Σελίδες

Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Ο Άγιος Λάζαρος- Σάββατο του Λαζάρου

Βίος
Αυτό το Σάββατο τιμάμε την υπό του Χριστού Ανάσταση του φίλου Του Λαζάρου.


Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Χριστού και οι αδελφές του Μάρθα και Μαρία τον φιλοξένησαν πολλές φορές (Λουκ.ι΄, 38-40, Ιωαν. ιβ΄, 1-3) στη Βηθανία κοντά στα Ιεροσόλυμα. Λίγες μέρες προ του πάθους του Κυρίου ασθένησε ο Λάζαρος και οι αδελφές του ενημέρωσαν σχετικά τον Ιησού που τότε ήταν στη Γαλιλαία να τον επισκεφθεί. Ο Κύριος όμως επίτηδες καθυστέρησε μέχρι που πέθανε ο Λάζαρος, οπότε είπε στους μαθητές του πάμε τώρα να τον ξυπνήσω. Όταν έφθασε στη Βηθανία παρηγόρησε τις αδελφές του Λάζαρου που ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και ζήτησε να δει το τάφο του.

Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, δεύρο έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια΄,44)

Η αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια.
Όπως ήταν φυσικό, το θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου εξήγειρε τους Ιουδαίους και «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» (Ιω. ιβ΄ 9-11), καθότι ήταν το ζωντανό τεκμήριο του θαύματος. 

Έτσι ο Άγιος διωκόμενος από τους Ιουδαίους καταφεύγει στη νήσο Κύπρο, όπου τον συναντούν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτονούν πρώτον επίσκοπο Κιτίου. Χαρακτηριστικό της μετέπειτα ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο.

Εκεί τελείωσε τον επίγειο βίο του  το έτος 63 μ.Χ. και ο τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».

Το έτος 890μ.Χ. μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ.
Ποιο είναι το νόημα αυτού του γεγονότος που η Εκκλησία γιορτάζει τόσο λαμπρά, τόσο πανηγυρικά, τόσο νικητήρια το Σάββατο του Λαζάρου; Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη θλίψη και τα δάκρυα του Χριστού με τη δύναμη να εγείρει τους νεκρούς;
Με ολόκληρο τον εορτασμό η Εκκλησία επαναλαμβάνει πως ο Χριστός κλαίει επειδή, βλέποντας το θάνατο του φίλου Του, βλέπει επίσης και τη νίκη του θανάτου πάνω σ’ ολόκληρο τον κόσμο, βλέπει πως ο θάνατος, που δε δημιουργήθηκε από το Θεό, σφετερίστηκε το θρόνο Του και τώρα κυριαρχεί στον κόσμο, δηλητηριάζοντας τη ζωή, μετατρέποντας τα πάντα σε άσκοπο ρεύμα ημερών που κυλούν ανελέητα προς την άβυσσο.

Κατόπιν έρχεται η εντολή, «Λάζαρε, δεύρο έξω»! Εδώ έχουμε το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στο θάνατο, ακούμε μια εντολή που αναγγέλλει τον πόλεμο του Χριστού κατά του θανάτου, μια υπόσχεση πως ο ίδιος ο θάνατος θα καταστραφεί και θα εξαφανιστεί. Ο ίδιος ο Χριστός, που σημαίνει ο ίδιος ο Θεός, η ίδια η αγάπη και η ζωή, για να καταστρέψει το θάνατο και το σκοτάδι του, κατεβαίνει στον τάφο, για να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο το θάνατο, για να τον εκμηδενίσει και να μας χαρίσει την αιώνια ζωή την οποία ο Θεός μας δημιούργησε να κατέχουμε.


Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο.

Θρηνεῖς Ἰησοῦ, τοῦτο θνητῆς οὐσίας.
Ζωοῖς φίλον σου, τοῦτο θείας Ἰσχύος.

Ἀπολυτίκιον
Θέλοντας Χριστέ και Θεέ μας να δείξεις, προ της σταυρικής Σου Θυσίας, ότι είναι βέβαιο πράγμα η ανάσταση όλων των νεκρών, ανέστησες εκ νεκρών τον Λάζαρον. Για τούτο και εμείς, μιμούμενοι τα παιδιά που σε υποδέχθηκαν κατά την είσοδό Σου στην Ιερουσαλήμ, κρατούμε στα χέρια μας τα σύμβολα της νίκης, τα βάϊα και βοώμε προς Εσένα, τον νικητή του θανάτου: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του ουρανού, ας είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον Χριστὲ ὁ Θεός· ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, σοὶ τῷ νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν· Ὠσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.


Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἡ πάντων χαρά, Χριστὸς ἡ ἀλήθεια, τὸ φῶς ἡ ζωή, τοῦ κόσμου ἡ ἀνάστασις, τοῖς ἐν γῇ πεφανέρωται, τῇ αὐτοῦ ἀγαθότητι, καὶ γέγονε τύπος τῆς Ἀναστάσεως, τοῖς πᾶσι παρέχων θείαν ἄφεσιν.

Ὁ Οἶκος
Τοῖς Μαθηταῖς ὁ Κτίστης τῶν ὅλων, προηγόρευσε λέγων· Ἀδελφοὶ καὶ γνωστοί, ἡμῶν ὁ φίλος κεκοίμηται, τούτοις προλέγων καὶ ἐκδιδάσκων, ὅτι πάντα γινώσκεις ὡς Κτίστης πάντων· ἄγωμεν οὖν πορευθῶμεν, καὶ ἴδωμεν ξένην ταφήν, καὶ θρῆνον τὸν τῆς Μαρίας, καὶ τὸν τάφον Λαζάρου ὀψώμεθα· ἐκεῖ γὰρ μέλλω θαυματουργεῖν, ἐκτελῶν τοῦ Σταυροῦ τὰ προοίμια, καὶ πᾶσι παρέχων θείαν ἄφεσιν. 

πηγαί: