Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

Νέα προειδοποίηση από ΗΠΑ: «Ανησυχούμε για ένα “ατύχημα” στο Αιγαίο»

Αποτέλεσμα εικόνας
Επιβεβαίωσε τους φόβους του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών περί πιθανότητας «ατυχήματος» στο αιγαίο και ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ μιλώντας
σε δημοσιογράφους στο περιθώριο των εργασιών του του οικονομικού Φόρουμ Δελφών.

Πιο συγκεκριμένα ο Τζ. Πάιατ και αναφερόμενος στην έντονη κινητικότητα που παρατηρείται τις τελευταίες εβδομάδες στο Αιγαίο, παραδέχτηκε ότι «ανησυχεί για την πιθανότητα ενός ατυχήματος», ωστόσο υπογράμμισε ότι η ελληνική κυβέρνηση «συμπεριφέρεται πολύ υπεύθυνα» την τρέχουσα περίοδο έντασης.
Ο Αμερικανός πρεσβευτής τόνισε ακόμη ότι Ελλάδα και Τουρκία  παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις ΗΠΑ εντός του ΝΑΤΟ, ενώ ερωτηθείς ποιόν μπορεί να καλέσει η Αθήνα αν ξεφύγουν τα πράγματα, επισήμανε ότι «έχουμε εμπλακεί στενά, και εμείς και η πρεσβεία στην Άγκυρα».
Οι θέσεις του Πάιατ ουσιαστικά έρχονται σε πλήρη ταύτιση με τις απόψεις του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμετ στο ότι αναγνωρίζουν τον υπαρκτό κίνδυνο μιας περαιτέρω κλιμάκωσης, ακόμη και ενός «ατυχήματος» στο Αιγαίο, και διαμηνύουν ότι παρακολουθούν τις εξελίξεις, ζητώντας παράλληλα «αυτοσυγκράτηση» και από τις δυο πλευρές.
Μάλιστα η απουσία κάλυψης της θέσης του βοηθού υπουργού Εξωτερικών αρμόδιου για την Ευρώπη εκ μέρους των ΗΠΑ έχει ουσιαστικά οδηγήσει στην αναβάθμιση του ρόλου του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα ο οποίος ως πολύ καλός διπλωμάτης έχει αναλάβει και την επίλυση θεμάτων της περιοχής.
Όσον αφορά δε, το ζήτημα του Κυπριακού, έκανε λόγο για παράθυρο ευκαιρίας το οποίο θα ήταν κρίμα να χαθεί, ενώ εξέφρασε την εκτίμηση ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα συνεχίσει την προσπάθεια επίλυσης.
Στο μέτωπο της οικονομίας, ο κ. Πάιατ, σχετικά με την εκκρεμότητα της αξιολόγησης αλλά και της απόφασης του ΔΝΤ για συμμετοχή ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα, τόνισε ότι ο ίδιος δεν έχει παρατηρήσει κάποια αλλαγή στάσης από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, ως προς το ζήτημα του Ταμείου.
Παράλληλα, ανέφερε ότι οι ΗΠΑ στηρίζουν την ανάπτυξη της Ελλάδας και ανέδειξε τη σημασία των μεταρρυθμίσεων από την ελληνική πλευρά, ώστε να έρθουν επενδύσεις στη χώρα.