"εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος·"
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ της Τυροφάγου: Ματθ. ς΄ 14-21
Εἶπεν ὁ Κύριος· ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.
Η ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΕΚΡΥΜΜΕΝΗΣ ΖΩΗΣ
«Ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ»
Ἤδη βρισκόμαστε στὸ κατώφλι τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε στὸ «στάδιο τῶν ἀρετῶν» καὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ζήσουμε τὴν περίοδο αὐτὴ μὲ νηστεία καὶ ἐντονότερο πνευματικὸ ἀγώνα. Εἶναι λοιπὸν κατ’ ἐξοχὴν ἐπίκαιρο τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὅπου ὁ Κύριος Ἰησοῦς μᾶς παρουσιάζει τὸν αὐθεντικὸ τρόπο γιὰ τὴν τήρηση τῆς νηστείας καὶ κατ’ ἐπέκταση γιὰ τὴν ἄσκηση κάθε ἀρετῆς. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ τρόπος; Ἡ ἀφάνεια. Μᾶς καλεῖ δηλαδὴ ὁ Κύριος νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ ἀσκοῦμε τὴν ἀρετὴ χωρὶς ἐπίδειξη, ταπεινά, «ἐν τῷ κρυπτῷ». Ἂς δοῦμε λοιπὸν τί σημαίνει νὰ ζοῦμε «ἐν τῷ κρυπτῷ» καὶ γιατί ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ ἀκολουθήσουμε αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς.
1. ΟΙ ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ ΑΡΕΤΕΣ
Τὸ νὰ ζοῦμε «ἐν κρυπτῷ» σημαίνει νὰ ἐργαζόμαστε τὴν ἀρετὴ μακριὰ ἀπὸ τὰ βλέμματα τῶν ἀνθρώπων.
Ὅταν νηστεύεις, λέγει ὁ Κύριος, μὴν ἐπιδιώκεις νὰ τὸ φανερώνεις αὐτὸ στοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ μόνο στὸν Θεό. Μὴν παρουσιάζεσαι δῆθεν ταλαιπωρημένος ἀπὸ τὴν ἄσκηση, γιὰ νὰ ἑλκύσεις τὴ συμπάθεια καὶ τὸ θαυμασμό τους. Ἡ ἀληθινὴ νηστεία γίνεται ἀθόρυβα, ἀνεπιτήδευτα, χωρὶς ἐπίδειξη. Βέβαια δὲν εἶναι δυνατὴ καὶ ἡ ἀπόλυτη μυστικότητα. Γιὰ παράδειγμα μέσα σὲ μιὰ οἰκογένεια ὁπωσδήποτε θὰ γίνει ἀντιληπτὸς αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ νηστεύσει. Ὡστόσο ὁ Κύριος ἀναφέρεται κυρίως στὰ ἐσωτερικὰ ἐλατήρια καὶ μᾶς συνιστᾶ νὰ μὴν προκαλοῦμε καὶ νὰ μὴν ἐπιζητοῦμε τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων.
Παρομοίως διδάσκει ὁ Κύριος νὰ γίνεται καὶ ἡ προσευχή: Ὅταν προσεύχεσαι, λέγει, μὴ μιμεῖσαι τοὺς ὑποκριτές, ποὺ θέλουν νὰ στέκονται σὲ περίοπτη θέση γιὰ νὰ ἀποσπάσουν τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐσὺ «εἴσελθε εἰς τὸ ταμιεῖόν σου», στὸ ἰδιαίτερό σου δωμάτιο, κι ἐκεῖ προσευχήσου στὸν Θεὸ μακριὰ ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Διότι ἐκεῖνοι μὲν ἐπισύροντας τοὺς ἐπαίνους θὰ λάβουν τὸ μισθό τους ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐσὺ ὅμως θὰ ἀποκομίσεις πλούσια τὴν εὐλογία καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ἡ ἐλεημοσύνη τὸ ἴδιο ἀθόρυβα καὶ ταπεινὰ πρέπει νὰ προσφέρεται. Τόσο κρυφά, ὥστε οὔτε σὺ ὁ ἴδιος νὰ μὴ θυμᾶσαι τὸ καλὸ ποὺ κάνεις σὲ κάποιον: «μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου».
