Σελίδες

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως
«Και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν»
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός


Ευαγγέλιο: Ματθ. α΄ 1-25
Αποτέλεσμα εικόνας για Ευαγγέλιο
Βίβλος γενέσεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυῒδ υἱοῦ ᾿Αβραάμ. ᾿Αβραὰμ ἐγέννησε τὸν ᾿Ισαάκ, ᾿Ισαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιακώβ, ᾿Ιακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, ᾿Ιούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Εσρώμ, ᾿Εσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αράμ, ᾿Αρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αμιναδάβ, ᾿Αμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ωβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, ᾿Ωβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιεσσαί, ᾿Ιεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυῒδ τὸν βασιλέα. Δαυῒδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αβιά, ᾿Αβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ασά, ᾿Ασὰ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιωσαφάτ, ᾿Ιωσαφὰτ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιωράμ, ᾿Ιωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Οζίαν, ᾿Οζίας δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιωάθαμ, ᾿Ιωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἄχαζ, Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Εζεκίαν, ᾿Εζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αμών, ᾿Αμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιωσίαν, ᾿Ιωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος ᾿Ιεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αβιούδ, ᾿Αβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ελιακείμ, ᾿Ελιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αζώρ, ᾿Αζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Αχείμ, ᾿Αχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ελιούδ, ᾿Ελιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ελεάζαρ, ᾿Ελεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιακώβ, ᾿Ιακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν ᾿Ιωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη ᾿Ιησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ ᾿Αβραὰμ ἕως Δαυῒδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυῒδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. Τοῦ δὲ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ ᾿Ιωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ῾Αγίου. ᾿Ιωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδει­γματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· ᾿Ιωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν ῾Αγίου· τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Εμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. Διεγερθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιησοῦν.
ΙΗΣΟΥΣ, ΤΟ ΓΛΥΚΥΤΑΤΟ ΟΝΟΜΑ!
ΙΗΣΟΥΣ, ΤΟ ΓΛΥΚΥΤΑΤΟ ΟΝΟΜΑ!
«Καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν»
Πλησιάζουν Χριστούγεννα· καὶ στὸ Εὐαγγέλιο αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ἀκοῦμε τὸν ἱερὸ εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο νὰ μᾶς περιγράφει τὰ περιστατικὰ τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου, νὰ μᾶς ­πληροφορεῖ δὲ καὶ γιὰ τὸ ὄνομα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λάβει. Ἰησοῦς! Αὐτὸ τὸ ὄνομα θέλησε νὰ δώσει ὁ Θεὸς Πατὴρ στὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό του. Καὶ ἔστειλε ἄγγελο στὸν Ἰωσὴφ ἀφενὸς μὲν γιὰ νὰ τὸν πληροφορήσει ὅτι ἡ Παρθένος ἐπρόκειτο νὰ γεννήσει υἱὸ μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, ἀφετέρου δὲ γιὰ νὰ τοῦ ὑποδείξει τὸ ὄνομα ποὺ θὰ ἔδινε στὸ θεῖο Βρέφος: «καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν», τοῦ εἶπε. Δηλαδή, θὰ τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς». 
Ἂς δοῦμε λοιπὸν τί σημαίνει τὸ θεόσδοτο ὄνομα «Ἰησοῦς» καὶ ποιὰ θέση πρέ­πει νὰ ἔχει στὴ ζωή μας.
1. Ἰησοῦς, ὁ Σωτὴρ
Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς στὰ Ἑ­­­βραϊκὰ σημαίνει «Σωτήρ». Κι ὅπως ἐξήγησε ὁ ἄγγελος στὸν Ἰωσήφ, ὁ Θεὸς ἔδωσε αὐτὸ τὸ ὄνομα στὸν Υἱό του, διότι Αὐτὸς ἐπρόκειτο νὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὸν νέο Ἰσραήλ, τὸν εὐλογημένο λαό του, ὁ ὁποῖος θὰ Τὸν πιστέψει ὡς σωτήρα.
Ὅλοι οἱ λαοὶ τότε, βυθισμένοι στὸ σκο­τάδι τῆς πλάνης, αἰχμάλωτοι στὰ δε­σμὰ τῶν παθῶν καὶ ­τρομοκρατημένοι ἀπὸ τὴ φοβερὴ ἀπειλὴ τοῦ θανάτου, περίμεναν μὲ ἀγωνία Ἐκεῖνον ποὺ θὰ τοὺς λύτρωνε ἀπὸ αὐτὴν τὴν τραγικὴ κατάσταση. Περίμεναν τὸν Λυτρωτή!
Καὶ ἦλθε ὁ πραγματικὸς Λυτρωτής, ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος «δι’ ἡ­­­μᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν», ὅπως ­ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Γιὰ χάρη μας ἀν­­έ­λαβε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας, τὸ ὁποῖο κανεὶς ἄλλος δὲν θὰ μποροῦ­σε νὰ ἀναλάβει καὶ νὰ ἐκτελέσει παρὰ μόνον Αὐτός. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς.
Τὸν Κύριο ὡς τὸν μοναδικὸ ­Σωτήρα ὁμολόγησε φωτισμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἐνώπιον τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, λέγον­τας: «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία‧ οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ΄ 12). Δηλαδή, δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ καν­έν­αν ἄλλον νὰ ­ἀποκτήσουμε τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς ὑ­­­ποσχέθηκε ὁ Θεός. Διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ δὲν ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ πάνω σ’ ὅλη τὴ γῆ κανένα ἄλλο ὄνομα τὸ ὁποῖο νὰ ἔ­­­­χει δώσει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἔχει ὁρίσει ὁ Ἴδιος ὅτι ἐπικαλούμενοι αὐτὸ μποροῦμε νὰ σωθοῦμε ὅλοι ἐμεῖς.
Νά λοιπὸν γιατί τὸ ὄνομα τοῦ ­Ἰησοῦ ­φέρει τόση γλυκύτητα, χαρὰ καὶ παρη­γορία στὴν ψυχή μας: διότι εἶναι τὸ ὄ­­νομα τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Σωτήρα μας.
2. Ὁ Ἰησοῦς στὴ ζωή μας
Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ θέση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ στὴ ζωή μας; Τὸν ἔ­­χου­με δεχθεῖ ὡς Σωτήρα μας; Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα μας; Τὸν ἔχουμε ἀγαπήσει ἀληθινά;
Δεῖγμα βαθιᾶς πίστεως καὶ γνήσιας ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ εἶναι τὸ νὰ ἔχουμε τὸ ὄνομά του συνεχῶς στὰ χείλη μας καὶ στὴν καρδιά μας. Νὰ τὸ ὑμνοῦμε καὶ νὰ τὸ δοξάζουμε. Νὰ τὸ ὁμολογοῦμε μὲ τόλμη καὶ θάρρος. Νὰ ἐπικαλούμαστε τὴ δύναμή του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» μᾶς προτρέπει: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», δηλαδὴ χτύπα τοὺς ἐχθροὺς δαίμονες μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ.
Δὲν ἀρκεῖ ὅμως μόνο τὸ νὰ προφέρουμε τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Κύριος εἶπε: «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»· δηλαδή, στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν δὲν θὰ εἰσέλθει ὅποιος ἁπλῶς ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά μου – «Κύριε, Κύριε» – ἀλλὰ ἐκεῖνος πού ἐφαρμόζει τὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός (Ματθ. ζ΄ 21).
Ἔτσι ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι. Μὲ τὴ διαρκὴ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, μὲ ἀγώνα γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ μὲ τὴ μυστηριακὴ ἕνωση μαζί του. Κι ἔτσι ἄναβε στὴν καρδιά τους ὅλο καὶ περισσότερο ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης γιὰ τὸν Κύριο.
Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὴ ἡ ­σχετικὴ προτροπὴ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁ­­γιορείτου: «Ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι γλυκὺ μελέτημα τῆς καρδίας σου, ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι ἐντρύφημα τῆς γλώσσης σου... ὁ Ἰη­σοῦς ἂς εἶναι ἡ ἀναπνοή σου» (Συμ­βου­λευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφάλαιον: Πε­­­­ρὶ φυλακῆς νοὸς καὶ καρδίας).
Σὲ λίγες μέρες θὰ ἑορτάσουμε Χρι­στού­γεννα! Θὰ προσκυνήσουμε τὸ Θεῖο Βρέφος ποὺ ἔλαβε τὸ «ὑπὲρ πᾶν ὄνομα»: Ἰησοῦς! Ἂν εἴχαμε συνειδητοποιήσει τί σημαίνει αὐτὸ τὸ ὄνομα... Ἂν εἴχαμε ἀντιληφθεῖ ὅσο πρέπει τὴν ­ἀκατανίκητη δύναμή του... Ἂν εἴχαμε λάβει πείρα τῶν ἀνεκτι­­μήτων δωρεῶν ποὺ μᾶς χαρίζει... Τό­­τε δὲν θὰ ἀφήναμε νὰ περάσει οὔτε στιγ­μὴ χωρὶς νὰ ­σκεπτόμαστε τὸ γλυκύτατο ὄνομά του. Τότε θὰ ἐπιθυμούσαμε ὅλο καὶ περισσότερο τὴν ἕνωσή μας μαζί του.
Ἂς παρακαλέσουμε λοιπὸν τὸν νεογέν­νητο Κύριο Ἰησοῦ νὰ ἐνισχύσει τὴν πίστη μας, ὥστε μόνο σ’ Ἐκεῖνον νὰ στηρί­ζουμε τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας κι Ἐκεῖνον πάντοτε νὰ ἀγαποῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά!
Απόστολος: Ἑβρ. ια΄ 9-10, 32-40
Αποτέλεσμα εικόνας για Ευαγγέλιο
Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραὰμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλο­τρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς. ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαν­το δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ­ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀνα­­­­στάσεως τύχωσιν· ­ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μα­­­χαί­ρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι,­ θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις­ πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάν­­τες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶ­σι.
Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ
Αποτέλεσμα εικόνας για Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ
1. Μὲ τὸ βλέμμα στὴν οὐράνια πατρίδα
Τὴν Κυριακὴ πρὸ τῶν Χριστουγέννων ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη «πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων»· ὅλων, δηλαδή, ὅσοι εὐαρέστησαν στὸ Θεὸ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι καὶ τὸν Ἰωσήφ, τὸν μνήστορα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀναγινώσκεται ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ὅπου ἐξυμνοῦνται τὰ κατορθώματα τῆς πίστεως τῶν δικαίων αὐτῶν ἀνθρώπων.
Πρῶτος στὴ σειρὰ προβάλλει ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ὑπόσχεση ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι θὰ κληρονομήσει τὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Καὶ πράγματι, ἔφτασε στὴ γῆ ἐκείνη μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια του. Καὶ παρόλο ποὺ εἶχε τὴν οἰκονομικὴ δυνατότητα, δὲν θέλησε νὰ κτίσει παλάτια καὶ ἀνάκτορα, οὔτε κἂν ἕνα ἁπλὸ σπίτι. Προτίμησε νὰ μένει σὲ σκηνές, διότι ἤξερε ὅτι ἀκόμη καὶ ἡ γῆ ἐκείνη ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, προσωρινὴ ἦταν. Ὁ ἴδιος προσέβλεπε σὲ ἄλλη, ἀσύγκριτα ἀνώτερη πατρίδα: «Ἐξεδέχετο τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός». Ἔμενε ὡς ξένος καὶ πάροικος στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, διότι μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως ἔβλεπε τὴν ἐπουράνια πόλη καὶ αὐτὴν περίμενε καὶ προσδοκοῦσε. Τὴν πόλη τῆς οὐράνιας Βασιλείας, ἡ ὁποία ἔχει ἀληθινὰ καὶ ἀδιάσειστα θεμέλια, καὶ τεχνίτη καὶ κτίστη της τὸν ἴδιο τὸν Θεό.
Ἆραγε ἐμεῖς σκεπτόμαστε καθόλου αὐτὴ τὴν ἐπουράνια πατρίδα; Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι δὲν θὰ μείνουμε αἰώνια στὴ γῆ αὐτή; Ἂν ναί, τότε δὲν θὰ μᾶς ἀπορροφᾶ ἡ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων. Δὲν θὰ μᾶς καταλαμβάνει ἄγχος καὶ στενοχώρια γιὰ κτήματα καὶ περιουσίες, γιὰ καταθέσεις καὶ ἐπενδύσεις. Ὄχι ὅτι θὰ μένουμε ἀδρανεῖς. Ὀφείλουμε νὰ ἐργαζόμαστε καὶ νὰ ἀναπτύσσουμε τίμια καὶ ὑπεύθυνα κάθε νόμιμη δραστηριότητα, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίζουμε τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συντήρησή μας. Νὰ μὴν ἀφήνουμε ὅμως νὰ μᾶς θαμπώνουν πολυτέλειες περιττὲς καὶ ἀπολαύσεις ἐγκόσμιες.
Ἂς παρακαλοῦμε λοιπὸν τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς χαρίζει αὐτὴ τὴ δυνατὴ πίστη ποὺ βλέπει πέρα ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα, στὰ αἰώνια καὶ ἄφθαρτα ἀγαθά. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴ δυνατὴ πίστη ὄχι μόνο θὰ περιφρονοῦμε καθετὶ παροδικὸ καὶ ἐφήμερο, ἀλλὰ θὰ ἀντιμετωπίζουμε κάθε πειρασμὸ καὶ δυσκολία. Αὐτὸ ἐπέτυχαν καὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ ἀναφέρει στὴ συνέχεια τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα.
2. Μᾶς περιμένει ὁ χορὸς τῶν Ἁγίων
Εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγράψει κανεὶς σὲ λίγες γραμμὲς τὰ ἐκπληκτικὰ θαύματα τῆς πίστεως ποὺ ἔζησαν οἱ μεγάλες μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: «Ἔφρα­ξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ». Στ’ ἀλήθεια, εἶναι καταπληκτικὸ τὸ πῶς γλύτωσαν ἀπὸ τὸ στόμα τῶν λιονταριῶν ἢ τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς, ἀπὸ σφαγὲς καὶ πολέμους ἢ καὶ θανατηφόρες ἀσθένειες.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ ἐντυπωσιακὰ θαύματα, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τοῦ Θεοῦ ἔζησαν καὶ μαρτυρικὲς στιγμὲς πόνου καὶ δοκιμασίας: Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, ἀντιμετώπισαν διωγμοὺς καὶ φυλακίσεις... Περιπλανιόντουσαν σὲ ἐ­­ρημιὲς καὶ σὲ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ στὶς τρύπες τῆς γῆς μὲ φοβερὲς στερήσεις καὶ κακοπάθειες· «ὑστερού­μενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι».
Πῶς ἀντιμετώπισαν ὅλες αὐτὲς τὶς δοκιμασίες οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἄνθρωποι; Ἔχον­τας τὸ βλέμμα στραμμένο στὴν οὐράνια πατρίδα. Ἡ πίστη στὴν αἰώνια ζωὴ ἦταν τὸ στήριγμα καὶ ἡ ἐλπίδα τους. Αὐτὴ τοὺς ἐνίσχυε γιὰ νὰ ὑπομένουν τὶς πιὸ σκληρὲς κακουχίες καὶ τὰ φρικτότερα μαρτύρια. Ἀγωνίζονταν μὲ τὴ βέβαιη ἐλπίδα ὅτι τοὺς περιμένει ἄφθαρτη καὶ αἰώνια δόξα.
Ὡστόσο, δὲν ἔλαβαν ἀκόμη τὴ δόξα αὐτὴ σὲ τέλειο βαθμό. Κι αὐτὸ διότι ὁ Θεὸς θέλησε νὰ μὴ φθάσουν μόνοι τους στὴν τελείωση ποὺ τοὺς περιμένει στὴν οὐράνια Βασιλεία, ἀλλὰ νὰ ἀναμένουν κι ἐμᾶς γιὰ νὰ λάβουμε ὅλοι μαζὶ τὴν αἰώνια σωτηρία καὶ τὴν ἄφθαρτη δόξα.
Ὥστε λοιπὸν μᾶς περιμένουν οἱ Ἅγιοι! Μᾶς περιμένουν γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε ὅ­­λοι μαζὶ ὡς ἕνα σῶμα τὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τί μεγάλη τιμή! Νὰ παρακαθήσουμε στὸ ἴδιο τραπέζι μὲ τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ, τὸν βασιλέα Δαβίδ, τοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ὁσίους, τοὺς Ὁμολογητές. Ἐκεῖ θὰ εἶναι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, ἐκεῖ, σὲ ἐξέχουσα θέση, ἡ Βασίλισσα τοῦ Οὐ­ρανοῦ, ἡ Ὑπεραγία Θεο­τόκος! Ἀλήθεια, τί δόξα θὰ περιβάλλει αὐτὸ τὸν ἐπουράνιο χορὸ ὁ ὁποῖος θὰ κυκλώνει τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ! Τί ὕμνοι θὰ ἀναπέμ­πονται πρὸς τὸν παντοκράτορα Κύριο!
Ἂς μὴν ὀλιγωροῦμε λοιπόν. Μᾶς περιμένουν οἱ Ἅγιοι. Μᾶς περιμένει ἀσύλληπτη δόξα καὶ μακαριότητα. Ἂς ἀγωνιζόμαστε μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε αὐτῆς τῆς ὑπερκόσμιας χα­ρᾶς. Εἰδικὰ τὶς ἡμέρες αὐτὲς ποὺ πρόκειται νὰ γιορτάσουμε τὴ Γέννηση τοῦ Σω­τῆρος Χριστοῦ, ἂς δοξάσουμε τὸν πα­­νάγαθο Θεό, ὁ Ὁποῖος δὲν κράτησε κλειστὸ τὸν δρόμο γιὰ τὸν Παράδεισο, ἀλλὰ ἔστειλε τὸν Μονογενή Του Υἱὸ γιὰ νὰ μᾶς καλέσει στὴν αἰώνια Βασιλεία Του. Καὶ γεμάτοι εὐγνωμοσύνη ἂς ψάλουμε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία»!