Σελίδες

Παρασκευή 18 Αυγούστου 2017

“Τις εστί πλούσιος; Ο εν ολίγω αναπαυόμενος”

"...Σαν να γλύτωσα από ληστές. .."
Φώτης Κόντογλου
Ο άνθρωπος είναι σε όλα αχόρταγος. Θέλει να απολάψη πολλά, χωρίς
να μπορή να τα προφτάξη όλα. Και βασανίζεται.


Όποιος όμως φτάξει σε μια κατάσταση που να ευχαριστιέται με τα λίγα και να μη θέλη πολλά, έστω και από οικονομία να τ’ αποχτήση, εκείνος λοιπόν είναι ο ευτυχισμένος.

Δεν το κάνει από οικονομία, ούτε γιατί έχει την ιδέα πως τα πολλά τον βλάφτουνε στην ψυχή η στο σώμα. Αλλά γιατί στα λίγα και στα απλά βρίσκει πιο αγνή ικανοποίηση. Και περισσότερο απ’ όλα, επειδή με τα απλά και με τα λίγα δεν χάνει τον εαυτό του. 

“Τις εστί πλούσιος; Ο εν ολίγω αναπαυόμενος”.

“Κάθουμαι στο μικρό περιβολάκι μας με τα λίγα δενδράκια και με τα ταπεινά λουλούδια. Ξεκουράζουμαι κ’ ειρηνεύει η ψυχή μου. Τούτο το μικρό κηπάριο είναι για μένα ο Κήπος της Εδέμ. Ο αγέρας μοσχοβολά, κι ο νούς μου ταξιδεύει.

Ταξιδεύει εδώ κι εκεί, μα περισσότερο βυθίζεται μέσα μου, εκεί που αναβρύζει το μυστικό νερό, εκεί που βρίσκονται “τα ριζώματα” του κόσμου.

Ευχαριστώ τον Θεό που βρέθηκε αυτό το καταφύγιο. Νοιώθω μεγάλη ευτυχία που είμαι μοναχιασμένος, που, εδώ που κάθουμαι, δεν με ξέρει κανένας, δεν με θυμάται κανένας.

Σαν να είμαι καραβοτσακισμένος που γλύτωσε από τη φουρτούνα, κι ακούγει το μούγκρισμα της θάλασσας από το σίγουρο καταφύγιό του.

Σαν να γλύτωσα από ληστές. Ανατριχιάζω συλλογιζόμενος την ανεμοζάλη που τη λένε ζωή οι όμοιοί μου, κοινωνική ζωή, ζούγκλα γεμάτη σκορπιούς, φίδια και λύκους.

Αναπαύομαι μοναχά με δυό-τρεις ανθρώπους απλούς και καλοκάγαθους, που έχουνε αγάπη μέσα τους και ειρήνη στην καρδιά τους.

Δεν θέλω μήτε θαυμασμούς, μήτε δόξες, μηδέ άλλες τέτοιες συμφορές. Θέλω να είμαι ξεχασμένος και ασήμαντος. 

Ω λησμονιά, τι μπάλσαμο χύνεις στην ψυχή μου!“