Ἔτσι καλλιεργεῖται κάθε ἀληθινὴ καὶ γνήσια ἀρετή: «ἐν τῷ κρυπτῷ». Στὴν ἀφάνεια. Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς ζητᾶ νὰ διατηροῦμε κρυμμένες τὶς ἀρετές μας; Δὲν θὰ ἦταν χρησιμότερο νὰ δημοσιοποιοῦνται, γιὰ νὰ τὶς γνωρίζει καὶ ὁ κόσμος;
2. ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ
Ὁπωσδήποτε ὁ Κύριος δὲν ἀποκλείει οὔτε ἀπαγορεύει τὸ νὰ γίνει ἀντιληπτὴ ἡ ἀρετὴ ἑνὸς πιστοῦ χριστιανοῦ στὸ περιβάλλον του καὶ νὰ γίνουν εὐρύτερα γνωστὰ τὰ καλὰ ἔργα του. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶπε: «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε΄ 16)· δηλαδὴ ἔτσι νὰ λάμψει τὸ φῶς τῆς ἀρετῆς σας ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ δοῦν τὰ καλά σας ἔργα καὶ νὰ δοξάσουν τὸν οὐράνιο Πατέρα σας. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει νὰ φροντίσετε ἐσεῖς νὰ γίνουν γνωστὰ τὰ ἔργα σας. Δὲν εἶπε «ἐπιδείξατε αὐτά», ἀλλὰ «λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν». Ἂν ἡ ζωή μας ἔχει ὡς κέντρο τὸν Χριστό, τότε, ἀκόμη κι ἂν εἶναι κρυμμένη, θὰ ἀκτινοβολεῖ!
Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως νὰ διατηρήσουμε κρυμμένο τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀρετή; Γιὰ νὰ τὴν ἀσφαλίσουμε στὴν ταπείνωση. Ὁ πιστὸς ποὺ καλλιεργεῖ τὶς ἅγιες ἀρετὲς κινδυνεύει ἀπὸ τὴν κενοδοξία. Αὐτή, ὅπως λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, μοιάζει μὲ «τὰ μυρμήγκια στὸ ἁλώνι, ποὺ εἶναι μὲν μικρά, ἀλλὰ ἀπειλοῦν νὰ κλέψουν ἀθόρυβα ὅλο τὸν καρπὸ καὶ τὸν κόπο τοῦ γεωργοῦ» (Κλῖμαξ, Λόγος ΚΑ΄ 2). Ἡ ἀρετὴ ποὺ καλλιεργεῖται μὲ ἐγωιστικὰ ἐλατήρια νοθεύεται καὶ χάνει τὴν ἀξία της. Ὁ θεῖος Διδάσκαλος ἀποδοκιμάζει κατηγορηματικὰ τὰ καλὰ ἔργα ποὺ γίνονται «πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις», διότι εἶναι καθαρὸς φαρισαϊσμός. Ἀντίθετα ἡ εὐλογημένη ταπείνωση ἑλκύει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ποὺ καλλιεργεῖ τὸν ἑαυτό του ἀθόρυβα καὶ ταπεινά, ἀσφαλίζει τὸ θησαυρὸ τῆς ψυχῆς του κάτω ἀπὸ τὴ θεϊκὴ προστασία.
Τί μεγαλεῖο μπορεῖ νὰ κρύβει ἕνας ἄνθρωπος «ἐν τῷ κρυπτῷ»! Νὰ προσεύχεται, νὰ ζεῖ μὲ ἐγκράτεια, νὰ καλλιεργεῖ τὸ ἐσωτερικό του, κι οἱ ἄλλοι νὰ μὴν ὑποψιάζονται τὸν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν του… Νὰ ἐπισκέπτεται τοὺς ἀσθενεῖς, νὰ συμπαρίσταται στοὺς ἀνήμπορους γέροντες, νὰ προσφέρει ἐλεημοσύνη, καὶ οἱ ἄλλοι νὰ μὴν τὸ παίρνουν εἴδηση… Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθεῖ γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο, τότε θὰ ἀποκαλυφθοῦν ἀναρίθμητα τέτοια παραδείγματα. Ἂς ἀκούσουμε λοιπὸν τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν καθένα μας: Δούλεψε κι ἐσὺ ταπεινὰ καλλιεργώντας τὴν ἐνάρετη ζωὴ «ἐν τῷ κρυπτῷ», καὶ «ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ».
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Τῆς Τυροφάγου: Ρωμ. ιγ΄ 11 – ιδ΄ 4
Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν»·
1. Χωρὶς ἀναβολὴ
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, σήμερα, κι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ νὰ θρηνήσουμε μαζί τους τὴν ἀπομάκρυνσή μας ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὡστόσο δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ ἀπελπιστοῦμε. Ἀντίθετα, μὲ τὴν ἀσκητικὴ περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ποὺ ἀνοίγεται μπροστά μας, καλούμαστε νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας μὲ εἰλικρινὴ μετάνοια καὶ πνευματικὸ ἀγώνα.
Εἶναι λοιπὸν ἐπίκαιρη ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ποὺ μᾶς παρακινεῖ διὰ τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ βάλουμε ἀρχὴ μετανοίας χωρὶς καμία ἀναβολή: «νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν», μᾶς λέει· δηλαδή, ἡ μέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ποὺ θὰ σημάνει τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν, εἶναι πλησιέστερη σὲ μᾶς τώρα, παρὰ τότε ποὺ πιστέψαμε.
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν»· ἡ ζωὴ αὐτή, ποὺ μοιάζει μὲ νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ἐνῶ ἡ μέρα τῆς ἄλλης ζωῆς πλησίασε. Κι ἂν ἀκόμη δὲν ἔλθει ὁ Κύριος σύντομα μὲ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Του Παρουσία, ἔρχεται ὅμως γιὰ τὸν καθένα μας τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Συνεπῶς ὁπωσδήποτε πλησιάζει γιὰ ὅλους μας ἡ μέρα τῆς ἄλλης ζωῆς. Ἂς ἀποθέσουμε λοιπὸν σὰν νυκτερινὰ ἐνδύματα τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ γίνονται στὸ σκοτάδι, καὶ ἂς ντυθοῦμε σὰν ἄλλα ὅπλα τὰ φωτεινὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Ὅπως συμπεριφέρεται κανεὶς τὴν ἡμέρα, ποὺ τὰ βλέμματα πολλῶν τὸν παρακολουθοῦν, ἔτσι κι ἐμεῖς ἂς συμπεριφερθοῦμε μὲ εὐπρέπεια καὶ σεμνότητα· ὄχι μὲ ἄσεμνα φαγοπότια καὶ μεθύσια, οὔτε μὲ πράξεις αἰσχρότητας καὶ ἀσέλγειας, μὲ φιλονικίες καὶ ζηλοτυπίες.
«Ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν»· φορέστε σὰν ἔνδυμα τῆς ψυχῆς σας τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὥστε νὰ ζῆτε ἑνωμένοι μαζί Του. Καὶ μὴ φροντίζετε γιὰ τὴ σάρκα, πῶς νὰ ἱκανοποιεῖτε τὶς παράνομες ἐπιθυμίες της. Μὴν ἀφήνετε τὴ σάρκα νὰ ρυθμίζει τὴ ζωή σας.
Ἀφυπνιστικὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου. Σηκωθεῖτε! φωνάζει. Πλησιάζει νὰ ξημερώσει. Ἔρχεται ἡ «ἡμέρα Κυρίου», κι ἐσεῖς κοιμάστε;… Μέχρι πότε θὰ εἶστε βυθισμένοι στὴν ἁμαρτία, στὶς διασκεδάσεις καὶ στὶς ἀνηθικότητες, τὶς ἀδικίες καὶ τὶς φιλονικίες;…
Κανεὶς δὲν γνωρίζει τὸν ἀκριβὴ χρόνο ποὺ θὰ ἔλθει ὁ Κύριος κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία. Κανεὶς δὲν ξέρει πότε θὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ θὰ φύγει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο. Πάντως, ὅσο προχωροῦν τὰ χρόνια τῆς ζωῆς μας, τόσο πιὸ κοντὰ ἐρχόμαστε στὴν ὥρα αὐτή. Ἂς μὴ ζοῦμε λοιπὸν μὲ ραθυμία καὶ ἀμέλεια. «Νῦν ὁ καιρὸς τῶν ἀρετῶν ἐπεφάνη καὶ ἐπὶ θύραις ὁ Κριτής», ψάλαμε σ’ ἕναν ὕμνο (κάθισμα) τοῦ Ὄρθρου. Τώρα, λέει, εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξουμε τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ἐργαστοῦμε τὴν ἀρετή. Ὁ Κύριος βρίσκεται ἤδη ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα μας. Ἀλίμονο ἂν μᾶς βρεῖ στὸν ὕπνο!
Ἡ περίοδος τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ αὔριο, μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια, τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες καὶ τὴ συχνότερη συμμετοχή μας στὰ ἅγια Μυστήρια, μᾶς βοηθεῖ σὲ αὐτὴ τὴν πνευματικὴ ἀφύπνιση.
2. Μὲ συμπάθεια πρὸς ὅλους
Ἡ πείρα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μᾶς κάνει πιὸ συγκαταβατικοὺς καὶ συμπαθεῖς πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας, καθὼς ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ὅπως ἐμεῖς, ἔτσι κι αὐτοὶ ἔχουν νὰ ἀγωνιστοῦν γιὰ τὶς δικές τους ἀδυναμίες. Κι ἂν ἀκόμη ἐμεῖς εἴμαστε πιὸ δυνατοί, ἂς μὴν ὑποτιμοῦμε τοὺς ἀσθενέστερους, μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, ἀναφέροντας συγκεκριμένο παράδειγμα:
Νὰ δέχεστε μὲ καλοσύνη ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀδύνατος στὴν πίστη καὶ ἐξαρτᾶ τὴ σωτηρία του καὶ ἀπὸ τὴ διάκριση τῶν φαγητῶν καὶ τῶν ἡμερῶν, χωρὶς νὰ συζητᾶτε καὶ νὰ ἐπικρίνετε τὶς ἰδέες του. Ἄλλος βέβαια πιστεύει ὅτι δὲν ἀπαγορεύεται νὰ φάει ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά. Ὁ ἀδύνατος στὴν πίστη τρώει λαχανικὰ καὶ ἀποφεύγει τὰ ἄλλα φαγητὰ ἀπὸ τὸν φόβο μήπως μολυνθεῖ ἀπ’ αὐτά.
Ἐκεῖνος ποὺ λόγῳ ἰσχυρότερης πίστεως τρώει ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά, ἂς μὴν περιφρονεῖ ὡς στενοκέφαλο ἐκεῖνον ποὺ δὲν τρώει ἀπὸ ὅλα. Κι αὐτὸς ποὺ δὲν τρώει ἀπὸ ὅλα, ἂς μὴν κατακρίνει ἐκεῖνον ποὺ τρώει. Διότι «ὁ Θεὸς αὐτὸν προσελάβετο»· δηλαδή, κι αὐτὸν ποὺ τρώει ἀπὸ ὅλα, ὁ Θεὸς τὸν προσέλαβε στὴν Ἐκκλησία Του.
«Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ κατακρίνεις ξένο δοῦλο; Αὐτὸς δὲν ἔχει ἐσένα κύριο, ἀλλὰ τὸν Θεό. Σὲ σχέση μὲ τὸν κύριό του στέκεται ἢ πέφτει πνευματικά. Μάθε λοιπὸν ὅτι, ἐνῶ ἐσὺ τὸν κατακρίνεις, αὐτὸς θὰ σταθεῖ στερεὸς στὴν πίστη. Διότι ὁ Θεὸς ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὸν ἀνορθώσει καὶ νὰ τὸν στερεώσει.
Πράγματι, ἀδελφοί, δὲν ἔχουμε καμία ἁρμοδιότητα νὰ κρίνουμε τοὺς ἄλλους. Ἕνας εἶναι ὁ δίκαιος Κριτής, ὁ φιλάνθρωπος Κύριος. Ἀλίμονο ἂν κατακρίνουμε καὶ καταδικάζουμε τοὺς ἄλλους! Μὲ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ στὴν οὐσία ὑπογράφουμε τὴ δική μας αἰώνια καταδίκη. Ἂς προσέχουμε λοιπὸν πολὺ τὴν κατάκριση κι ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεό, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος στὴν προσευχὴ ποὺ χρησιμοποιοῦμε καθημερινὰ κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή: «Κύριε… δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου».