Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2017

Κυριακή της Τυρινής

Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος (Μτθ: ς΄14)
Ευαγγέλιο-Απόστολος, σχολιασμός

Εὐαγγέλιον: Ματθ. ς΄ 14-21
Σχετική εικόνα
Eἶπεν ὁ Κύριος· ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παρα­πτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐ­ράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀν­θρώποις τὰ ­παραπτώματα αὐ­τῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀ­­­φήσει τὰ παραπτώματα ὑ­­­μῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ ­γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρω­ποί· ἀφανί­ζουσι γὰρ τὰ πρόσ­ωπα αὐ­τῶν ὅ­πως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νη­στεύ­οντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ­ἀ­­­πέ­­χουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφα­λὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀν­­­θρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ ­θησαυρίζετε ὑμῖν θη­σαυ­­ροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀ­φανί­­ζει, καὶ ὅπου κλέ­πται διορύσ­σουσι καὶ κλέπτουσι· θη­σαυ­ρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐ­ρανῷ, ὅ­που οὔτε σὴς οὔτε βρῶ­σις ἀ­φα­νίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διο­ρύσσουσιν οὐ­­­­δὲ κλέπτουσιν· ὅ­που γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐ­κεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.
Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος
Σχετική εικόνα
Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου σήμερα, ἕνα βῆμα πρὶν εἰσέλθουμε στὸ στάδιο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε μεταξὺ ἄλλων ὅτι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας, εἶναι νὰ συγχωροῦμε κι ἐμεῖς ὅσους μᾶς ἔφταιξαν. Ἡ συγχώρηση εἶναι ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ. Συνηθίζεται μάλιστα σήμερα τὸ ἀπόγευμα στὸν πρῶτο Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό, ποὺ λέγεται καὶ Ἑσπερινὸς τῆς Συγχωρήσεως, νὰ συγχωροῦνται μεταξύ τους οἱ Χριστιανοί, ὥστε νὰ ξεκινήσουν ἀνάλαφροι τὴν πνευματική τους ἄθληση. Πῶς ὅμως θὰ μπορέσουμε εἰλικρινὰ νὰ συγχωρήσουμε;
1. Μὲ τὴ μνήμη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ
Βοηθούμαστε νὰ συγχωροῦμε, ἂν θυμόμαστε πρῶτα-πρῶτα τὸν «χρυσὸ κανόνα» ποὺ διατύπωσε ὁ Κύ­­ριος: Ὅλα ὅσα θέλετε νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, τὰ ἴδια νὰ κάνετε κι ἐσεῖς σ᾿ αὐτούς. Ἐμεῖς ὅταν φταῖμε στοὺς ἄλλους, θέλουμε νὰ μᾶς συγχωροῦν. Πόσο χαιρόμαστε μὲ ὅσους μᾶς δείχνουν εἰλικρινὴ ἀνεξικακία! Λοιπόν, τὸ ἴδιο νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς.
Μὰ ἂν αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀδίκησε δὲν δείχνει ἴχνος μετανοίας, πῶς θὰ τὸν συγχωρήσουμε; Τότε ἂς θυμόμαστε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα: Ἂν συγχωρεῖτε, θὰ συγχωρηθεῖτε· ἂν δὲν συγχωρεῖτε, δὲν θὰ συγχωρηθεῖτε. Δηλαδὴ εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει: Δὲν ὑπάρχει κανένας ἄλλος τρόπος νὰ βρεῖτε ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεό, παρὰ τὸ νὰ δείξετε κι ἐσεῖς ἔλεος στοὺς συνανθρώπους σας, νὰ τοὺς συγχωρήσετε σὲ ὅ,τι σᾶς ἔφταιξαν. Ἑπομένως ἂς συγχωροῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, γιὰ νὰ συγχωρηθοῦμε κι ἐμεῖς.
Ἂν κρατᾶμε κακία, μὲ τί πρόσ­ωπο θὰ σταθοῦμε στὴν προσευχή μας μπροστὰ στὸ Θεό; Μὲ τί θάρρος θὰ Τοῦ ζητήσουμε συγχώρηση γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας; Πῶς θὰ ποῦμε: «καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»; Ἀφοῦ δὲν ἔχουμε συγχωρήσει;
2. Μὲ τὴ μνήμη παραδειγμάτων συγχωρητικότητος
Μεγάλη ἐνίσχυση στὸ νὰ συγχωροῦμε μᾶς δίνουν ἀνάλογα τέτοια παραδείγματα. Ὁ ἅγιος πρωτομάρτυς Στέφανος συγχώρησε τοὺς Ἰουδαίους ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν. Ἂν καὶ δεχόταν ἀλλεπάλληλα χτυπήματα ἀπὸ τὶς πέτρες ποὺ τοῦ ἔριχναν καὶ ἔβλεπε τὰ μανιασμένα πρόσωπά τους, γονάτισε καὶ μὲ θέρμη – μὲ κραυγή! – προσευχήθηκε στὸ Θεὸ νὰ μὴν τοὺς καταλογίσει αὐτὴ τὴν ἁμαρτία (Πράξ. ζ´ 60).
