Ο ανάργυρος γιατρός και Μάρτυς του Χριστού
Ἀκέστορι
τμηθέντι τῷ Θαλλελαίῳ.
Θεὸς
βοτάνην πρὸς λύσιν πέμπει πάθους.
Εἰκοστῇ
Θαλλέλαιος τὴν κεφαλὴν ἀπεκάρθη.
Ὁ
Θαλλέλαιος ἔζησε
καί μαρτύρησε τόν τρίτο αἰῶνα μετά
Χριστόν, στή φοβερή δηλαδή ἐποχή τῶν
διωγμῶν ἐναντίον τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Γεννήθηκε
στό Λίβανο καί καταγόταν ἀπό λαμπρή
χριστιανική οἰκογένεια. Ἀνατράφηκε
«ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου».
Ἔμαθε
τά ἱερά γράμματα καί ὅταν ἦρθε σέ
ἡλικία ἐπόθησε
ἀπ” ὅλες τίς τέχνες καί τίς ἐπιστῆμες
νά σπουδάση τήν ἰατρική ἐπιστήμη,
διότι εἶχε τή γνώμη ὅτι αὐτή εἶνε μιά
ἀναγκαία ἐπιστήμη καί μ” αὐτήν μπορεῖ
κανένας νά προσφέρη μεγάλες ὑπηρεσίες
στήν ἀνθρωπότητα πού πάσχει καί
ὑποφέρει.
Ἔτσι
ἔβλεπε τήν ἐπιστήμη καί ὄχι σάν ἕνα
μέσο πού νά βγάζη λεφτά καί νά
θησαυρίζη.
Λόγῳ
τῆς εὐφυΐας του ἔμαθε καλά τήν ἰατρική
ἐπιστήμη καί ἄρχισε νά ἀσκῆ τό ἔργο
τοῦ γιατροῦ. “Αλλά πολύ διαφορετικά
ἀπ” ὅ,τι τό ἀσκοῦσαν οἱ εἰδωλολάτρες
γιατροί, πού ἀπέβλεπαν μόνο στά ὑλικά
συμφέροντα.
Ὁ
Θαλλέλαιος,
ἔχοντας μέσα στήν καρδιά του τή
χριστιανική ἀγάπη, πού σάν ἥλιος
θέρμαινε ὅλη τή ζωή του, δεχόταν στό
σπίτι του ὅλους τούς ἀνθρώπους, ξένους
καί ντόπιους, τούς περιποιόταν καί τούς
πρόσφερε κάθε ἀνάπαυσι.
Τό
σπίτι του ἔγινε ὄχι μόνο ἰατρεῖο, ἀλλά
καί ξενοδοχεῖο φτωχῶν, καί ὁ ἅγιος
αἰσθανόταν ἰδιαίτερη χαρά ὅταν ἔβλεπε
ὅτι οἱ ἀσθενεῖς του θεραπεύονταν.
Τόση
ἦταν ἡ ἀγάπη του στούς φτωχούς ἀρρώστους,
ὥστε ὁ ἴδιος, χωρίς κανένας νά τόν
καλέση, πήγαινε στίς καλύβες καί τούς
ἔβλεπε.
Κάποτε
τόν εἶδαν νά σηκώνη στήν πλάτη του ἕναν
ἄρρωστο καί νά τόν μεταφέρη στό ἰατρεῖο
του.
Ἔτσι
ἡ φήμη του σάν λαμπροῦ γιατροῦ
ξαπλώθηκε.
Ὁ
ἅγιος ἔγινε πιό ξακουστός ὅταν ἀπέκτησε
τό χάρισμα νά κάνη θαύματα, νά θεραπεύη
χωρίς φάρμακα ἀλλά μόνο μέ τήν πίστι
στό Χριστό.
Ν”
ἀναφέρουμε ὅλα τά θαύματα πού ἔκανε ὁ
ἅγιος Θαλλέλαιος;
Εἶνε πολλά. Θ” ἀναφέρουμε λίγα μόνο,
τά ἑξῆς.
Πρῶτον.
Ἕνα φαρμακερό φίδι δάγκασε ἕναν ἄνθρωπο
στό στῆθος. Πολλοί γιατροί προσπάθησαν
νά τόν θεραπεύσουν, ἀλλά δέν τό κατώρθωσαν.
Ὁ ἄνθρωπος κινδύνευε νά πεθάνη. Ὁ
Θαλλέλαιος ἀνέλαβε νά τόν θεραπεύση
καί τό μόνο πού ζήτησε ἀπ” αὐτόν ἦταν
νά πιστέψη στό Χριστό. – Πίστεψε, τοῦ
εἶπε, καί θά σωθῆς. – Πιστεύω, εἶπε
ἐκεῖνος, στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ
Θαλλέλαιος ἔβαλε το δεξί του χέρι στό
στῆθος τοῦ ἀνθρώπου, τό σφράγισε μέ
τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί τόν θεράπευσε
τελείως.
Δεύτερο.
Ἕνας εἰδωλολάτρης γιατρός ἀρρώστησε
βαρειά καί ἔχασε τή φωνή του τελείως.
Οἱ συνάδελφοί του εἰδωλολάτρες γιατροί
μεταχειρίσθηκαν πολλά φάρμακα γιά νά
τόν κάνουν καλά, ἀλλά ὁ ἀσθενής παρέμενε
ἄφωνος. Τέλος οἱ συγγενεῖς του τόν
ἔφεραν στόν ἅγιο Θαλλέλαιο. Καί ὁ ἅγιος
Θαλλέλαιος τοῦ εἶπε: – Μόνο ἄν πιστέψης
στό Χριστό θά γίνης καλά. Ὁ ἄρρωστος,
πού δέν μποροῦσε νά μιλήση, μέ νεύματα
τούς ἔδωσε νά καταλάβουν, ὅτι πιστεύει
στό Χριστό.
Τότε
τό θαῦμα ἔγινε. Ἡ γλῶσσα του λύθηκε,
ἄρχισε νά μιλάη, καί ἀπό εἰδωλολάτρης
γιατρός πού ἦταν ἔγινε χριστιανός
γιατρός, ἀκολουθώντας τό παράδειγμα
τοῦ ἁγίου.
Τρίτο.
Κάποιος ἄνθρωπος περπατοῦσε σέ ἕνα
μέρος πού ἦταν γεμάτο γκρεμούς. Γλίστρησε,
ἔπεσε καί ἔσπασε τό πόδι του. Πονοῦσε
τό πόδι του. Πονοῦσε πολύ καί δέν μποροῦσε
νά περπατήση.
Τόν
εἶδε ὁ ἅγιος, τόν λυπήθηκε, τόν δίδαξε
τήν ἀληθινή πίστι, κι ὅταν εἶδε ὅτι ὁ
ἄνθρωπος πραγματικά πίστεψε στό Χριστό
καί ζητοῦσε τό ἔλεός του, ὁ ἅγιος
θεράπευσε καί τόν ἄνθρωπο αὐτό, πού
δέν εὕρισκε λέξεις γιά νά εὐχαριστήση
τόν Θεό.
Τέταρτο.
Μιά γυναῖκα, πού τήν εἶχε καταλάβει τό
δαιμόνιο καί δημιουργοῦσε μεγάλη
ταραχή, ὁ ἅγιος τήν σπλαχνίστηκε καί
τήν θεράπευσε στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ.
Πέμπτο.
Ἕνας τυφλός ἀπό τό κήρυγμα τῆς γυναίκας
πού ἀναφέραμε πιό πάνω, ἦρθε στήν πίστι
καί πῆγε στόν
Θαλλέλαιο καί
ζητοῦσε τή θεραπεία του.
Ὁ
ἅγιος Θαλλέλαιος,
πού εἶδε τή θερμή πίστι τοῦ τυφλοῦ,
πίστι πού τόν ἔκανε ὅμοιο μέ τόν γνωστό
τυφλό τοῦ Εὐαγγελίου, τόν θεράπευσε.
Ὁ
τυφλός ἄνοιξε τά μάτια του καί εἶδε
καί πάλι τόν ὡραῖο κόσμο πού ἔπλασε ὁ
Θεός, καί ὑμνοῦσε καί δοξολογοῦσε τόν
Δημιουργό μέ ὅλη τήν καρδιά του.
Ὕστερα ἀπό τά
θαύματα αὐτά πού ἔκανε ὁ Θαλλέλαιος
ἡ φήμη του διαδόθηκε σέ πολλές πόλεις
καί χωριά.
Ὅταν πῆγε σέ μιά μεγάλη πόλι, στήν Ἔδεσσα (ὄχι τῆς Μακεδονίας ἀλλά τῆς Ἀνατολῆς), ἔκανε κι ἐκεῖ πολλά θαύματα.
Ἀλλά κακοί ἄνθρωποι τόν διέβαλαν στά ὄργανα τοῦ εἰδωλολάτρου αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ κι ὁ ἅγιος πιάστηκε καί ὡδηγήθηκε μπροστά στόν ἔπαρχο. Ὁ ἔπαρχος, ἀφοῦ διέταξε νά τόν δείρουν σκληρά, τόν ἄφησε ἐλεύθερο, γιατί νόμισε ὅτι ὁ ἅγιος ἦταν παράφρων.
Ὁ ἅγιος Θαλλέλαιος, ἐφαρμόζοντας τό λόγο τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε «ὅταν διώκωσιν ὑμᾶς ἐν τῇ πόλει ταύτη, φεύγετε εἰς τήν ἄλλην», ἔφυγε ἀπό τά μέρη ἐκεῖνα καί πῆγε στήν περιφέρεια τῆς Κιλικίας, τήν πατρίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Καί στά μέρη αὐτά συνέχισε τό κηρυκτικό καί φιλανθρωπικό του ἔργο.
Ὅταν πῆγε σέ μιά μεγάλη πόλι, στήν Ἔδεσσα (ὄχι τῆς Μακεδονίας ἀλλά τῆς Ἀνατολῆς), ἔκανε κι ἐκεῖ πολλά θαύματα.
Ἀλλά κακοί ἄνθρωποι τόν διέβαλαν στά ὄργανα τοῦ εἰδωλολάτρου αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ κι ὁ ἅγιος πιάστηκε καί ὡδηγήθηκε μπροστά στόν ἔπαρχο. Ὁ ἔπαρχος, ἀφοῦ διέταξε νά τόν δείρουν σκληρά, τόν ἄφησε ἐλεύθερο, γιατί νόμισε ὅτι ὁ ἅγιος ἦταν παράφρων.
Ὁ ἅγιος Θαλλέλαιος, ἐφαρμόζοντας τό λόγο τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε «ὅταν διώκωσιν ὑμᾶς ἐν τῇ πόλει ταύτη, φεύγετε εἰς τήν ἄλλην», ἔφυγε ἀπό τά μέρη ἐκεῖνα καί πῆγε στήν περιφέρεια τῆς Κιλικίας, τήν πατρίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Καί στά μέρη αὐτά συνέχισε τό κηρυκτικό καί φιλανθρωπικό του ἔργο.
Κήρυττε μέ
μεγάλη δύναμι τό Χριστό καί θεράπευε
τούς ἀρρώστους μέ τό ὄνομα τοῦ
Χριστοῦ.
Ἀλλά οἱ εἰδωλολάτρες γιατροί τῆς περιοχῆς ἀπό φθόνο κατήγγειλαν τόν Θαλλέλαιο στόν ἄρχοντα τοῦ τόπου, ὅτι εἶνε ἐπικίνδυνος γιά τή θρησκεία τους καί ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά συλληφθῆ.
– Ποιά εἶνε ἡ πατρίδα σου; τόν ρώτησε ὁ τύραννος.
– Ἡ πατρίδα μου εἶνε ὁ Λίβανος. Εἶμαι παιδί ἐλευθέρων γονέων. Ὀνομάζομαι Θαλλέλαιος. Ἡ τέχνη μου γιατρός καί εἶμαι δοῦλος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
– Πῶς ἦρθες στή χῶρα μας; τόν ρώτησε πάλι ὁ τύραννος.
– Περπατῶ ἀπό τόπο σέ τόπο γιά νά κηρύξω τόν Χριστό καί νά ἐξαλείψω τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, γιατί τίποτε δέν εἶνε τόσο εὐάρεστο στόν Θεό ὅσο τό ἔργο αὐτό.
Ἡ θαρραλέα αὐτή ἀπάντησις ἐξώργισε τόν τύραννο, ὁ ὁποῖος διέταξε νά τόν κρεμάσουν γυμνό ἀπό τό ξύλο καί νά τόν χτυποῦν γιά νά ἀρνηθῆ τήν πίστι του.
Μά ὁ Θαλλέλαιος ἔμεινε ἀνίκητος. Ὁ τύραννος, βλέποντας πώς μέ τίς τιμωρίες δέν πετύχαινε τίποτε, προσπάθησε μέ δόλιο τρόπο νά τόν παρασύρη στήν πλάνη.
Τόν ρώτησε:
– Μέ ποιό τρόπο θεραπεύεις τούς ἀσθενεῖς, ἀγαπητέ μου;
Ἐάν τούς θεραπεύης μέ μαγεῖες, νά μοῦ τό πῆς, γιά νά μάθω κι ἐγώ.
– Ἐγώ οὔτε μάγος εἶμαι, εἶπε ὁ μάρτυς, οὔτε μέ μάγια θεραπεύω, ἀλλά μέ τήν πίστι στό Χριστό. Ὕστερα ἀπ’ τήν ἀπάντησι αὐτή ὁ τύραννος ἔχασε κάθε ἐλπίδα. Τόν ὑπέβαλε σέ πολλά νέα μαρτύρια. Σ” ὅλα ἀναδείχθηκε νικητής. Τέλος μέ διαταγή τοῦ τυράννου ἀποκεφαλίσθηκε.
Ἀλλά οἱ εἰδωλολάτρες γιατροί τῆς περιοχῆς ἀπό φθόνο κατήγγειλαν τόν Θαλλέλαιο στόν ἄρχοντα τοῦ τόπου, ὅτι εἶνε ἐπικίνδυνος γιά τή θρησκεία τους καί ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά συλληφθῆ.
– Ποιά εἶνε ἡ πατρίδα σου; τόν ρώτησε ὁ τύραννος.
– Ἡ πατρίδα μου εἶνε ὁ Λίβανος. Εἶμαι παιδί ἐλευθέρων γονέων. Ὀνομάζομαι Θαλλέλαιος. Ἡ τέχνη μου γιατρός καί εἶμαι δοῦλος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
– Πῶς ἦρθες στή χῶρα μας; τόν ρώτησε πάλι ὁ τύραννος.
– Περπατῶ ἀπό τόπο σέ τόπο γιά νά κηρύξω τόν Χριστό καί νά ἐξαλείψω τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, γιατί τίποτε δέν εἶνε τόσο εὐάρεστο στόν Θεό ὅσο τό ἔργο αὐτό.
Ἡ θαρραλέα αὐτή ἀπάντησις ἐξώργισε τόν τύραννο, ὁ ὁποῖος διέταξε νά τόν κρεμάσουν γυμνό ἀπό τό ξύλο καί νά τόν χτυποῦν γιά νά ἀρνηθῆ τήν πίστι του.
Μά ὁ Θαλλέλαιος ἔμεινε ἀνίκητος. Ὁ τύραννος, βλέποντας πώς μέ τίς τιμωρίες δέν πετύχαινε τίποτε, προσπάθησε μέ δόλιο τρόπο νά τόν παρασύρη στήν πλάνη.
Τόν ρώτησε:
– Μέ ποιό τρόπο θεραπεύεις τούς ἀσθενεῖς, ἀγαπητέ μου;
Ἐάν τούς θεραπεύης μέ μαγεῖες, νά μοῦ τό πῆς, γιά νά μάθω κι ἐγώ.
– Ἐγώ οὔτε μάγος εἶμαι, εἶπε ὁ μάρτυς, οὔτε μέ μάγια θεραπεύω, ἀλλά μέ τήν πίστι στό Χριστό. Ὕστερα ἀπ’ τήν ἀπάντησι αὐτή ὁ τύραννος ἔχασε κάθε ἐλπίδα. Τόν ὑπέβαλε σέ πολλά νέα μαρτύρια. Σ” ὅλα ἀναδείχθηκε νικητής. Τέλος μέ διαταγή τοῦ τυράννου ἀποκεφαλίσθηκε.
Ο Άγιος Θαλλέλαιος, ο τιμώμενος στη Νάξο
Ἔτσι,
ἀγαπητοί μου, μαρτύρησε ὁ ἅγιος
Θαλλέλαιος.
Λαϊκός αὐτός, γιατρός στό
ἐπάγγελμα, ἀναδείχθηκε νικητής.
Ὑπόδειγμα χριστιανοῦ ἐπιστήμονος.
Ἡ
ἀληθινή ἐπιστήμη δέν ἀντίκειται στό
Θεό.
Ἀντίθετα
ὑπηρετεῖ τό Θεό καί τό λαό τοῦ
Θεοῦ.
Τέτοιους
θέλει τούς ἐπιστήμονας ὁ λαός. Ὑπηρέτας,
ὄχι ἐκμεταλλευτάς.
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος
α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μαρτυρίου
ἀνύσας τὸν ἀγῶνα Θαλλέλαιε, ἤσχυνας
εἰδώλων τὴν πλάνην, τὴ γενναία ἀθλήσει
σου· καὶ ὤφθης ἰαμάτων θησαυρός,
παρέχων τᾶς ἰάσεις δωρεάν, τοὶς
προστρέχουσιν ἐν πίστει τῷ σῷ ναῶ καὶ
πόθω ἄνακραζουσι · δόξα τῷ δεδωκότι
σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι,
δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν
ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος
δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ
ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο
τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν·
ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους
καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ
ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις
Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς
ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος
γ'.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε καὶ ἰαματικὲ
Θαλλέλαιε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ,
ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν παράσχῃ ταῖς
ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος
γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν
Μαρτύρων σύναθλος, ἀναδειχθεὶς καὶ
ὁπλίτης, στρατιώτης ἄριστος, τοῦ
Βασιλέως τῆς δόξης, γέγονας διὰ βασάνων
καὶ τιμωρίας, ἔπαρσιν εἰδωλολατρῶν
καταπατήσας, διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν
σου, ὑμνοῦμεν μνήμην σοφὲ
Θαλλέλαιε.
Κάθισμα
Ἦχος
δ'. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φωτοειδὴς
ἀναδειχθεὶς ἀθλοφόρος, τῆς ἀθεΐας
σκοτασμὸν ἀπεκρούσω, καὶ πρὸς ποινὰς
καὶ θάνατον ἐχώρησας· ὅθεν διανύσας
σου τοὺς γενναίους ἀγῶνας, μέγιστον
ἀντέλαβες, κληρουχίαν καὶ δόξαν, τὴν
μηδαμῶς γενναῖε ἀθλητά, παρερχομένην,
Θαλλέλαιε ἔνδοξε.
Ὁ Οἶκος
Τὸν
εἰς βάθη κακίας κατολισθήσαντα, τὸν
ποικίλαις ἡδοναῖς καταχρασθέντα, καὶ
ἐν τάφῳ δεινῆς ρᾳθυμίας κατακείμενον,
ἔγειρόν με Ἅγιε τῇ ἐπιστασίᾳ σου,
ἀναπτέρωσό μου τὸν νοῦν πρὸς τὴν
θείαν ἀγάπησιν· σοὶ δίδου μοι λόγον,
ἵνα κατ᾿ ἀξίαν ὑμνήσω τῶν σῶν θαυμάτων
τὴν ἄβυσσον· ἐὰν γάρ μοι δῷς λόγον,
κολληθήτω ἡ γλῶσσα μου τῷ λάρυγγί μου,
ἐαν μὴ σοῦ μνησθῶ καὶ πόθῳ ἀναβοήσω·
Διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν σου ὑμνοῦμεν
μνήμην σοφὲ Θαλλέλαιε.
Μεγαλυνάριον
Ἔλαιον
βλυστάνων διηνεκῶς, θείων ἰαμάτων, ὡς
τῆς χάριτος ἰατρός, ψυχῶν καὶ σωμάτων,
τὰ πάθη θεραπεύεις, Θαλλέλαιε θεόφρον,
τῶν προσιόντων σοι.
Ἕτερον
Μεγαλυνάριον
Μάρτυρα Θαλλέλαιον
ἰατρόν, Κῦρον Ἰωάννην, Παντελεήμονα
καὶ Σαμψών, Ἑρμόλαον, Διομήδην, σὺν
Τρύφωνι, Ἀνικήτῳ, καὶ Μώκιον αἰνοῦμεν,
τοὺς Ἀναργύρους νῦν.
Ἕτερον
Μεγαλυνάριον
Τὴν τριπλῆν
Δυάδα τῶν ἰατρῶν, Ἀναργύρων θείων,
τοὺς Κοσμᾶν καὶ Δαμιανόν, Ἰουλιανόν
τε, σὺν Λεοντίῳ, Ἀνθίμῳ, Εὐπρέπιόν τε
ἅμα, ὕμνοις τιμήσωμεν.