Η
τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι
αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων
από τον παράδεισο της τρυφής.
Ο
άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως
το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα
του Θεού, ως «εικόνα και καθ' ομοίωσις»
αυτού ( Γέν.1,26).
Πλάστηκε
να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις
ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης
ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η
βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ
(Γεν.2 ο κεφ.).
Ο
άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης
βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο
αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην
πτώση και την καταστροφή. Αυτό του
στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη
και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την
κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του.
Μέγα
χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους (Εφ.2,13). Η
αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι
πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο
της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν
να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την
πύλη του, για να μην μπορούν να την
παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα
του ανθρωπίνου γένους άρχισε!
Ο Αδάμ
και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον
κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το
κακό που τους βρήκε.
Αναλογίζονταν
την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν
με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν
το μέλλον ζοφερό και γι' αυτό έκλαιγαν
γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την
άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές
τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του
παραδείσου ερήμου.
Όμως
δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν
ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την
ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του
Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα
συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός
σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη
αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη
υλική ευμάρεια του παραδείσου.
Ούτε
ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από
τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας
μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή
οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά
και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον
απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν
αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως
κατάστασή τους.
Κυριακή τής ΤυρινήςΤού Χρήστου Σπ. Χριστοδούλου |
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ματθ. στ' 14-21)
Είπεν ο Κύριος· εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος· εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών. Οταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριταί σκυθρωποί· αφανίζουσι γαρ τα πρόσωπα αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες· αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών. Συ δε νηστεύων άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, αλλά τω Πατρί σου τω εν τω κρυπτώ, και ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ. Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι· θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν· όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών.
Με το άνοιγμα του Τριωδίου, αλλά και λίγο πριν (Κυριακή της Χαναναίας και του Ζακχαίου) η Εκκλησία μας προετοιμάζει για την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που είναι περίοδος νηστείας, περισυλλογής και εντονώτερου πνευματικού αγώνα.
Με την Κυριακή της Τυρινής, βρισκόμαστε στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ανοίγεται μπροστά μας «το στάδιο των αρετών», στο οποίο ο υμνωδός της Εκκλησίας μας, μας καλεί να εισέλθουμε, «αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα». Ταυτόχρονα, στο συναξάρι της ημέρας, γίνεται μνεία της εξορίας του Αδάμ από τον Παράδεισο. Στο Δοξαστικό του εσπερινού του Σαββάτου ο υμνωδός, μας παρουσιάζει τον Αδάμ να κάθεται απέναντι του Παραδείσου και να θρηνεί: «Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι, τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυθέντα! Οίμοι τον απλότητι γυμνόν, νυν δε ηπορημένον! Άλλ’ ω Παράδεισε, ουκέτι σου της τρυφής απολαύσω, ουκέτι όψομαι τον Κύριον και Θεόν μου και Πλάστην. Εις γην γαρ απελεύσομαι, εξ ης και προσελήφθην. Ελεήμον, οικτίρμον, βοώ σοι. Ελέησόν με τον παραπεσόντα» Και λίγο παρακάτω στο Δοξαστικό των αποστίχων, ο ιερός υμνωδός παρατηρεί εξής: «Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου δια της βρώσεως· διο και καθεζόμενος απέναντι τούτου ωδύρετο ολολύζων, ελεεινή τη φωνή, και έλεγεν. Οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι’ εμέ πεφυτευμένος, και δια την Εύα κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ· το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν· ότι τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω».
Ο Αδάμ παραβαίνοντας την εντολή της νηστείας (του να μη φάγη από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού) εκπίπτει της χάριτος του Θεού και χάνει τον Παράδεισο, που είναι ουσιαστικά η μετά του Θεού αναστροφή και κοινωνία. Αυτή όμως η κοινωνία με τον Θεό, ήταν η ομπρέλα που τον θωράκιζε και τον προστάτευε από τις δαιμονικές δυνάμεις. Χάνοντας αυτήν την προστασία, ο Αδάμ και η ανθρωπότητα ολόκληρη, γίνεται έρμαιο των δαιμονικών δυνάμεων.
Στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα υπάρχουν τρεις δεσπόζουσες έννοιες ενός γνήσιου πνευματικού αγώνα: η συγχωρητικότητα προς τους άλλους ανθρώπους, η πραγματική νηστεία (σωματική, κυρίως δε πνευματική) και η αφιλαργυρία (δηλ. η μετάθεση του θησαυρισμού από τα υλικά στα πνευματικά αγαθά).
Νηστεία, το ισχυρό όπλο της πνευματικής ζωής του Χριστιανού
Για να ξεκινήσει κανείς ένα σπουδαίο και δύσκολο έργο, χρειάζεται μία σταθερή και γενναία απόφαση. Η νηστεία είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του αγωνιζομένου Χριστιανού. Είναι η "μάχαιρα, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν". Με την νηστεία εξυγιαίνεται η ψυχή του ανθρώπου και αίρεται η πεπτωκυία της κατάσταση, δηλαδή ανατρέπεται το κατεστημένο της πτώσεως. Πριν την πτώση (δηλαδή πριν από το προπατορικό αμάρτημα)τροφή και απόλαυση της ψυχής ήταν η κοινωνία με τον Θεό. Το σώμα, λόγω του φυσικού συνδέσμου του με την ψυχή, απολάμβανε και αυτό τους καρπούς της κοινωνίας με το Άγιο Πνεύμα.
Μετά την πτώση, επειδή η ψυχή έχασε την κοινωνία της με το Άγιο Πνεύμα στράφηκε προς το σώμα και προσπάθησε σ' αυτό να βρει εκείνο που έχασε. Έτσι, υποτάχθηκε στις σωματικές ηδονές, άρχισε να απομυζά και να ταλαιπωρεί το σώμα και να το οδηγεί, χωρίς να το θέλει, στην φθορά και στην εξαθλίωση.
Είναι γεγονός ότι η πολυφαγία και η πολυποσία εξάπτουν τις σαρκικές επιθυμίες και τα σαρκικά πάθη. Αντίθετα, η νηστεία κατευνάζει τα πάθη. Ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να εγκρατεύεται και να αυτοκυριαρχείται. Με την νηστεία ο άνθρωπος κατευνάζει τις άτακτες κινήσεις του σώματος και μπορεί ευκολώτερα η ψυχή να στραφεί, με την προσευχή, στον Θεό και έτσι απερίσπαστη να ακούσει τις εντολές Του. Η προσευχή και η πνευματική μελέτη δίνουν πνευματική αξία στο έργο της νηστείας.
Η αληθινή νηστεία δεν περιορίζεται μόνον στη στέρηση κάποιων τροφών. Δεν είναι τόσον εξωτερική όσον κυρίως εσωτερική μορφή αγώνος. Η τροφική νηστεία πρέπει να συνοδεύεται με την νηστεία όλων των αισθήσεων, με την εσωτερική νηστεία της ψυχής, από φαντασίες, σαρκικές επιθυμίες και εμπαθείς λογισμούς. «Αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις (αποξένωση), εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, καταλαλιάς (κατακρίσεως), ψεύδους και επιορκίας. Η τούτων ένδεια (φτώχεια) νηστεία αληθής και ευάρεστος τω Θεώ εστί» ψάλλει σήμερα η Εκκλησία. Επίσης στο ιδιόμελο των αποστίχων των αίνων, της Τετάρτης της Τυρινής, ο ιερός υμνογράφος μας συνιστά: «Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλει τη ατροφία· ει μη γαρ αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν, ως ψευδής μισείται παρά Θεού και τοις κακίστοις δαίμοσιν ομοιούσαι τοις μηδέποτε σιτουμένοις· μη ουν αμαρτάνουσα την νηστείαν αχρειώσης, αλλ’ ακίνητος, προς ορμάς ατόπους μένε, δοκούσα παρεστάναι εσταυρωμένω τω Σωτήρι, μάλλον δε συσταυρούσθαι, τω δια σε σταυρωθέντι, εκβοώσα προς αυτόν· μνήσθητί μου Κύριε όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου.».
