Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Η τελετή και το θαύμα του Αγίου Φωτός.


Περιγραφή της τελετής του αγίου φωτός (Ναός Αναστάσεως- Ιερουσαλήμ).
Από το πρωί του αγίου και μεγάλου Σαββάτου
μέσα στον θεοσέβαστο Ναό της Αναστάσεως, όπως και στον άγιο Τάφο σβήνουν όλες οι λυχνίες, Ορθοδόξων, Λατίνων, Αρμενίων και Κοπτών, από τους διακονητές από το κάθε δόγμα από αυτά που μένουν συνεχώς στον ναό. Έξω από τον Ναό όλοι οι κάτοικοι και οι προσκυνητές της αγίας Πόλης-όλων των χριστιανικών φύλων εκτός από τους Λατίνους- και οι θεατές συρρέουν όλοι μαζί και γεμίζουν τον χώρο της αγίας Αυλής του Ναού, περιμένοντας το άνοιγμα της κλειστής πόρτας του, για να μπουν μέσα σε αυτόν.

Κατά την ώρα 8.30'-9.30' π.μ., όταν στο Μοναστηριακό Ναό των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης τελείται ο εσπερινός και η λειτουργία του Μ. Σαββάτου, κατά την οποία χοροστατεί ο Πατριάρχης και παρευρίσκονται οι Αρχιεπίσκοποι και τα υπόλοιπα μέλη της Ιεράς Αδελφότητας, ανοίγεται από τους μουσουλμάνους θυρωρούς η πύλη του Παναγιότατου Ναού, με την παρουσία των Δραγουμάνων, και του δικού μας και του Αρμένιου, και των στρατιωτικών αρχών της αγίας πόλης. Και πρώτα μπαίνει η παρατεταγμένη στρατιωτική δύναμη για την τήρηση της τάξης, η οποία τοποθετείται με την καθοδήγηση των Δραγουμάνων και των αξιωματικών της γύρω από το Ιερό Κουβούκλιο και στα κεντρικότερα σημεία του Ναού σχηματίζοντας έτσι διόδους για τα πλήθη. Μετά από αυτήν την τοποθέτηση των στρατιωτών, αφήνεται ελεύθερη η είσοδος για τα πλήθη, τα οποία ως χείμαρρος ακατάπαυστος μπαίνουν στον Ναό και τοποθετούνται στα ιδιαίτερα μέρη που ορίζονται για κάθε δόγμα. Ενώ περνά η ώρα, τα πλήθη αυξάνονται και συνωστίζονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάθε προσπάθεια μετακίνησης μεταξύ αυτών καθίσταται όχι μόνο δύσκολη, αλλά και επικίνδυνη. Όλα, λοιπόν, τα μέρη του πολύ μεγάλου Ναού, και πάνω και κάτω, και μέσα και έξω γεμίζουν με ευσεβείς προσκυνητές ή περίεργους θεατές, ενώ συγχρόνως άλλα πλήθη μέσω του δικού μας Μοναστηριού, από τις πόρτες των αιθουσών, περνούν και καταλαμβάνουν τις στοές και τις εξοχές των δύο θόλων, και ο ίδιος ο χώρος της αγίας Αυλής και οι αίθουσες του Παναγιότατου Ναού της Αναστάσεως, του Μοναστηριού του Πατριάρχου Αβραάμ, της Εκκλησίας του αγίου Ιακώβου και οποιοσδήποτε εκεί κοντά ελεύθερος χώρος καταλαμβάνεται. Μεταξύ του πλήθους που βρίσκεται μέσα στον Ναό διακρίνονται οι Ορθόδοξοι από την Παλαιστίνη και τη Συρία με τους ιδιαίτερους στίχους, τους οποίους μεγαλόφωνα χτυπώντας τα χέρια απαγγέλλουν ρυθμικά στη δική τους γλώσσα και έχουν το εξής περιεχόμενο: Ο Θεός να δίνει πολλά χρόνια στον Πατριάρχη, ο θεός να στεριώνει το Δέρ-Ρούμ(=Μοναστήρι των Ρωμαίων, δηλαδή το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων), Μία μόνο ορθή πίστη υπάρχει, αυτή των Ορθοδόξων.

Κατά τις 11 π.μ. με την παρουσία των στρατιωτικών αρχών γίνεται επιθεώρηση του ιερού Κουβουκλίου του αγίου Τάφου από τους Δραγουμάνους που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Μετά την επιθεώρηση ο δικός μας Δραγουμάνος κλείνει την πόρτα του Κουβουκλίου, έπειτα, αφού πάρει από τον δικό μας φύλακα μοναχό του αγίου Τάφου ταινία λευκή, την περιστρέφει δύο φορές γύρω από το πάνω μέρος των δύο πτυχών της πόρτας, όπου υπάρχουν καρφιά, και την αριστερή άκρη της ταινίας, αφού την διαπεράσει μέσα από το δεξί κρίκο της πόρτας, την δίνει στον δικό μας Αρχιμανδρίτη που στέκεται εκεί, ενώ τη δεξιά τη διαπερνά μέσα από τον αριστερό κρίκο και τη δίνει στον Αρμένιο Αρχιμανδρίτη. Έτσι, με την ταινία σχηματίζεται ένας σταυρός και στο κέντρο αυτού ο Δραγουμάνος βάζει μαλακό κερί, το οποίο παίρνει από τον ίδιο τον Μοναχό προσέχοντας να το προσαρμόσει και στις δύο μεριές της πόρτας του Ιερού Κουβουκλίου· έπειτα, φωνάζει τον μουσουλμάνο θυρωρό του Ναού της Αναστάσεως που βρίσκεται εκεί να έρθει, ο οποίος, σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο, σφραγίζει τέσσερις φορές πάνω στο κερί και στην ταινία με τη σφραγίδα του, ως ανάμνηση της σφραγίσεως από τη φρουρά,, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο: «Οι δέ πορευθέντες ησφαλίσατο τόν Τάφον, σφραγίσαντες τόν λίθον μετά της κουστωδίας» (Ματ. κζ' 66) (=και εκείνοι πήγαν και ασφάλισαν τον Τάφο, έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στο λίθο που έκλεινε το μνημείο και τοποθέτησαν φρουρά). Πλέον, όλα τα μέρη του Ναού είναι γεμάτα κόσμο, καθώς και τα απέναντι υπερυψωμένα μέρη του Ιερού Κουβουκλίου του αγίου Τάφου, τα δεξιά από τους ανώτερους κυβερνητικούς υπαλλήλους, τα αριστερά από την Ελληνική αντιπροσωπεία και άλλα επίσημα πρόσωπα.
Κατά τη δωδεκάτη της ημέρας ο Πατριάρχης ή, αν λείπει, ο Επίτροπος που τον αντιπροσωπεύει, ενώ χτυπάει πένθιμα η μεγάλη καμπάνα του Ναού, κατεβαίνει από το Πατριαρχείο μαζί με όλο τον κλήρο από τη σκάλα του αγίου Ιακώβου στον ναό της Αναστάσεως και μπαίνουν όλοι από τη νότια πύλη του Καθολικού στο άγιο Βήμα. Μετά από λίγη ώρα έρχονται προς τον Πατριάρχη μας και ασπάζονται το δεξί του χέρι τέσσερις κληρικοί από τους Αρμένιους, δύο από τους Κόπτες και δύο από τους Σύριους, παίρνοντας, όπως λέμε, ευλογία για να συμμετέχουν στην τελετή. Αυτή η εθιμοτυπία βασίζεται σε ρητές διατάξεις που ορίζουν για μας οι Σουλτάνοι, ως ένδειξη ότι έχουμε τα πρωτεία στον Παναγιότατο Τάφο, σύμφωνα με τα προνόμια που χορήγησε ο Ομάρ Χαττάπ και οι διάδοχοί του στο Γένος των Ορθοδόξων Ρωμαίων. Μετά την αποχώρηση των Αρμενίων και των υπόλοιπων αλλόθρησκων κληρικών, για τους οποίους έγινε αναφορά παραπάνω, οι δικοί μας ιερείς και διάκονοι που επρόκειτο να συμμετάσχουν στη λιτανεία, παίρνουν την ευκαιρία και ντύνονται όλοι με λευκές στολές, συγχρόνως βάζει και ο Πατριάρχης στο σκευοφυλάκειο όλη την αρχιερατική του στολή. Ταυτόχρονα, η λυχνία, η οποία χρησιμοποιείται στην ιερή τελετή, μεταφέρεται με πομπή από το κελί-στο οποίο φυλάσσεται, κοντά στην αγία Αποκαθήλωση-από τον δικό μας Σκευοφύλακα του Ναού της Αναστάσεως, ενώ προπορεύονται της πομπής ο Δραγουμάνος και ένας Αρχιερέας, προς το άγιο Κουβούκλιο από τον πιο σύντομο δρόμο, δηλαδή μέσω της περιοχής που βρίσκεται μεταξύ της αγίας Αποκαθήλωσης και του αγίου Κουβουκλίου. Μόλις αυτοί φτάσουν, ο Δραγουμάνος ξεκλειδώνει την πόρτα του Κουβουκλίου και μπαίνει μέσα μόνο ο δικός μας Σκευοφύλακας, αυτός που κρατάει την ιερή λυχνία, την οποία και τοποθετεί πάνω στον άγιο Τάφο. Αμέσως μόλις αυτός βγει, σφραγίζεται και πάλι η πόρτα του Κουβουκλίου, αφού τη δέσουν με τους δύο κρίκους της ταινίας, της οποίας τα άκρα παίρνουν τότε οι δύο Αρχιερείς που βρίσκονται εκεί, ο δικός μας και ο Αρμένιος, αντικαθιστώντας τους δύο Αρχιμανδρίτες που αναφέραμε προηγουμένως. Πριν, όμως, γίνουν όλα αυτά, η στρατιωτική αρχή παίρνει θέση μπροστά στην είσοδο του αγίου Κουβουκλίου προς το βόρειο μέρος. Η αστυνομία σχηματίζει μία ζώνη και ανοίγει δίοδο από το άγιο Βήμα του Καθολικού μέχρι το ιερό Κουβούκλιο και γύρω από αυτό λόγω της λιτανείας που θα γίνει. Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να μπει στη δίοδο που έχει ανοιχτεί, εκτός από τους αξιωματικούς της τάξης, των κληρικών που έχουν παραταχθεί για τη λιτανεία και των αξιωματούχων των Πατριαρχείων. Οι αντιπρόσωποι των Κοπτών και των Συρίων, αυτοί που ορίστηκαν να παραλάβουν το άγιο φως από τον Πατριάρχη, μένουν έξω από τη σχηματιζόμενη ζώνη.


Στις 12.30' ξεκινάει η λιτανεία από το άγιο Βήμα του Καθολικού ως εξής: Στην αρχή της πομπής είναι τα εκκλησιαστικά λάβαρα (κοινώς μπαϊράκια) που τα κρατούν, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, αρχηγοί αρχαίων Ορθόδοξων οικογενειών της Ιερουσαλήμ, ακολουθούν οι χοροί των ψαλτών, οι ντυμένοι ιερείς και τέσσερις διάκονοι-εκ των οποίων οι δύο κρατούν από ένα πυρσό (δαυλό) αργυρό, ενώ οι άλλοι δύο διάκονοι από μία δεσμίδα αποτελούμενη από 33 κεριά- τελευταίος όλων έρχεται ο Πατριάρχης που κρατάει την ποιμαντορική ράβδο. Αφού ευλογήσει ο Πατριάρχης από την αγία είσοδο της ωραίας Πύλης του Καθολικού, ξεκινάει η πομπή κατευθυνόμενη προς το Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου, όταν ξαφνικά στο μέσο του γενικού θορύβου στον Ναό και της αναμεμειγμένης βοής ακούγεται η γλυκιά και πολυπόθητη μελωδία των ψαλτών μας, οι οποίοι ψάλλουν το γνωστό τροπάριο «Τήν Ανάστασίν Σου, Χριστέ Σωτήρ, άγγελοι υμνουσιν εν ουρανοις καί ημας τους επί γης καταξίωσον εν καθαρα καρδία Σε δοξάζειν» (Την Ανάστασή Σου, Χριστέ Σωτήρα, άγγελοι υμνούν στους ουρανούς και καταξίωσε εμάς που είμαστε στη γη με καθαρή καρδιά να Σε δοξάσουμε)· ο ιερός κλήρος γυρίζει τρεις