Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου: Άσπλαχνοι οφειλέται

Αποτέλεσμα εικόνας για ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός


***Ευαγγέλιο***
Αποτέλεσμα εικόνας για απόστολος κυριακής
ΙΑ΄ Ματθαίου: Ματθ. ιη΄ 23-35
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
ΑΣΠΛΑΓΧΝΟΙ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ
Αποτέλεσμα εικόνας για Άσπλαχνοι οφειλέται
1. ΧΡΕΟΣ ΥΠΕΡΟΓΚΟ
   Στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσπλάγχνου ὀ-φειλέτου ὁ βασιλεὺς μιᾶς χώρας ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες του φοροεισπράκτορες νὰ τοῦ ἀποδώσουν τοὺς φόρους τῶν ὑπηκόων του. Κάποιος ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς ὤφειλε ἕνα ἀμύθητο ποσό, δέκα χιλιάδων ταλάντων, τὸ ὁποῖο ὅμως εἶχε ξοδέψει καὶ ἀδυνατοῦσε νὰ τὸ πληρώσῃ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βασιλεὺς διέταξε νὰ πουληθῇ αὐτός, ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του καὶ ὅλη ἡ περιουσία του, γιὰ νὰ πληρωθῇ ἕνα μικρὸ μέρος τοῦ χρέους του. Ὁ ὀφειλέτης συντετριμμένος ἔ-πεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακάλεσε: Κύριε, δεῖξε λίγη μακροθυμία, δῶσ’ μου λίγο χρόνο, καὶ ὅλα ὅσα σοῦ χρεωστῶ θὰ σοῦ τὰ δώσω. Ὁ βασιλεὺς τότε τὸν λυπήθηκε, τοῦ ἐχάρισε τὸ χρέος καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. 
   Ἐδῶ ὅμως προκύπτει εὔλογα ἕνα ἐρώτημα: Ἀφοῦ τελικῶς ὁ βασιλεὺς σπλαγχνίσθηκε τὸν αὐλικό του καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, γιὰ ποιὸ λόγο δὲν τὸν συγχώρησε ἀμέσως, ἀλλὰ τοῦ ἔκαμε ὅλη αὐτὴ τὴν παιδαγωγία;
   Διότι, ἐὰν τὸν συγχωροῦσε ἀμέσως, δὲν θὰ καταλάβαινε ὁ ὀφειλέτης τὸ μέγεθος τῆς τεράστιας ὀφειλῆς του καὶ τῆς βαρύτητος τῆς ἄνομης καταχρήσεώς του. Τὸ χρέος του ἦταν τόσο μεγάλο, ὥστε φανέρωνε ἕναν ὀφειλέτη ὄχι μόνον ἀσυνεπῆ, ἀλλὰ καὶ καταχραστὴ καὶ σπάταλο. Ἦταν τόσο μεγάλο τὸ χρέος ὥστε, ἀκόμη κι ἂν ὁ ὀφειλέτης ἐργαζόταν ἐντατικὰ σ’ ὅλη του τὴν ζωή, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἐξοφλήσῃ. Ἄρα λοιπὸν ὁ βασιλεὺς δὲν εἶχε νὰ κερδίσῃ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Τὸν ἐκάλεσε λοιπὸν ὄχι γιὰ νὰ κερδίσῃ κάτι, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ σὲ συναίσθησι καὶ μετάνοια. Γι’ αὐτὸ κι ἀμέσως μετὰ ὁ βασιλεὺς τὰ διαγράφει ὅλα. Ὁ αὐλικὸς ζήτησε προθεσμία, κι ὁ βασιλεὺς τοῦ χάρισε τὴν ἐλευθερία. Ζήτησε μία χάρι, κέρδισε δύο. 
   Ἔτσι ὅμως κατάλαβε ὁ ὀφειλέτης ὅτι ὁ βασιλεύς του δὲν εἶναι σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος ἀλλὰ χορηγὸς ἀνεξάντλητης εὐσπλαγχνίας καὶ χάριτος, ὁ ὁποῖος ὅμως τὸν παιδαγωγεῖ γιὰ νὰ θυμᾶται κατόπιν ἀπὸ πόσο μεγάλη καταδίκη λυτρώθηκε· νὰ θυμᾶται τὴν συμπάθεια, συγχωρητικότητα καὶ ἀγάπη τοῦ βασιλέως καὶ ἔτσι νὰ εἶναι συμπαθὴς καὶ ὁ ἴδιος στοὺς ἄλλους. 
   Αὐτὸ ἀκριβῶς κάνει καὶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους, πρὸς ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Διότι ὅλοι μας χρεοφειλέται εἴμαστε ἀπέναντί Του. Καθημερινὰ γινόμαστε καταχρασταὶ τῶν ἀγαθῶν καὶ δωρημάτων Του, τὰ ὁποῖα κατασπαταλοῦμε στὴν ἁμαρτία. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετεῖ ἀδιαλείπτως μὲ μύρια ἀγαθά. Ἐπειδὴ ὅμως θέλει τὴν σωτηρία μας, ἔχει γιὰ τὸν καθένα μας ἕνα ἰδιαίτερο, ἕνα ἀνεξιχνίαστο σχέδιο ἀγάπης· φέρνει στὴ ζωή μας πρόσωπα, πράγματα, περιστάσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπιτρέπει δοκιμασίες γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὴν μετάνοια καὶ σωτηρία. Γιὰ νὰ συναισθανθοῦμε τὸ μέγεθος τῶν ἀμέτρητων ἁμαρτιῶν μας ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς του ἀπείρου εὐ-σπλαγχνίας. Καὶ νὰ προσπέσουμε στὰ πόδια του, στὸ φιλάνθρωπο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει γιὰ νὰ διαγράψῃ ὅλα τὰ χρέη μας, μεγάλα καὶ μικρά. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μας. Μὴ χάνουμε λοιπὸν καιρό. «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλ. ρβ΄ [102] 8).
2. ΧΡΕΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟ
   Στὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς ὁ συγχωρηθεὶς ὀφειλέτης, μετὰ τὴν ἐκζήτησι τοῦ ἐλέους ἀπὸ τὸν βασιλέα, βρῆκε ἕναν ἀπὸ τοὺς συνδούλους του ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἕνα ἀσήμαντο ποσὸ ἑκατὸ δηναρίων. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπίεσε ἀφόρητα, τοῦ ἐζήτησε μὲ σκληρότητα νὰ τοῦ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του. Κι ἐνῶ ἐκεῖνος ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλοῦσε, αὐτὸς ὁ σκληρόκαρδος τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή. Μόλις ὅμως τὸ πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ βασιλεύς, ἐθύμωσε καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς δημίους τῆς φυλακῆς, γιὰ νὰ τὸν τιμωροῦν μέχρι νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του. Καὶ ὁ Κύριος ἐπισφραγίζει τὴν παραβολή του λέγοντας: Ἔτσι καὶ ὁ ἐπουράνιος Πατὴρ θὰ κάμῃ καὶ σὲ σᾶς, ἐὰν δὲν συγχωρῆτε τοὺς ἀδελφούς σας μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σας. 
    Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς προλέγει τὴν τιμωρία αὐτῶν ποὺ συμπεριφέρονται ἔτσι;
   Γιὰ νὰ μάθουμε οἱ ἄνθρωποι νὰ συγχωροῦμε. Γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσῃ τὰ δικά μας ἀμέτρητα ἁμαρτήματα μόνον ὅταν ἐμεῖς συγχωροῦμε τὰ ἐλάχιστα λάθη τῶν ἀδελφῶν μας. Διαφορετικὰ μᾶς προειδοποιεῖ: Δὲν πρόκειται νὰ δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ μᾶς μάθῃ νὰ συγχωροῦμε, μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι, ὅσες φορὲς κι ἂν συγχωροῦμε τὸν ἀδελφό μας, αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ἐλάχιστο μπροστὰ στὴν συγχώρησι τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν ἀπὸ τὸν Ἴδιο. Τὸ χρέος μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι τεράστιο, ἐνῶ τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ μᾶς ἀδικοῦν ἢ μᾶς πληγώνουν, μηδαμινό. Δὲν ἔχουμε λοιπὸν τὸ δικαίωμα νὰ στεκώμαστε στὰ μικρὰ καθημερινὰ λάθη τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ συμπεριφερώμαστε σ’ αὐτοὺς μὲ ἀσπλαγχνία καὶ σκληρότητα. Ὅσο κι ἂν μᾶς ἔχουν λυπήσει καὶ πικράνει. Ἀκόμη κι ἂν τὰ λάθη τους μᾶς φαίνωνται μεγάλα καὶ ἐνοχλητικὰ ἢ ἀνυπόφορα, εἶναι ἀσήμαντα καὶ ἀμελητέα μπροστὰ στὰ χρέη μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Νὰ μάθουμε λοιπὸν νὰ συγχωροῦμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας. Μόνον ἔτσι θὰ γίνῃ ἡ ζωή μας παράδεισος καὶ ἐδῶ στὴ γῆ καὶ στὴν πανευτυχῆ αἰωνιότητα.

***Απόστολος***
Αποτέλεσμα εικόνας για απόστολος κυριακής
ΙΑ΄ Ματθαίου: Α΄ Κορ. θ΄ 2-12
Ἀδελφοί, ἡ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. ἡ ἐμὴ ἀπολο­γία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πι­εῖν; μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις πο­τέ; τὶς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; ἐν γὰρ τῷ Μωσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; ἢ δι’ ἡμᾶς πάν­τως λέγει; δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ’ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ’ ἐλπίδι. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματι­κὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσί­ας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ’ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύ­τῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χρι­στοῦ.
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ
Αποτέλεσμα εικόνας για ιερεασ
1. ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΨΗ
   Στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται σὲ κάποιους Κορινθίους ποὺ ἀμφισβητοῦ­σαν τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα. Λέει λοι­πόν: Ἡ σφραγίδα μὲ τὴν ὁποία πιστο­ποι­εῖται τὸ ἀποστολικό μου ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου εἶστε ἐσεῖς τοὺς ὁποίους ὁδήγησα στὸν Χριστό. Ἀφοῦ λοιπὸν εἶμαι κι ἐγὼ Ἀπόστολος σὰν τοὺς ἄλ­λους Ἀποστόλους, ρωτῶ: Δὲν ἔχω κι ἐγὼ καὶ οἱ συνεργάτες μου τὸ δικαίω­μα νὰ τρεφόμαστε ἀπ’ αὐτὰ ποὺ μᾶς προσ­φέρουν οἱ μαθητές μας; Δὲν ἔχου­με κι ἐμεῖς τὸ δικαίωμα νὰ ἔχουμε μα­ζί μας στὶς περιοδεῖες μας κάποια ἀ­­­­δελ­φὴ γιὰ νὰ μᾶς διακονεῖ, ὅπως κάνουν καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι; Ἢ μήπως μόνο ἐγὼ κι ὁ Βαρνάβας πρέ­πει νὰ ἐργαζόμαστε βιοποριστικά,­ γιὰ νὰ καλύπτουμε τὰ ἔξοδά μας; Εἴμαστε στρατιῶτες τοῦ Χρι­στοῦ, ποὺ ἀ­γωνιζό­μαστε γιὰ τὴν ἐξά­πλωση τῆς ­Βα­­σι­λείας του. Ποιὸς παίρ­νει μέρος σὲ ἐκ­­στρα­τεῖες μὲ δικά του ἔξοδα; Εἴμαστε­ ἀμπε­λουργοὶ ποὺ καλ­­λιεργοῦμε τὸ πνευμα­τικὸ ἀμπέλι τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς φυτεύει ἀμπέλι καὶ δὲν τρώει ἀπὸ τὸν καρπό του; Εἴμαστε οἱ ποιμένες σας, κι ἐσεῖς εἶστε τὰ λογικὰ πρό­βατά μας. Ποιὸς φροντίζει ἕνα κοπάδι, καὶ δὲν πίνει ἀπὸ τὸ γάλα τοῦ ποιμνίου αὐ­τοῦ; 
   Γιατί ὅμως τὰ γράφει ὅλα αὐτὰ ὁ ἀπόστολος­­ Παῦλος; Διότι­ κά­ποιοι Κορίνθιοι ἀντὶ νὰ ἐκτι­μοῦν τὴν αὐ­­ταπάρ­­­νηση­ καὶ τὴν ἀνι­διοτέ­λειά του, ἔψα­χναν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Κι ἰσχυ­ρίζον­ταν ὅτι αὐ­τὸς δὲν δεχόταν χρήματα καὶ ἄλλα­ ἀγα­­­θὰ ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅ­­­­πως ἔκα­ναν οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, διό­τι δὲν αἰσ­θανόταν ὁ ἴδιος ἴσος μὲ τοὺς Ἀ­­­­ποστό­λους. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἀνα­γ­κάζεται νὰ διακηρύξει τὴ γνησιότητα τοῦ ἀπο­στολικοῦ του ἀξιώματος. Ταυ­τό­χρονα­ ὅμως μέ­σα ἀπὸ τὴν ἀπολογία του αὐ­­­­­τὴ φανερώνει ἐμμέσως τὴν ἀχα­ρι­στία καὶ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἀντι­με­τώπιζε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τό­­ση αὐ­­ταπάρνηση ὑπηρέτησε. Αὐτὸς τοὺς ἔδωσε τὰ πάντα, κι αὐτοὶ τὸν ἀμφι­σ­βη­­τοῦσαν. Αὐτὸς ἐργάστηκε ἀνάμεσά τους τόσα χρόνια, χωρὶς νὰ τοὺς ζητήσει οὔτε ἕνα κομμά­τι ψωμί· κι ὅμως ­αὐ­τοὶ ἐκμεταλλεύτη­καν κι αὐτὸ ἀκό­­μη τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν συκοφαντήσουν. 
   Ἂς διδαχθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας ἀπὸ ὅλα αὐτά. Διότι ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος ἀντιμετώπισε τόση ἀχαριστία καὶ περιφρόνηση, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς εἶ­­ναι πιθανὸν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιου εἴδους πειρασμούς; Νὰ μᾶς δεί­­ξουν δηλαδὴ ἀχαριστία, νὰ μᾶς ἀδι­κή­σουν καὶ νὰ μᾶς ἀπορρίψουν ἀκό­μη καὶ ἄν­θρω­ποι ποὺ τοὺς εὐεργε­τή­σαμε· κάποτε­ καὶ συγγενι­κά μας πρόσω­πα­ καὶ πο­­λὺ ἀ­­­­γα­­­πητά. Εἶναι βέ­­βαια πο­­­­­­­­λὺ με­­­γάλος τέτοιος­ πει­ρα­σμὸς καὶ δύ­­σκο­λος­ ὁ ἀ­­­­­γώ­νας. Πρέ­πει ὅμως κι ἐ­­­­­μεῖς, ὅπως ὁ ἀπό­στο­­λος Παῦλος, νὰ μά­θου­με νὰ σηκώνου­με­­ τέ­­­­­­τοιους ­μεγάλους σταυ­ρούς, ὅ­­­­ταν τοὺς ἐ­­­πιτρέ­ψει ὁ Θε­ός, χω­ρὶς γογ­γυσμοὺς καὶ πικρίες ἀλ­­λὰ μὲ ὑπο­μονὴ καὶ τα­­πείνωση.
2. ΕΚΟΥΣΙΑ ΠΤΩΧΕΙΑ
   Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ τρέφονται ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, μὲ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Λέει λοιπόν: Αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω μήπως δὲν τὰ γράφει καὶ ὁ Νόμος; Εἶναι γραμμένο στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο τὸ ἑξῆς: Δὲν θὰ κλείσεις μὲ φίμωτρο τὸ στόμα τοῦ βοδιοῦ ποὺ ἁλωνίζει. Καὶ ρωτᾶ: Μήπως γιὰ τὰ βόδια νοιάζεται ὁ Θεός; Γιὰ μᾶς τὰ λέει! 
   Διότι γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς ἐρ­γάτες ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ γεωργὸς ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴ γῆ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἀπολαύσει καὶ τὴ σοδειά. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἁλωνίζει, ­πρέπει νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸν καρπὸ ποὺ μὲ ἐλπίδα περιμένει νὰ ἀποκτήσει. 
   Ἔτσι κι ἐμεῖς, συνεχίζει ὁ θεῖος Παῦ­λος, ὑπήρξαμε ἀνάμεσά σας πνευ­μα­τικοὶ καλλιεργητές. Ἐὰν λοιπὸν ἐμεῖς σπείραμε στὶς καρδιές σας τὸν πνευ­μα­τικὸ σπόρο τῆς ἀλήθειας καὶ σᾶς μεταδώσαμε πνευματικὰ χαρίσματα, σᾶς φαίνεται πολύ, ἂν θερίσουμε κάποια ὑλικὰ ἀγαθά σας; Κι ἂν ἄλλοι χρη­σιμοποιοῦν τὰ δικαιώματα ποὺ τοὺς δίνει ὁ Nόμος, δὲν δικαιούμαστε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ πολὺ περισσότερο καὶ ἐμεῖς; Ἐμεῖς ὅμως δὲν κάναμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν. Ἀλλὰ ὑ­­­ποφέρουμε κάθε εἴδους στερήσεις, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
   Μᾶς προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ τεκμηρι­ώ­­νει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐ­αγγελίου νὰ ζοῦν ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, στὴ συνέχεια τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔκανε ποτὲ χρήση τοῦ δικαι­ώματός του. Ἐνῶ εἶχε κάθε δικαίωμα νὰ δέχεται τὴν τροφή του ἀπὸ τοὺς πι­­στοὺς ποὺ θὰ τὸν φιλοξενοῦσαν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Κυρίου, αὐτὸς γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο τοὺς πι­στοὺς δὲν ἐπιβάρυνε κανένα, ἀλλὰ ἐρ­­γαζόταν μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Προτί­μησε νὰ ζεῖ μέσα σὲ στερήσεις καὶ ἀ­ν­­έχεια, καὶ ὑπέφερε συχνὰ ἀπὸ πείνα καὶ δίψα καὶ γυμνότητα, προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει κανένα. 
   Μὲ τὴ στάση του αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀπό­στολος μᾶς ἔδωσε ἕνα πολὺ μεγάλο μάθημα: ὅτι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὅλοι οἱ πιστοὶ θὰ πρέπει νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ μετρημένη καὶ φτωχική, συνετὴ καὶ ἁπλή. Νὰ μὴν ἐπιδιώκουμε μὲ πλεονεξία τὰ ὑλικὰ ἀ­­­γαθά, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μὲ λιτότητα, ἀκό­­μη κι ὅταν μποροῦμε νὰ ζήσουμε μὲ ἀνέσεις καὶ πλούτη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρό­­νημα καὶ τὸ βίωμα ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκ­­­κλησίας μας. Βίωμα ἀσκήσεως καὶ με­τρη­μένης ζωῆς. Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε λοι­πὸν κι ἐμεῖς. Μιὰ ἁπλὴ καὶ μετρη­μένη­ ζωὴ ἔχει νὰ προσφέρει μεγάλη πνευ­ματι­κὴ οἰκοδομὴ καὶ ἀνυπολόγι­στα πνευ­ματικὰ ἀγαθὰ καὶ σὲ μᾶς καὶ στοὺς γύρω μας.