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος συκοφαντήθηκε καὶ διώχθηκε τελείως ἄδικα. Ὅπου πήγαινε, τὸν ἀκολουθοῦσε ἡ κακὴ φήμη· συν­αντοῦσε παντοῦ τὴν καχυποψία καὶ τὴν ἀ­πόρριψη. Καὶ ὅμως συγχώρησε τοὺς συκοφάντες του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τὸν δόξασε τόσο πολύ.
Τὸ τέλειο ὅμως ὑπόδειγμα ἀνεξικακίας εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ συγχώρησε τοὺς σταυρωτές Του. Καρφωμένος πάνω στὸ Σταυρὸ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ τόσο εἶχε ἀγαπήσει καὶ εὐεργετήσει, μέσα σὲ φρικτοὺς πόνους καὶ ἐνῶ ἄκουγε τὶς ὕβρεις καὶ τοὺς ἐμπαιγμοὺς ποὺ ἐκτόξευαν ἐναντίον Του, ἀνέπεμψε θερμὴ προσ­ευχή: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. κγ´ [23] 34).
Ὁ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀδικήθηκε μέχρι θανάτου καὶ συγχώρησε. Ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ δὲν θὰ συγχωρήσουμε γιὰ ἀσυγκρίτως μικρότερες ἀδικίες;
3. Μὲ θερμὴ προσευχὴ
Ἂς προσθέσουμε κι ἕνα τρίτο ὅπλο: τὴ θερμὴ προσευχὴ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἔκανε κακό. Διότι κάποιες φορὲς εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ συγχωρήσουμε. Ὁ ἐγωισμὸς ὠρύεται, ὁ διάβολος μεγαλοποιεῖ μέσα μας τὴν ἀδικία, ἐξάπτει τὸ πάθος τῆς ἐκδικήσεως.
Τότε ἡ ψυχὴ παλεύει μέσα μας. Ἂς καταφεύγουμε λοιπὸν στὴν προσευχή, ἂς ζητοῦμε τὴ βοήθεια τῆς παντοδύναμης θείας Χάριτος: «Κύριε, θέλω νὰ τὸν συγχωρήσω. Δῶσ᾿ μου τὴ δύναμη νὰ τὸν συγχωρήσω. Νίκησε Σὺ τὴν κακία μου».
Ἂς ἐπιμένουμε στὴν προσευχή. Ἂς ἀγ­καλιάζουμε τὸν Ἐσταυρωμένο, ἂς ἀσπαζόμαστε τὶς πληγὲς τῶν ἀχράντων χειρῶν καὶ ποδῶν Του, καὶ ἂς Τὸν παρακαλοῦμε, εἰ δυνατὸν καὶ μὲ δάκρυα, νὰ μᾶς δώσει τὴν ἀρετὴ τῆς ἀνεξικακίας. Καὶ θὰ μᾶς τὴν δώσει. Διότι ὁ Κύριος, κι ἂν κάποτε ἀργεῖ, πάντοτε ἐπισκέπτεται ὅσους ἐπίμονα ἐκ­ζητοῦν τὸ πρόσωπό Του.
***
Ἀδελφοί, αὔριο ξεκινᾶ ἡ Μεγάλη Τεσσα­ρακοστή. Ἂς πορευθοῦμε μὲ τὰ μάτια στραμμένα πρὸς τὴ Μεγάλη Παρασκευή, πρὸς τὸν Γολγοθᾶ. Ἐπάνω σ᾿ ἐκεῖνο τὸν λόφο στήθηκε ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, τὸ σύμβολο τῆς ματωμένης ἀνεξικακίας τοῦ Θεοῦ. Ἂς ἀκολουθήσουμε τὸ πανάγιο παράδειγμά Του. Ἂς σταυρωθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν γλυκύτατο Νυμφίο τῆς ψυχῆς μας. Ἂς σταυρώσουμε τὰ πάθη μας, μάλιστα τὸ πάθος τῆς μνησικακίας καὶ ἐκδικήσεως. Ὅποιος ἀγωνίζεται νὰ συγχωρεῖ, αὐτὸς θὰ γνωρίσει τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Ὅποιος συγχωρεῖ, αὐτὸς θὰ νιώσει βαθιὰ τὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως. Ὅποιος συγχωρεῖ, αὐτὸς ἀγγίζει τὴν ἁγιότητα, γίνεται θεϊκὸς ἄνθρωπος. Γι᾿ αὐτὸν ἔχει ἑτοιμάσει ὁ ἐσταυρωμένος καὶ ἀναστὰς Κύριος τὴν ἀνέκφραστη μακαριότητα τοῦ Παραδείσου.

Ἀπόστολος: Ρωμ. ιγ΄ 11 - ιδ΄ 4
Αποτέλεσμα εικόνας για απόστολος κυριακής
Αδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προέκο­ψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώ­με­­­θα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώ­μοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσ­ελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
«Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;»
Τὸ ὀλέθριο πάθος τῆς κατακρίσεως
Λίγες μόνο ὧρες μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Μιὰ περίοδο εὐ­­λογημένη, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ ἐντονότερο πνευμα­­τικὸ ἀγώνα. «Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή», ψάλαμε σήμερα στὸν Ὄρθρο. Τώρα εἶναι ὁ καταλληλότερος καιρὸς νὰ καταπολεμήσουμε τὰ πάθη μας καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ποὺ ἔχουν καταστρεπτικὲς συνέπειες γιὰ τὴ ζωή μας. 
Μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, τὴν κατάκριση, μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Σ’ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνεται μὲ αὐστηρὸ τόνο σὲ ὅποιον ἀσχολεῖται μὲ τοὺς ἄλλους καὶ τοὺς κατακρίνει. «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ κατακρίνεις ξένο δοῦλο;... ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος. Μᾶς δίνεται λοιπὸν ἡ ἀφορμὴ νὰ ἀναφέρουμε τρεῖς βασικοὺς λόγους, γιὰ τοὺς ὁποίους ποτὲ δὲν πρέπει νὰ κατακρίνουμε.
1. Μόνος Κριτὴς ὁ Θεὸς
Ὁ πρῶτος καὶ κυριότερος λόγος εἶναι ὅτι τὸ δικαίωμα τῆς κρίσεως ἀνήκει ἀποκλειστικὰ στὸν Θεό. Ἕνας εἶναι ὁ Νομοθέτης, ἕνας εἶναι καὶ ὁ Κριτής, ὁ Θεός! Ὁ οὐράνιος Πατέρας «τὴν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ υἱῷ» (Ἰω. ε΄ 22), δηλαδὴ τὸ ἔργο τοῦ κριτοῦ τὸ ἔδωσε στὸν Υἱό του ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος. Μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ κρίνει. «Σὺ τίς εἶ ὁ ­κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ λοι­πὸν ποὺ προτρέχεις καὶ ἁρπάζεις ἐξουσία ποὺ δὲν σοῦ ἀνήκει; Πῶς τολμᾶς καὶ κατακρίνεις τὸν ἀδελφό σου; Εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ὄχι δικός σου, καὶ γι’ αὐτὸ μόνο ὁ Θεὸς ἔχει δικαίωμα νὰ τὸν ἐλέγξει. 
Ἐξάλλου μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ κρίνει τέλεια καὶ ἀντικειμενικά, διότι μόνο Αὐτὸς γνωρίζει ὄχι μόνο τὸ σύνολο τῶν πράξεων καὶ τῶν ἐνεργειῶν κάθε ἀνθρώπου ἀλλὰ καὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του, τὰ κίνητρα καὶ τὶς ἐπιδιώξεις του. Ἐμεῖς σπεύδουμε νὰ ἐκ­φέρουμε κρίσεις γιὰ τοὺς ἄλλους χωρὶς νὰ γνωρίζουμε τὶς συνθῆκες κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἐνήργησαν καί, τὸ σπουδαιότερο, χωρὶς νὰ γνωρίζουμε ἂν τυχὸν μετανόησαν. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅμως τοὺς ἀδικοῦμε κατάφωρα. Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πολὺ ἐπιφυλακτικοὶ σὲ ὅσα ἀκοῦμε καὶ βλέπουμε κι ἂς ἀφήνουμε τὴν κρίση στὸν δίκαιο καὶ φιλάνθρωπο Κριτή.
2. Διώχνει τὴν ἀγάπη
Ἕνας δεύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ὀ­­­φεί­λουμε νὰ ἀποφεύγουμε τὴν ­κατάκριση εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ὀλέθριο αὐτὸ πά­-θος ἐξορίζει τὴν ἀγάπη ἀπὸ τὴ ζωή μας. Ἡ κατάκριση πυροδοτεῖ τὸ μίσος καὶ τὸν φθόνο ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας καὶ πλήτ­τει καίρια τὶς σχέσεις μας μαζί τους. Ἀκόμα κι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται «κουτσομπολιό», ὅ­­­­σο ἁπλὸ κι ἀθῶο κι ἂν ­φαίνεται, μπορεῖ νὰ γίνει βόμβα στὰ θεμέλια μιᾶς φιλίας ἢ συνεργασίας ἐτῶν. Εἶναι μικρὴ ἡ κοινωνία μας καὶ τὰ λόγια μεταφέρονται πολὺ εὔκολα. Ἂν λοιπὸν σχολιάζουμε τοὺς ἄλλους, αὐτὸ σύντομα θὰ μαθευτεῖ καὶ τότε θὰ κλονιστεῖ ἡ ἐμπιστοσύνη τους ἀπέ­ν­αντί μας. Πολὺ περισσότερο, ἂν ἀδικοῦμε
τοὺς ἄλλους μὲ τὴν κρίση μας, τότε αὐτοὶ πληγώνονται καὶ ἐπέρχεται ρῆγμα στὶς σχέσεις μας. Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ ποῦ­με ὅτι ἡ κατάκριση ἰσοδυναμεῖ μὲ φόνο! ­Σκο­τώνει τὸν συνάνθρωπο‧ τόν ἐξουθενώ­­νει. Ὁ ἱερὸς ­Χρυσόστομος λέει ὅτι αὐτοὶ ποὺ κατακρίνουν, ἀκόμη κι ἂν νηστεύουν, στὴν πραγματικότητα ἔ­χουν καταργήσει τὴ νηστεία, διότι μὲ τὴν κα­­­τά­κριση τρῶνε τὶς σάρκες τῶν ἀδελφῶν τους.
3. Ὑπογραφὴ τῆς καταδίκης μας
Ὁ τρίτος καὶ τελευταῖος λόγος, ποὺ πρέπει νὰ μᾶς κάμει νὰ ἀπαλλαγοῦμε ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν κατάκριση, εἶναι τὸ ὅτι αὐτὴ μᾶς ὁδηγεῖ μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια στὴν αἰώνια καταδίκη μας. Ὁ Κύριός μας τὸ εἶ­πε σαφῶς: «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε», (Ματθ. ζ΄ 1). Βέβαια ὅταν λέει «μὴ κρίνετε», δὲν μᾶς ἀρνεῖται τὸ δικαίωμα νὰ κρίνουμε καὶ νὰ ἐκφέρουμε γνώμη, νὰ ἀξιολογοῦμε πρόσωπα καὶ καταστάσεις καὶ νὰ ρυθμίζουμε ἀναλόγως τὴν πορεία μας.
Ἔχουμε δικαίωμα νὰ σκεπτόμαστε καὶ νὰ κρίνουμε, ὄχι ὅμως νὰ δικάζουμε καὶ νὰ
καταδικάζουμε τοὺς ἄλλους, γιατὶ μὲ τὸ ἴ­­­διο μέτρο ποὺ ἐμεῖς κρίνουμε τοὺς ἄλ­λους, μὲ αὐτὸ τὸ μέτρο θὰ κριθοῦμε κι ἐ­­­μεῖς ἀπὸ τὸν Θεό (Ματθ. ζ΄ 2). Ἂν λοιπὸν τοὺς καταδικάσουμε, θὰ καταδικαστοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Θεό, διότι κατακρίνοντας τοὺς ἄλ­­­­­λους οὐσιαστικὰ ὑπογράφουμε τὴ δική μας καταδίκη!
❁ ❁ ❁
Εἶναι καιρὸς νὰ συνειδητοποιήσουμε πό­σο βαρὺ ἁμάρτημα εἶναι ἡ κατάκριση, ἡ ὁποία σὰν ἐπιδημία ἐξαπλώνεται κυρίως μετα­ξὺ τῶν χριστιανῶν. Ὅταν κατακρίνουμε, ἁρπάζουμε θεία ἐξουσία, καταργοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τελικὰ ὑπογράφουμε τὴν καταδίκη μας! 
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία στὴ γνωστὴ προσευχὴ «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...», ποὺ χρησιμοποιεῖ καθημερινὰ στὶς Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περιλαμβάνει καὶ εἰδικὸ αἴτημα, γιὰ νὰ μᾶς δώσει ὁ Θεὸς τὸ χάρισμα νὰ βλέπουμε τὰ δικά μας ἁμαρτήματα καὶ νὰ μὴν κατακρίνουμε τοὺς ἀδελφούς μας. Ἂς ἀγωνιστοῦμε λοιπὸν εἰδικὰ αὐτὴν τὴν κατανυκτικὴ περίοδο νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ καταστρεπτικὸ πάθος τῆς κατακρίσεως. Ἂς εἴμαστε ἐπιεικεῖς μὲ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ γίνει κι ὁ Θεὸς ἐπιεικὴς μαζί μας καὶ νὰ βροῦμε ἔλεος κοντά του «ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως».
https://www.osotir.org/el
https://www.osotir.org/el/apostolos-kiriakis/