καὶ ἄ­­γνω­στες ἕως τότε, ἀναγεννᾶ πνευματικὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
Χειροπιαστὴ ἀπόδειξη τῆς θεοπνευ­στίας τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι καὶ ἡ ἐκπληκτικὴ διάδοσή του σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Παρὰ τὶς λυσσαλέες ἐπιθέσεις, ποὺ κατὰ καιροὺς δέχθηκε καὶ δέχεται, αἰῶνες τώ­ρα βρίσκεται σταθερὰ στὴν πρώτη θέση κυκλοφορίας τῶν βιβλίων, μὲ τόση μάλι­στα διαφορά, ὥστε ἐπίσημες στατιστι­κὲς νὰ λένε ὅτι ὅλα μαζὶ τὰ βιβλία τοῦ κόσμου δὲν μποροῦν νὰ φθάσουν, οὔτε κὰν νὰ πλησιάσουν τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀντιτύπων τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
2. Ἐπιτελεῖ θαύματα
Εἶναι θεόπνευστο λοιπὸν τὸ Εὐαγγέλιο. Λόγος Θεοῦ! Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πί­σω ἀπὸ τὶς λέξεις καὶ τὰ γράμματα κρύ­βεται δύναμη θεϊκή, ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο ἐπιτελεῖ θαύματα!
Πόσοι ἄνθρωποι μετανόησαν χάρη σ’ ἕνα λόγο ποὺ ἄκουσαν ἢ διάβασαν στὸ Εὐαγγέλιο! Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ὅταν διάβασε ἕνα στίχο ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή, συγκλονίστηκε, μετανόησε ὁριστικὰ κι ἄρχισε νὰ βαδίζει σταθερὰ τὸ δρόμο τῆς ἁγιότητας.
Ἀλλὰ καὶ πόσοι ἄλλοι δέχθηκαν κάποιον λόγο τοῦ Εὐαγγελίου ὡς φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ τοὺς ἄνοιγε νέους δρό­μους στὴ ζωή τους! Ἕνας ­σύγχρονος ἅγιος, ὁ ἅγιος Λουκᾶς ἀρχιεπίσκοπος Κριμαίας, καθὼς διάβαζε κάποτε τὸ Εὐ­αγγέ­λιο στάθηκε στὸν λόγο τοῦ Κυρίου «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ­ἐργάται ὀ­­­­λί­γοι». Σκέφθηκε: «Ὥστε λοιπόν, ­Κύριε, σοῦ λεί­­­­πουν ἐργάτες;»... Αὐτὸ ­ἔ­­­­γινε ἀ­­φορ­μὴ ὥ­­­στε ἀργότερα νὰ πάρει τὴν ἀ­­­πόφα­ση ν’ ἀφιερώσει τὴ ζωή του στὴν Ἐκκλησία!
Ἀλλὰ μήπως κι ἐμεῖς δὲν ἔχουμε αἰ­σθανθεῖ πολλὲς φορὲς τὸν διεισδυτικὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ἀγγίζει τὸ ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς μας; Συχνὰ ὁμο­λο­γοῦμε: «Γιὰ μένα τὸ λέει αὐτό». Εἶναι ζων­τανὸς καὶ δραστικὸς ὁ λόγος τοῦ Θε­οῦ καὶ κοφτερὸς περισσότερο ἀπὸ κά­θε δίκοπο μαχαίρι. Εἰσχωρεῖ στὰ βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἀναμοχλεύει καὶ μὲ τὶς ἀπαραίτητες τομὲς ἐπιφέρει τὴν κάθαρση, τὴ θεραπεία, τὴν ἀνακαίνιση!
Τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ Καινὴ Διαθήκη, ποὺ ὅ­­­λοι ἔχουμε στὸ σπίτι μας, δὲν γράφτηκε γιὰ νὰ προστεθεῖ ἕνα ἀκόμη βιβλίο στὶς μυριάδες τῶν βιβλίων. Γράφτηκε γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Γιὰ νὰ γνωρίσουμε οἱ ἄνθρωποι τί εἶναι ὁ Θεός, πόσο μεγάλος εἶναι ὁ πλοῦτος τῶν δωρεῶν του, ἡ ἀγάπη, τὸ ἔλεος, ἡ χάρις, ποιὰ εἶναι τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἑτοίμασε γιὰ νὰ τὰ κληρονομήσουμε στὴν αἰωνιότητα. Μακάρι ὅλοι μας νὰ ἀγαπήσουμε τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ τὸ μελετοῦμε καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόζουμε. Νὰ τὸ ἔχουμε πάντοτε ὡς φῶς καὶ ὁδηγό μας στὴ ζωή μας!