φορές γύρω από το άγιο Κουβούκλιο, ενώ κατά την τρίτη φορά ο χορός ψάλλει το «Φώς ιλαρόν» μελωδικά. Αφού γίνεται και η Τρίτη στροφή, οι κληρικοί που κρατάνε τα λάβαρα επιστρέφουν στο άγιο Βήμα και βγάζουν τις ιερατικές στολές, ενώ ο Πατριάρχης παίρνει από τους Αρμένιους τον κληρικό που έχει οριστεί, για να μπει μέσα στο άγιο Κουβούκλιο, και μαζί με αυτόν έρχεται μπροστά στο άγιο Κουβούκλιο. Απέναντι από την πόρτα του αγίου Κουβουκλίου (ο Πατριάρχης) βγάζει τη μίτρα, τα εγκόλπια, το μέγα ωμοφόριο, τον αρχιερατικό σάκκο και το επιγονάτιο με τη βοήθεια των διακόνων, οι οποίοι στη συνέχεια δένουν γύρω από τα επιμάνικα, τα οποία φοράει ο Πατριάρχης, λευκά μαντίλια. Τότε ο δικός μας Δραγουμάνος αφαιρεί την ταινία και ανοίγει την πόρτα του αγίου Κουβουκλίου. Ο πατριάρχης, αφού πάρει από τους διακόνους τους δύο πυρσούς και τρεις δεσμίδες κεριών μπαίνει μέσα στο Κουβούκλιο, όπου τον ακολουθεί μόνο ο Αρμένιος κληρικός, φορώντας και αυτός μόνο την εσωτερική ιερατική στολή και κρατώντας δύο μεταλλικούς πυρσούς19. Η πόρτα του αγίου Κουβουκλίου κλείνεται πάλι και ο Πατριάρχης μπαίνει στον Τάφο, ενώ ο Αρμένιος μένει στον προθάλαμο αυτού. 
Ο Πατριάρχης, αφού γονατίσει, με φόβο και κατάνυξη διαβάζει την παρακάτω ευχή:
"Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, η αρχίφωτος σοφία του ανάρχου Πατρός. Ο φως οικών απρόσιτον, ο ειπών εν σκότους φως λάμψαι, ο ειπών γενηθήτω φως και εγένετο φως, Κύριε, ο του φωτός χορηγός, ο εξαγαγών ημάς από του σκότους της πλάνης και εισαγαγών εις το θαυμαστόν φως της σης επιγνώσεως, ο την γην μεν πάσαν δια της εν αυτή ενσάρκου παρουσίας σου, τα καταχθόνια δε της εις Άδην καταβάσεως σου φωτός πληρώσας και χαράς, μετά δε ταύτα δια των αγίων σου αποστόλων φως καταγγείλας πάσι τους έθνεσιν. Ευχαριστούμεν σοι, ότι δια της ευσεβούς πίστεως μετήγαγες ημάς από του σκότους εις φως και γεγόναμεν υιοί δια του αγίου βαπτίσματος, θεασάμενοι την δόξαν σου πλήρη ούσαν χάριτος και αληθείας, αλλ' ω φωτοπάροχε Κύριε, ο το μέγα φως ων, ο ειπών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει. Δέσποτα Κύριε, το φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, το μόνον φως του κόσμου και φως της ζωής των ανθρώπων, ου από της δόξης επληρώθη τα σύμπαντα, ότι φως εις τον κόσμον ελήλυθας δια της ενσάρκου σου οικονομίας, ει και οι άνθρωποι ηγάπησαν μάλλον το σκότο ή το φως, συ Κύριε φωτοδότα, επάκουσον ημών των αμαρτωλών και αναξίων δούλων σου των την ώρα ταύτη παρισταμένων τω παναγίω σου και φωτοφόρω τούτω τάφω και πρόσδεξαι ημάς τιμώντας τα άχραντα πάθη σου, την παναγίαν σου σταύρωσιν, τον εκούσιον θάνατον και την εν τω πανσεβάστω τούτω μνήματι του τεθεωμένου σου σώματος κατάθεσιν και ταφήν και τριήμερον εξανάστασιν, ήν χαρμονικώς ήση αρξάμενοι εορτάζειν μνείαν ποιούμεθα και της εν Άδου καθόδου σου, δι' ης τας εκείσε των δικαίων κατέχομενας ψυχάς δεσποτικώς ηλευθέρωσας τη αστραπή της σης θεότητος, φωτός πληρώσας τα καταχθόνια. ¨οθεν δη αγαλλόμενη καρδία και χαρά πνευματική κατά τούτο το υπερευλογημένον Σάββατον τα εν γη και υπό γην θεοπρεπώς τελεσθέντα σοι σωτηριοδέστατα μυστήρια σου εορτάζοντες και σε το όντως ιλαρόν και εφετόν φως εν τοις καταχθονίοις θεϊκώς επίλαμψαν, εκ τάφου δε θεοπρεπώς αναλάμψαν αναμιμνησκόμενοι, φωτοφάνειαν ποιούμεθα σου την προς ημάς συμπαθώς γενομένην θεοφάνειαν εικονίζοντες, επιδή γαρ τη σωτηρίω και φωταυγεί νυκτί πάντα πεπλήρωται φωτός ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια δια το υπερφυές μυστήριον της εν Άδου καθόδου σου και της εκ Τάφου σου τριημέρου αναστάσεως. Δια τούτο εκ του επί τούτον τον φωτοφόρον σου Τάφον ενδελεχώς και αειφώτως εκκαιομένου φωτός ευλαβώς λαμβάνοντες διαδιδόαμεν τοις πιστεύουσιν εις σε το αληθινόν φως και παρακαλούμεν και δεόμεθά σου, Πανάγιε Δέσποτα, όπως αναδείξης αυτό αγιασμού δώρον και πάσης θεϊκής σου χάριτος πεπληρωμένον δια της χάριτος του Παναγίου και φωτοφόρου Τάφου σου και τους απτομένους ευλαβώς αυτού ευλογήσης και αγιάσης, του σκότους των παθών ελευθερών και των φωτεινοτάτων σου σκηνών καταξιώσης, όπου φως το ανέσπερον της σης θεότητος λάμπει, χάρισαι αυτοίς, Κύριε, υγιείαν και ευζωΐαν και τους οίκους αυτών παντός αγαθού πλήρωσον.
Ναι, Δέσποτα φωτοπάροχε, επάκουσον μου του αμαρτωλού εν τη ώρα ταύτη και σος ημίν τε και αυτοίς περιπατείν εν τω φωτί σου και εν αυτώ μένειν, έως το φως της προσκαίρου ζωής έχομεν. Δος ημίν, Κύριε, ίνα το φως της προσκαίρου ζωής ταύτης έχωμεν. Δος ημίν, Κύριε, ίνα το φως των καλών έργων ημών λάμπη έμπροσθεν των ανθρώπων και δοξάζωσι σε συν τω αναρχώ σου Πατρί και τω Παναγίω Πνεύματι. Εις φως γαρ εθνών ημάς τέθεικας, ίνα αυτοίς τη σκοτία περιπατούσι φαίνωμεν. Αλλ' ημείς ηγαπήσαμεν το σκότος μάλλον ή το φως φαύλα πράσσοντες. Πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως κατά τον αψευδή λόγον σου, δια τούτο οσήμεραι προσκοπτόμεν αμαρτάνοντες, επειδή περιπατούμεν εν τη σκοτία. Αλλ' αξίωσον ημάς το υπόλοιπον της ζωής ημών βιωτεύσαι πεφωτισμένους τους οφθαλμούς της διανοίας ημών. Δος ημίν, ίνα ως τέκνα φωτός περιπατήσωμεν εν τω φωτί των εντολών σου, το του αγίου βαπτίσματος φωτεινόν ένδυμα, υπέρ δια των έργων ημαυρώσαμεν, λεύκανον ως το φως, ο αναβαλλόμενος το φως ώσπερ ιμάτιον. Δος ημίν ενδύσασθαι τα όπλα του φωτός, ίνα δι' αυτών τον άρχοντα του σκότους τροπούμεθα, ως μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός. Ναι, Κύριε, και ως εν ταύτη τη ημέρα τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις φως έλαμψας, ούτω σήμερον λάμψον εν ταις καρδίαις ημών το σον ακήρατον φως, ίνα δια τούτου φωτιζόμενοι και θερμαινόμενοι εν τη πίστει δοξάζομεν σε το μόνον εκ μόνου του αρχιφώτου φωτός ιλαρόν φως εις τους ατελεύτητους αιώνας. Αμήν".

Κατά την ώρα που ο Πατριάρχης διαβάζει αυτήν την ευχή, βαθιά σιγή διαδέχεται τις δυνατές κραυγές που σείουν τις αχανείς διαστάσεις μπροστά στο μικρό Ναό· μυστική αγωνία καταλαμβάνει από τη μια μεριά ως την άλλη τα πλήθη και αμέσως σταματάει ο θορυβώδης και ταραχώδης εκείνος χείμαρρος· όλοι εκείνη τη στιγμή έχοντας το μυαλό τους στον Ύψιστο και περιμένοντας το έλεος, τον παρακαλούν να έρθει σε αυτούς η θεία χάρη του παναγίου φωτός. Μετά το τέλος της ευχής ο Πατριάρχης με κάθε ευλάβεια ασπάζεται τον άγιο Τάφο και παίρνει το άγιο φως, το οποίο βέβαια, αφού πάει στον προθάλαμο, δίνει πρώτα στον Αρμένιο κληρικό που βρίσκεται εκεί, συγχρόνως όμως ο Πατριάρχης από το βόρειο άνοιγμα του Κουβουκλίου και ο Αρμένιος από το νότιο παραδίδουν τους πυρσούς αναμμένους πλέον σε αυτούς που είχαν παραταχθεί εκεί από πριν και στους ιερείς και τους λαϊκούς που περιμένουν έξω από τις πόρτες. Την εμφάνιση του αγίου φωτός χαιρετούν οι ήχοι των βαρύγδουπων καμπάνων του Ναού και των σημάντρων και τυμπάνων του· ακούγεται ανάμεικτη βοή, ιαχή θεσπέσια που φτάνει ως τον ουρανό και συγκινεί τους πάντες μέχρι δακρύων· ο καθένας αισθάνεται χαρά και αγαλλίαση. Πόσο ζωηρή και αξιοθέατη είναι εκείνη η στιγμή στους θεατές! Στα πρόσωπα όλων ζωγραφίζεται ανέκφραστη αγαλλίαση, δάκρυα χαράς βρέχουν τα μάγουλά τους και σκέφτονται ότι πράγματι είναι θεατές ευσεβούς και ιερής τελετής, την οποία ποθούσαν να δουν από την παιδική τους ηλικία. Η θέα της μυστηριώδους αυτής μεταβολής τόσων καρδιών είναι αδύνατον να μη συγκινήσει και τον ψυχρότερο από τους θεατές. 
Ο πρεσβύτερος της Ιερουσαλήμ που βρίσκεται στο βόρειο άνοιγμα του Κουβουκλίου, αφού πάρει το άγιο φως από τον Πατριάρχη μέσα σε αργυρό πυρσό, το μεταφέρει τρέχοντας στο άγιο Βήμα από τη Βόρεια πύλη του Καθολικού και το παραδίδει στον Σκευοφύλακα του Ναού που βρίσκεται στην παραπρόθεση του δεξιού μέρους , ο οποίος το παραδίδει σε αυτούς που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Αμέσως το άγιο φως διαδίδεται σε όλα τα μέρη του Ναού, πάνω και κάτω και στην πιο μακρινή γωνιά του. Ο Ναός που πριν από λίγο δεν είχε κανένα φως μεταμορφώνεται σε θάλασσα φωτός φωτιζόμενος αμέσως από 30000 περίπου φώτα. Έπειτα ανοίγεται η πόρτα του αγίου Κουβουκλίου από τον δικό μας Αρχιερέα που αναφέραμε προηγουμένως, όταν ο Πατριάρχης από μέσα τη χτυπήσει. Αμέσως μπαίνουν στο Κουβούκλιο ένας Κόπτης και ένας Σύριος από αυτούς που πήραν σε προηγούμενη φορά και παίρνουν το άγιο φως από τον Πατριάρχη. 
Αφού περιοριστεί ο θόρυβος, ο Πατριάρχης βγαίνει πρώτος από το ιερό Κουβούκλιο κρατώντας τρεις δεσμίδες κεριά, εκ των οποίων τη μια τη δίνει στον Διοικητή της Πόλης που στέκεται κοντά στην πόρτα του Κουβουκλίου, και, ενώ τον κρατάνε οι κυβερνητικοί υπάλληλοι και ο Δραγουμάνος, διασχίζει γρήγορα το συνωστισμένο πλήθος και φτάνει στο άγιο Βήμα, όπου δίνει το άγιο φως. Μετά την έξοδο του Πατριάρχη από το άγιο Κουβούκλιο, βγαίνουν από εκεί ο Αρμένιος κληρικός και ο Σύριος και μεταφέρουν το φως στους ομοεθνείς τους, ενώ μπαίνουν οι καντηλανάφτες των τριών εθνών και ανάβουν τα καντήλια τους μέσα και έξω από τον άγιο Τάφο. Ταυτόχρονα ο δικός μας Αρχιερέας σηκώνει την αναμμένη ιερή λυχνία από τον Πανάγιο Τάφο και τη μεταφέρει αμέσως από το άγιο Κουβούκλιο στο άγιο Βήμα του δικού μας Καθολικού. Αφήνεται, λοιπόν, ελεύθερο το άγιο Κουβούκλιο στους Αρμένιους, στους Κόπτες και στους Σύριους για τη λιτανεία τους, την οποία όλοι μαζί κάνουν γύρω από τον Τάφο του Κυρίου, δοξάζοντας και αυτοί τον νικητή του θανάτου.
Αμέσως μετά την τελετή ο Πατριάρχης γυρίζει στη θέση του με τη συνηθισμένη παράταξη. Την τελετή του αγίου φωτός επισφραγίζει στη συνέχεια η τέλεση της θείας λειτουργίας του Μ. Σαββάτου στο Καθολικό του Ναού της Αναστάσεως. Τα πλήθη των προσκυνητών αμέσως βγαίνουν από τον Ναό και διασκορπίζονται κρατώντας στα χέρια αναμμένα κεριά. Αυτοί που έχουν σταλεί από τα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, αφού πάρουν το άγιο φως με πυρσούς, το μεταφέρουν βιαστικά στις πόλεις και στα χωριά και στα Μοναστήρια, όπου οι κάτοικοι τους δέχονται με θρησκευτική ευλάβεια και κραυγές. Από αυτή τη στιγμή όλα τα φώτα που ήταν πριν σβησμένα στις Εκκλησίες της Ιερουσαλήμ και των περιχώρων ανάβουν.
Αναμφίβολα η τελετή αυτή του αγίου φωτός έδωσε έμπνευση στον κορυφαίο από τους υμνωδούς της Εκκλησίας μας, στον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, και έγραψε το τροπάριο του κανόνα του Πάσχα «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός ουρανός τε καί γη καί τα καταχθόνια...» (Τώρα όλα έχουν γεμίσει με φως, και ο ουρανός και η γη και ο κάτω κόσμος...), που ψάλλεται κατά τη λαμπρά και ένδοξη Ανάσταση του Σωτήρα.

Αυτή τυχαίνει να είναι η σεβάσμια και υψηλή τελετή του αγίου φωτός εξαιτίας της παλαιότητάς της, η οποία στην ιστορία του θρησκευτικού βίου των Ορθοδόξων λαών της Ανατολής κατέχει πάρα πολύ σπουδαία θέση.