Για να είναι ολοκληρωμένη η νηστεία, πρέπει να συνοδεύεται από τις αρετές τηςπροσευχής και της ελεημοσύνης. Διότι, ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να έχει ανάταση ψυχής και όσα, λόγω της νηστείας, εξοικονομεί, να τα δίνει ελεημοσύνη. Έτσι, ηνηστεία ανεβάζει τον άνθρωπο, εύκολα στον Θεό και αποδεικνύεται γι’ αυτόν αρχή μετανοίας.
Η συγχωρητικότητα, ως προϋπόθεση κάθε καλού έργου
Ο Χριστός, πριν μιλήσει για τον τρόπο της αληθινής νηστείας, έβαλε σαν θεμέλιο, πάνω στο οποίο μπορεί να οικοδομηθεί κάθε καλό έργο, την συγχωρητικότητα. Προϋπόθεση της συγχωρήσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό, είναι να μπορούμε και εμείς να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Έτσι, αρχίζουμε την περίοδο της νηστείας (στον πρώτο κατανυκτικό εσπερινό την παραμονή της Καθαράς Δευτέρας), με τον εσπερινό της συγγνώμης, ζητώντας και δίνοντας συγχώρεση στους συνανθρώπους μας. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να προχωρήσουμε ελεύθεροι από κάθε «σύνδεσμο αδικίας» στον καλό αγώνα της νηστείας.
Αν δεν τρώμε κρέας η κάποιες άλλες τροφές, «αλλά αλλήλους δάκνομεν και κατεσθίομεν» με τα πάθη της ψυχής μας, το μίσος, την μνησικακία και την κατάκριση, τότε η "φαινομενική" νηστεία μας δεν έχει καμία αξία, ίσως και είναι επικίνδυνη. Διότι μπορεί να την χρησιμοποιήσει ο διάβολος, ως πρόφαση για να μας πείση, δηλ. ουσιαστικά να μας ρίξει "στάχτη στα μάτια", ότι κάτι κάνουμε και μείς, ώστε να έχουμε μισθόν ευσεβείας.
Την πύλη του σταδίου των αρετών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να την περάσουμε με πνεύμα ταπεινώσεως και μετανοίας. Οι αρετές αυτές που αυξάνονται με την αληθινή νηστεία (σωματική και πνευματική) δεν μπορούν να συνυπάρχουν με λογισμούς ζήλειας, μίσους και μνησικακίας. Η αληθινή νηστεία συνδέεται με την επιείκεια και την συγχωρητικότητα. Είναι η εύφορη γη που θα δώσει την πλούσια καρποφορία της αγάπης.
Ο αντίποδας της χριστιανικής αγάπης, η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» είναι ο εγωϊσμός. Αυτός είναι η "διεστραμμένη αγάπη", που ζητεί τα εαυτής, διότι έχει ρίζα την φιλαυτία. Η νηστεία ταπεινώνει τον άνθρωπο και αν συνοδεύεται από εντονώτερη προσευχή και ελεημοσύνη μπορεί να τον χαριτώσει, ώστε να ξεπεράση τον φανερό η κρυφό εγωϊσμό του και να φθάση στην αγάπη.
«Μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων», αλλ’ εργάζου «εν τω κρυπτώ»
Ο Χριστός, στην προσπάθειά Του να σκιαγραφήσει έναν τέλειο τύπο ανθρώπου, κατέκρινε και στηλίτευσε περισσότερο από κάθε άλλο πάθος την υποκρισία. Έτσι, και τώρα μαςυποδεικνύει να εργαζόμεθα τις αρετές (νηστεία, ελεημοσύνη, προσευχή) μακρυά από τα μάτια των ανθρώπων, «εν τω κρυπτώ», με την υπόσχεση ότι «ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ» την εργασίαν των εντολών Του «αποδώσει σοι εν τω φανερώ». Διαφορετικά η άσκηση των αρετών που έχει κίνητρο την "ανθρωπαρέσκεια" δεν έχει μισθό, διότι τον μισθό τον παίρνει κανείς από τα "μπράβο" των ανθρώπων.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε, ότι δεν πρέπει να τηρούμε τις εντολές του Χριστού για να εισπράξουμε τον έπαινο των ανθρώπων, αλλά από αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού και διότι με την τήρησή τους κάνουμε πνευματική πρόοδο και επιτελούμε το «καθ' ομοίωσιν» που είναι ο σκοπός της δημιουργίας μας.
«Συ δε νηστεύων, άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων». Ο στίχος, εκτός από το προφανές νόημα που έχει το «άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι» που είναι η αποφυγή της επιδεικτικής εμφανίσεως του νηστεύοντος, έχει και κάποιο βαθύτερο νόημα. Το πρόσωπο που νίπτεται είναι "ο εσωτερικός άνθρωπος της καρδιάς", που νίπτεται με τα δάκρυα της μετανοίας, ενώ η κεφαλή που αλείφεται είναι ο νους, που με την προσευχή ελκύει την χάρη του Αγίου Πνεύματος και το έλεος του Θεού. Αυτά τα δύο εσωτερικά έργα (δηλ. η κρυφή εργασία για την κάθαρση της καρδιάς και η αναφορά της ψυχής, δια της προσευχής, προς τον Θεό)είναι εκείνα που κατακαίουν την υποκρισία στη ρίζα της, διότι γίνονται «εν τω κρυπτώ» και «ο Πατήρ ο ουράνιος» θα τα επιβραβεύση «εν τω φανερώ».
Αφιλαργυρία, ο τελικός καρπός της νηστείας
Ο άνθρωπος, που αγαπά το σώμα του περισσότερο από την ψυχή του, φοβάται να του στερήσει, οτιδήποτε από τα πράγματα που εκείνο αγαπά. Έτσι, γίνεται δέσμιος των υλικών αγαθών και της φιληδονίας. Μετά όμως την φιληδονία, έπεται η φιλοκτημοσύνη και η φιλαργυρία.
Επειδή όλα τα υλικά πράγματα φθείρονται, παλιώνουν και χάνουν τελικά την αξία τους η γίνονται βορά κλεπτών και διαρρηκτών, ο άνθρωπος που διακατέχεται από το πάθος της φιλοκτημοσύνης και της φιλαργυρίας, κατατρώγεται από το άγχος και την μέριμνα της διασφαλίσεως των αγαθών του από ενδεχόμενη απώλεια. Έτσι, "θησαυρίζοντας θησαυρούς επί της γης" χάνει κανείς τον πνευματικό του προσανατολισμό προς «το καθ’ομοίωσιν», προς τους ουράνιους και άφθαρτους θησαυρούς και αιχμαλωτίζεται στα υλικά αγαθά, στην ύλη.
Αντίθετα, αυτός που ξεκινά τον αγώνα της νηστείας γίνεται ολιγαρκής. Μπορεί να μεταμορφώσει το πάθος της φιλαργυρίας, που τον καθιστά δέσμιο των υλικών πραγμάτων, σε αγάπη για τα ουράνια, για τους ουράνιους θησαυρούς. Διαφορετικά, η νηστεία του δεν θα έχει πνευματικό αποτέλεσμα. Θα καταστεί "δίαιτα", δηλ. μία επιπλέον εκδήλωση της φιλαυτίας του. Διότι, θα αποβλέπει μόνο στην εξωτερική αισθητική και υγειϊνή του σώματος και δεν θα έχει "μισθό" για την ψυχή του.
Σαν συμπέρασμα, μπορούμε να πούμε ότι νηστεύουμε, όχι γιατί δεν αγαπούμε το σώμα- η νηστεία πρέπει να είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος - αλλά γιατί περισσότερο αγαπούμε και δίνουμε προτεραιότητα στην ψυχή, την οποία θέλουμε να γίνει "Ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος". Περιφρονούμε τους «θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσιν και κλέπτουσιν», διότι προτιμούμε τους «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης , ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν». Περιφρονούμε τα υλικά αγαθά που φθείρονται, για να αποκτήσουμε τα ουράνια αγαθά, που είναι άφθαρτα και αιώνια. Αμήν.
Χρήστος Σπ. Χριστοδούλου
ΑΘΗΝΑ 5-2-2006.
Δακτυλογράφηση: Χριστίνα Μαντή
Βιβλιογραφία:
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου